Η χθεσινή συνάντηση του υπουργού Οικονομικών με τους επικεφαλής των ελληνικών τραπεζών δεν οδήγησε σε κάποια ανακοίνωση ούτε και υπήρξαν δημόσιες δηλώσεις.
Όμως είναι κοινό μυστικό ότι αυτό που απασχολεί τους πάντες -ειδικά μετά το ξέσπασμα της τραπεζικής κρίσης- είναι να επιταχυνθεί η διαδικασία ρύθμισης του ιδιωτικού χρέους είτε με είτε και χωρίς τον εξωδικαστικό μηχανισμό αλλά και να αυξηθούν τα επιτόκια καταθέσεων για να σταλεί μήνυμα σταθερότητας και ασφάλειας στους αποταμιευτές.
Με την νέα αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι δόσεις όλων των υποχρεώσεων -νοικοκυριών και επιχειρήσεων- που τοκίζονται με κυμαινόμενο επιτόκιο, θα διαμορφωθούν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα. Η 6η διαδοχική αύξηση των επιτοκίων δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα είναι η τελευταία καθώς στο τέλος του μήνα η Eurostat αναμένεται να ανακοινώσει μικρή κάμψη στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης και αυτό λόγω της αποκλιμάκωσης των τιμών των καυσίμων. Και επειδή οι επιβαρύνσεις από την αύξηση των επιτοκίων λειτουργούν σωρευτικά, ουδείς μπορεί να γνωρίζει πότε θα αρχίσουν να «σκάνε» στεγαστικά και άλλα δάνεια που αυτή τη στιγμή εξυπηρετούνται κανονικά.
Παρά το γεγονός ότι το πρόβλημα έχει γίνει πλέον πιο οξύ σε σχέση με τις αρχές του χρόνου -ήδη το επιτόκιο της ΕΚΤ έχει αυξηθεί κατά επιπλέον 100 μονάδες βάσης- η στάση της κυβέρνησης δεν έχει αλλάξει.
Ο υπουργός Οικονομικών έχει διαμηνύσει στις διοικήσεις των τραπεζών ότι είναι δική τους ευθύνη να συνδράμουν τους δανειολήπτες. Και όσο θα εντείνεται το πρόβλημα, τόσο θα απαιτείται διεύρυνση της περιμέτρου συνδρομής. Η πλατφόρμα για την υποδοχή των αιτήσεων των ευάλωτων δανειοληπτών ώστε να εξασφαλίσουν επιδότηση ίση με το 50% της επιβάρυνσης από την αύξηση των τόκων έχει ενεργοποιηθεί εδώ και καιρό αλλά όπως διαπιστώθηκε και χθες, μόλις 1000 άτομα έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία. Η επιτάχυνση λοιπόν -δεδομένου ότι οι δυνητικοί δικαιούχοι είναι πάνω από 30.000- είναι ένα ζήτημα αλλά όχι το μόνο.
Το ερώτημα είναι τι γίνεται με τα δάνεια των υπόλοιπων πολιτών που είναι και η μεγάλη πλειοψηφία. Οι δανειολήπτες της «μεσαίας τάξης» πλήττονται και από την ακρίβεια και από την αύξηση της δόσης του δανείου. Κρατική βοήθεια τύπου «ΓΕΦΥΡΑ» δεν μπορεί να υπάρξει πλέον οπότε όλο το βάρος πρέπει να πέσει στην παροχή ρυθμίσεων. Οι τράπεζες είναι αυτές λοιπόν που θα κληθούν να βρουν τη χρυσή τομή ώστε από τη μία να διευκολύνουν τους δανειολήπτες τους ώστε να μην «κοκκινίσουν» περισσότερα δάνεια και από την άλλη να μην αυξηθεί το υπόλοιπο των δανείων που θα χαρακτηριστούν ως επισφαλή.
Από την άλλη, οι συζητήσεις για τα επιτόκια των καταθέσεων γίνονται στην… σκιά της ανησυχίας που έχει δημιουργηθεί παγκοσμίως από τα bank run σε ΗΠΑ (Silicon Valey Bank) και Ευρώπη (Credit Suisse). Υπάρχει το επιχείρημα ότι και οι δύο αυτές περιπτώσεις διακρίνονται από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ωστόσο αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι πρέπει να σταλούν ξεκάθαρα μηνύματα και στους καταθέτες.
Τους προηγούμενους μήνες -και ειδικά μετά τον πρώτο γύρο διαβουλεύσεων της κυβέρνησης με τους τραπεζίτες- υπήρξαν αυξήσεις επιτοκίων. Όμως είναι εστιασμένες στις προθεσμιακές καταθέσεις και γίνονται πιο εύκολα… αντιληπτές από όσους έχουν μεγάλα ποσά. Το ζητούμενο επομένως στην χώρα των κατακερματισμένων αποταμιεύσεων και των δεκάδων εκατομμυρίων τραπεζικών λογαριασμών είναι να αρχίσει να υπάρχει απόδοση και στις καταθέσεις των πολλών.