Την εικόνα την έχουμε. 50 νεαροί κλείνουν την είσοδο του Πανεπιστημίου, τοποθετώντας μπροστά ένα πανό που γράφει «κατάληψη», με την υπογραφή «σύλλογοι φοιτητών». Αν δεν ήταν μια τόσο βαθιά αντιδημοκρατική και αντιδραστική εικόνα, θα μπορούσε να αποτελεί ένα γκροτέσκο σκηνικό από ταινία του Εμίρ Κουστουρίτσα.
Και ενώ υπάρχει νομικό πλαίσιο για τις κινητοποιήσεις, για το δικαίωμα των πολιτών να διαδηλώνουν και να διεκδικούν, υπάρχει ένα τεράστιο κενό που καλύπτει τις διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων, των συνελεύσεων των φοιτητών και των αποφάσεων τους για καταλήψεις, που οδηγούν στην παύση της λειτουργίας των Πανεπιστημίων.
Η παρακμή των φοιτητικών συλλογών, εμφανίζεται πανηγυρικά κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια των φοιτητικών εκλογών, όπου κάθε παράταξη και κόμμα παρουσιάζει τα δικά της αποτελέσματα. Διεκδικώντας μέσα από αυτά, την προβολή τους στην κοινωνία, η οποία όμως αδιαφορεί παγερά για το εάν στην Α ή Β σχολή, νίκησε η Χ ή Ψ παράταξη.
Η κοινωνία απαιτεί τα Πανεπιστήμια να λειτουργούν σαν Πανεπιστήμια και όχι σαν εκκολαπτήρια αγωνιστών και επαναστατούντων, που αύριο ή μεθαύριο θα στελεχώσουν τα κόμματα της αριστεράς. Όπου και εκεί θα συνεχίσουν να δρουν δίχως να σέβονται ούτε τη δημοκρατία, ούτε το νόμο, αφού αυτά τα δυο βασικά πράγματα δεν έμαθαν να τα σέβονται στους χώρους, στους οποίους κόλλησαν τα αγωνιστικά τους ένσημα.
Αυτή είναι η αλήθεια, διότι τα Πανεπιστήμια αποτελούν μια διαχρονική πηγή γενικευμένης ανομίας.
Είναι οι καταλήψεις νόμιμες; Είναι νόμιμες οι αποφάσεις για τις καταλήψεις; Είναι νόμιμες οι συνελεύσεις μέσω των οποίων αποφασίζονται οι καταλήψεις; Είναι νόμιμοι οι τρόποι με τους οποίους επιβάλλονται οι καταλήψεις σε όσους δεν θέλουν να τις ακολουθήσουν;
Υπάρχει νόμος που να θεσπίζει και να καθιερώνει το δικαίωμα της κατάληψης; Υπάρχει νόμος που να περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο αυτό το δικαίωμα γίνεται πράξη; Υπάρχει νόμος που να θεωρεί αυτές τις καταλήψεις, παράνομες και να τις απαγορεύει;
Δεν υπάρχει νομοθετική ή άλλη πρόβλεψη που να επιτρέπει την «κατάληψη» των Πανεπιστημίων και να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι φοιτητές αποφασίζουν γι’ αυτήν, ή όχι. Όμως δεν υπάρχει ούτε και ρητή απαγόρευση της συγκεκριμένης «αγωνιστικής» πράξης. Ένα τεράστιο κενό. Μια μαύρη τρύπα.
Όλοι γνωρίζουμε ότι πίσω από την λέξη «κατάληψη», κρύβεται η άσκηση βίας απέναντι στην πλειοψηφία των φοιτητών που δεν επιθυμούν να κάνουν κατάληψη, η άσκηση ψυχολογικής βίας στο διδακτικό και υπαλληλικό προσωπικό των Πανεπιστημίων και η παρεμπόδιση τόσο του διδακτικού και ερευνητικού έργου, όσο και του υποστηρικτικού έργου.
Και φυσικά πίσω από τη λέξη «κατάληψη», κρύβεται η καταστροφή Πανεπιστημιακών κτιρίων, εργαστηρίων και υποδομών, καθώς και η κλοπή ακριβών εξοπλισμών και μηχανημάτων.
Κάποιος δεν πρέπει να κρίνει παράνομες και να διώκει αυτές τις συμπεριφορές και πρακτικές; Και ας μην βιαστούν κάποιοι να πουν ότι τα προβλήματα αυτά είναι κοινωνικής σημασίας και έχουν να κάνουν με νέους ανθρώπους, οπότε η Πολιτεία θα πρέπει να αποφεύγει να ακολουθεί τη δικαστική οδό και τις κατασταλτικές μεθόδους. Η Πολιτεία πρέπει να νομοθετήσει και να επιβάλλει το νόμο.
Θετική είναι η παράκαμψη του προβλήματος των καταλήψεων, μέσω των διαδικτυακών εξετάσεων. Θετική και η προσπάθεια παροχής βεβαιώσεων και εγγράφων μέσω διαδικτύου από τις κλειστές γραμματείες. Όμως το πρόβλημα παραμένει. Και είναι αυτό της ανομίας και της παραβατικότητας που έχει σαν άντρο τα Πανεπιστήμια, που μολύνει τη συνείδηση και τη σκέψη ακόμα και των φοιτητών που δεν συμμετέχουν στις καταλήψεις. Η Πολιτεία οφείλει να μεριμνήσει ώστε το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο να πάψει να αποτελεί άντρο ανομίας και αντιδημοκρατικότητας.