Παραμονές της νέας χρονιάς και η κυβέρνηση προσανατολίζει πλέον τον σχεδιασμό της με χρονικό ορίζοντα όχι μόνο το 2025, αλλά έναν οδικό χάρτη που φθάνει στις εθνικές εκλογές την άνοιξη του 2027.
Το νέο έτος είναι κομβικό, καθώς σηματοδοτείται από δύο πολιτικά ορόσημα στην ατζέντα του - την προεδρική εκλογή και την έναρξη της Συνταγματικής Αναθεώρησης - ένα «κυβερνητικό restart», που θα αποτελέσει ο ανασχηματισμός που προαναγγέλλεται από όλους και ένα κεντρικό στόχο, να αρχίσει να αποτυπώνεται στην κοινωνία το κυβερνητικό έργο, που έχει συντελεστεί, με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας να «περνά» πλέον στους πολίτες.
«Κεντρικός μας στόχος παραμένει η καλή πορεία της οικονομίας να μετουσιώνεται σε θετικές εξελίξεις για την κοινωνία» δηλώνει ο κ. Μητσοτάκης, περιγράφοντας ουσιαστικά τις κυβερνητικές επιδιώξεις. Το τρίπτυχο αύξηση των εισοδημάτων, άσκηση κοινωνικής πολιτικής και αντιμετώπιση του δημογραφικού, δίνει τον τόνο των κυβερνητικών προτεραιοτήτων, που θα χρηματοδοτηθούν με κονδύλια ύψους 2,955 δισ. ευρώ για το 2025, όπως έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε το 2025 «μία χρονιά περαιτέρω σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη και προοίμιο για τα επόμενα δύο έτη», υπενθυμίζοντας ότι «την προσεχή άνοιξη θα υπάρξει νέα αύξηση του κατώτατου μισθού» και επαναφέροντας το διακύβευμα της προεκλογικής δέσμευσης της κυβέρνησης «για 950 ευρώ το 2027», δηλώνοντας ότι «θα υλοποιηθεί στο ακέραιο», όπως και η δέσμευση για «μέσο μισθό 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας».
Με δεδομένο ότι σε όλες τις δημοσκοπήσεις οι πολίτες αναδεικνύουν ως κύρια προβλήματα την ακρίβεια και τις πληθωριστικές πιέσεις, κύριο μέλημα στο κυβερνητικό επιτελείο είναι η αντιστροφή αυτής της διάστασης, που υπάρχει ανάμεσα στις επιδόσεις της οικονομίας και της οικονομικής καθημερινότητας των πολιτών.
Για τον λόγο αυτό, επαναλαμβάνεται από τον πρωθυπουργό ότι «το σχέδιο δράσης μας για τη νέα χρονιά ενισχύει διπλά το διαθέσιμο εισόδημα», προτάσσοντας εκτός από την αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων, την αύξηση του μέσου μισθού και τη μείωση της ανεργίας, ότι ο νέος προϋπολογισμός προσθέτει «12 νέες μειώσεις φόρων στις δεκάδες που έχουν γίνει από το 2019. Με σημαντικότερες τη μείωση κατά μία ποσοστιαία μονάδα των ασφαλιστικών εισφορών, την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για όλους τους επαγγελματίες και τη μόνιμη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο για τους αγρότες».
Παράλληλα, με την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος και τη στήριξη των ευάλωτων, που επίσης προαναγγέλλεται ότι θα συνεχιστεί όσο απαιτείται, ο κυβερνητικός σχεδιασμός περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις σε συγκεκριμένους τομείς, που στο σύνολό τους αγγίζουν κάθε πτυχή της καθημερινότητας σε βασικούς πυλώνες, όπως η υγεία, η εργασία, η παιδεία, οι νέοι, η δικαιοσύνη, οι υποδομές, η άμυνα και το στεγαστικό.
Σε αυτούς τους τομείς θα κατευθύνονται με τη μορφή των πρόσθετων χρηματοδοτήσεων και επενδύσεων, τα δημοσιονομικά περιθώρια, που θα δημιουργεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, όπως και η αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων, που είναι διαθέσιμοι. Πρόσθετο εργαλείο, τα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που ήδη το κυβερνητικό επιτελείο κρίνει ότι δικαιώνουν τα μέτρα, που έχουν ληφθεί την περασμένη χρονιά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνεται ολοένα και περισσότερο ειδικά στη μεσαία τάξη, φέρνοντας ουσιαστικά στο προσκήνιο ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος και μιλώντας γι’ αυτό, που αποτέλεσε «δοκιμασία» την προηγούμενη δεκαετία, τη φορολογία της, προαναγγέλλοντας «περαιτέρω ελαφρύνσεις».
«Αυτή η πορεία προόδου θα συνεχιστεί το 2025, στη διαδρομή προς το 2027 για την Ελλάδα του μέλλοντος, που όλοι θέλουμε και οραματιζόμαστε» είναι η φράση, που χρησιμοποιείται δια στόματος πρωθυπουργού, όλο και πιο συχνά, δείχνοντας τη συνολική στόχευση πλέον του Μεγάρου Μαξίμου από τώρα έως τις εθνικές εκλογές,
Στο κυβερνητικό επιτελείο υπάρχει, πάντως, προβληματισμός για το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο θα κληθεί η χώρα να λειτουργήσει. Οι γεωπολιτικές αναταράξεις συμβαδίζουν πλέον με τις πολιτικές και οικονομικές αβεβαιότητες, που γεννούν οι εξελίξεις σε μεγάλες χώρες της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, με άγνωστο Χ τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν συνολικά στην Ευρώπη.