Είναι σχεδόν βέβαιο πως ο Αλέξης Τσίπρας φοβάται το ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες δεδομένου ότι μια νέα ήττα ίσως αποτελέσεις και την αρχή του τέλους της πολιτικής του καριέρας τουλάχιστον με όχημα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ταυτόχρονα όμως επιχειρεί να χρησιμοποιήσει τις πρόωρες εκλογές ως το καρότο αλλά και το… μαστίγιο στο εσωτερικό του κόμματός προκειμένου να δημιουργήσει συνθήκες συσπείρωσης σηκώνοντας εκ νέου τους τόνους και τη διχαστική ρητορική διαπιστώνοντας ότι εκτός του αριστερού ηθικού πλεονεκτήματος έχει απωλέσει και την ατζέντα του.. προοδευτισμού που επί σειρά ετών επικαλείτο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να κινείται με τη λογική της εξάντλησης της τετραετίας ή τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους αυτής. Χωρίς κανείς να μπορεί με απόλυτη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει θέμα πρόωρων εκλογών, αφού ο χρόνος τους εξαρτάται από τις εξελίξεις (ποιος άλλωστε θα μπορούσε στα τέλη του 2019 να υπολογίσει την πανδημία του κορονοϊού ως παράγοντα επηρεασμού της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής σκηνής) τα δεδομένα αυτή τη στιγμή δείχνουν πως δεν τίθεται τέτοιο θέμα.
Και όμως η ηγετική ομάδα της Κουμουνδούρου που πλαισιώνει τον Αλέξη Τσίπρα δείχνει να ανησυχεί για τυχόν εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό. Στο πλαίσιο αυτό επιχειρείται να εμφανιστεί η αξιωματική αντιπολίτευση ως έτοιμη να αντιμετωπίσει την «επάρατο δεξιά» με λογικές που παραπέμπουν σε εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις.
Επαναφέροντας στο λεξιλόγιο τα περί «χούντας» και ακροδεξιών λογικών αναφορικά με την κυβερνώσα παράταξη εξαπολύει ευθείες επιθέσεις κατά του Πρωθυπουργού με τον επικεφαλής της να χρησιμοποιεί ακόμη και ακραίες εκφράσεις από το βήμα της Βουλής.
Παράλληλα όμως το θέμα των πρόωρων εκλογών χρησιμοποιείται και για την αντιμετώπιση των διαφωνούντων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.
Στελέχη που αντιδρούν τόσο στην τακτική που ακολουθείται όσο και στην πλήρη συστράτευση του κομματικού μηχανισμού πίσω από τον στενό συνεργάτη του Αλέξη Τσίπρας, τον Νίκο Παππά, εμφανίζοντας να δυσφορούν και να εκφράζουν ανοιχτά ανησυχίες, όπως για παράδειγμα ο Πάνος Σκουρλέτης με το σχετικό του άρθρο στα Νέα, όπου μεταξύ άλλων κάνει λόγο για δύο χαμένα χρόνια για το κόμμα του αναφερόμενος στην περίοδο 2019 – 2021.
Τα ίδια στελέχη παραπέμπουν στις δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας και δείχνουν διαρκώς τα ίδια στοιχεία σε ότι αφορά όχι μόνο τη διαφορά στην πρόθεση ψήφου και την καταλληλότητα για τη θέση του πρωθυπουργού (ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει σταθερά κολλημένος στην τρίτη θέση πίσω από τον Κανέναν) αλλά, κυρίως, στα μηνύματα που στέλνουν οι ίδιοι οι ψηφοφόροι του κόμματος είτε ζητώντας αλλαγή τακτική είτε δηλώνοντας πως είναι ικανοποιημένοι (κατά μέσο όρο οι 3 στους 10) από την πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών χρησιμοποιείται στην περίπτωση αυτή ως… φόβητρο. Και για να σταματήσουν οι φωνές των διαφωνούντων, ώστε να μη κατηγορηθούν πως υποσκάπτουν το κόμμα, και για να αναγκαστούν να συσπειρωθούν πίσω από τον αρχηγό, ο οποίος μάλιστα προχωρά και σε ένα μπαράζ περιοδειών για να υπογράψει και το… νέο συμβόλαιο με τον λαό!
Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει στη λογική μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, ξορκίζοντας όμως την ίδια στιγμή το ενδεχόμενο να γίνουν πρόωρες εκλογές. Τουλάχιστον οι δημοσκοπήσεις αλλά και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δείχνουν πως τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου θετικά για την αξιωματική αντιπολίτευση που επέλεξε με προσωπική απόφαση του επικεφαλής της να αξιοποιήσει την πανδημία ποντάροντας στην καταστροφολογία και σε μια ενδεχόμενη αποτυχία της διαχείρισής της από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το βασικό πρόβλημα πλέον της Κουμουνδούρου είναι ότι έχει κολλήσει σε μια τακτική που δεν παράγει αποτελέσματα. Η… χαρά του Απριλίου όταν η κυβέρνηση έδειξε μια πτωτική τάση κόπηκε στη μέση τον Μάιο με την ανάκαμψή της.
Ανάκαμψη που δείχνει να συνεχίζεται και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη αισιοδοξία μετά την άρση περιοριστικών μέτρων σε συνδυασμό με την πορεία που καταγράφει το εμβολιαστικό πρόγραμμα αλλά και την εφαρμογή του που έφερε στο φως στην κυριολεξία μια άλλη Ελλάδα και ένα άλλο κράτος.
Αδυνατεί όμως να παράξει οποιαδήποτε άλλη τακτική. Αυτό καθίσταται ακόμη πιο σαφές με την πάροδο των ημερών και την προσπάθεια που γίνεται από τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ συνολικά να βγάλουν στο δρόμο τους πολίτες αξιώνοντας μάλιστα με τον τρόπο αυτό να απομακρυνθεί η κυβέρνηση μέσα από τους «λαικούς αγώνες» και την «λαική οργή» που προς το παρόν είναι εμφανής μόνο στην Κουμουνδούρου που φτάνει τώρα στο σημείο να διαρρέει αλλά και να επικαλείται «κυλιόμενες» και άλλες δημοσκοπήσεις για να στηρίξει αυτό το αφήγημα.
Την ίδια στιγμή οι υποθέσεις που αναδείχθηκαν την τελευταία διετία έβαλαν και οριστικό τέλος στο λεγόμενο αριστερό ηθικό πλεονέκτημα, που περιφέρεται δεξιά και αριστερά ως ένα είδος…. χαρίσματος που κληρονομήθηκε από προγόνους της σημερινής «δρακογενιάς».
Οι προσπάθειες που έγιναν κατά την διακυβέρνηση της χώρας από τη πρώτη φορά αριστερά, για να ελεγχθούν οι θεσμοί και η ενημέρωση καταγράφονται στη συνείδηση των πολιτών, ακόμη και αυτών που θεωρούν πως φάνηκαν απλά… αδέξιοι.
Οι δε εξελίξεις των τελευταίων ετών και η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ σε μια ρητορική που θυμίζει άλλους αιώνες, ειδικά ως προς το μέλλον της χώρας και της νέας γενιάς, και στους εμφυλιοπολεμικούς τόνους περί δεξιάς και φασισμού έχουν βάλει τόνο και στην κατ' αποκλειστικότητα διαχείριση του… προοδευτισμού.
Οι μεταρρυθμίσεις, η αλλαγή σελίδας της χώρας, οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης και του ίδιου του Πρωθυπουργού σε συνδυασμό με την κατάρτιση ενός σχεδίου υπέρβασης όχι μόνο των οικονομικών αλλά και των κοινωνικών αδιεξόδων επανακαθορίζει τις έννοιες της προοδευτικότητας και του συντηρητισμού μεταφέροντας σε ένα νέο πεδίο της διαφορές. Πεδίου που υπερβαίνει τη παλαιά γραμμή μεταξύ δεξιάς και αριστεράς.
Με λίγα λόγια χάνοντας και την ατζέντα της… προοδευτικότητας ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να βρίσκεται σε καταστάσεις βέρτιγκο με τον αρχηγό του να αναζητεί όχι εναλλακτικά σχέδια αλλά νέες πλατείες έντασης και κινηματικής αντίδρασης χωρίς όμως να μπορεί, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον, να βρει και τους… χρήσιμους υποστηρικτές.