Όταν η ΝΔ κατηγορούσε το ΠΑΣΟΚ ότι είναι «Πράσινος ΣΥΡΙΖΑ» ο γράφων είχε αντιταχθεί από αυτές τις σελίδες, θεωρώντας άδικη για το ΠΑΣΟΚ και αντιπαραγωγική για τη ΝΔ, την κατηγορία.
Το ΠΑΣΟΚ, κόμμα με θεσμική μνήμη και στελέχη που είχαν ορθολογισμό, εμπειρία και ικανότητα διακυβέρνησης της χώρας, δεν είχε σχέση με το λαϊκίστικο και τυχοδιωκτικό μπουλούκι του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, η δημοσκοπική καθήλωση ή και ανεπαίσθητη διολίσθηση των ποσοστών του, όσο και το διαρκές προβοκατόρικο μπούλινγκ του ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι «ουρά» της κυβέρνησης Μητσοτάκη» απέδωσαν, κατά πως φαίνεται, τα αναμενόμενα. Το ΠΑΣΟΚ άρχισε να «συριζίζει».
Ήταν σωστή η θέση του κόμματος να μην προσυπογράψει την έωλη πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ πριν ολοκληρωθούν τα πορίσματα. Χωρίς επίσημα στοιχεία τεκμηριωμένα από τη δικαιοσύνη και τους ορισμένους εμπειρογνώμονες, τι άλλο θα ήταν η κατάθεση δυσπιστίας πέραν ενός θεάτρου εντυπώσεων με ατεκμηρίωτες κατηγορίες, που θα απευθυνόταν στο λαϊκό θυμικό, και δη των ήδη πεπεισμένων για συγκάλυψη και συνωμοσία;
Βέβαια οι δημοσκοπήσεις απέδειξαν ότι αυτού του είδους η αντιπολίτευση δεν προσκομίζει οφέλη στα συστημικά κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ (παρόλο που ο ΣΥΡΙΖΑ του τρίτου μνημονίου ακόμη φαντασιώνεται εαυτόν ως αντισυστημικό!). Οι θεωρούμενες ως αντισυστημικές, και ως επί το πλείστον ανορθολογικές, δυνάμεις είναι αυτές που εκταμιεύουν την πολιτική υπεραξία από τις καταγγελτικές θεωρίες.
Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ δεν άντεξε την πίεση το ΣΥΡΙΖΑ και δια της φυγής προς τα εμπρός, αποφάσισε να καταθέσει πρόταση για σύσταση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής με σκοπό τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης «για τυχόν ποινικές ευθύνες του Χρήστου Τριαντόπουλου, ως υπεύθυνου για το «μπάζωμα», κατά τη θητεία του ως υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ.
Κοινοβουλευτικό δικαίωμά του ασφαλώς, μόνο που δεν στηρίζεται σε κάποια δικαστική απόφαση, αλλά σε πόρισμα της εισαγγελέως εφετών Λάρισας το οποίο χαρακτηρίζει «εμπεριστατωμένο».
Στην ίδια ανακοίνωση το ΠΑΣΟΚ προσπερνάει τον ΣΥΡΙΖΑ και καταφέρεται εκ νέου εναντίον του πρώην προέδρου της Βουλής και υποψηφίου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, Κώστα Τασούλα, για απόκρυψη στοιχείων από την Ολομέλεια της Βουλής.
Ο πρώην πρόεδρος είχε δηλώσει ότι οι δικογραφίες ανακοινώθηκαν και οι βουλευτές είχαν πρόσβαση σε αυτές. Ο νυν πρόεδρος Ν. Κακλαμάνης δήλωσε ότι «Η Βουλή δεν απέκρυψε τίποτα», τονίζοντας ότι στις 6 Αυγούστου 2024 διαβιβάστηκαν στη Βουλή συμπληρωματικά έγγραφα σε δικογραφία που είχε έρθει στη Βουλή στις 23 Μαΐου 2024. Ουδέποτε συμπληρωματικό έγγραφο ανακοινώνεται στην Ολομέλεια, ενώ όποιος θέλει (δηλαδή βουλευτής) μπορεί να λάβει γνώση της δικογραφίας.
Από την πλευρά του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης καταλόγισε στον Ν. Ανδρουλάκη ότι αντιφάσκει. Επικαλείται μέρος του πορίσματος ενώ δεν ψήφισε τον οργανισμό που συστάθηκε επί κυβέρνησης ΝΔ (ΕΟΔΑΣΑΑΜ), στο οποίο μετέχουν και επιστήμονες του εξωτερικού, όπως αυτοί της Γάνδης, γιατί «δεν είναι ακριβώς ανεξάρτητος».
Όμως αυτού του «μη ακριβώς ανεξάρτητου» Οργανισμού επικαλείται το πόρισμα, μιλώντας παράλληλα για συγκάλυψη. Δηλαδή επικαλείται το πόρισμα ενός Οργανισμού που συστήθηκε για να συγκαλύψει!
Παραδόξως, το πρόβλημα για όλους, κυβέρνηση και αντιπολίτευση είναι ο μακρύς χρόνος ως τις εκλογές. Ο χρόνος θα αποτελέσει τη Λυδία Λίθο.
Εφόσον η δίκη ξεκινήσει σύντομα, και από ό,τι φαίνεται θα ξεκινήσει, όταν άλλες ξεκίνησαν έπειτα από πενταετία, ακόμη και αν δεν τελειώσει ως τον χρόνο των εκλογών, θα υπάρξει άφθονος χρόνος, τουλάχιστον ενάμισι έτος, ώστε να εξελιχθεί η ακροαματική διαδικασία.
Το ενδιαφέρον του κοινού είναι δεδομένο, και εξ αυτού δεδομένη θα είναι η ανταπόκριση των ΜΜΕ και η λεπτομερής καταγραφή της δίκης.
Αν αποδειχθεί ότι η κυβέρνηση ευθύνεται για συνωμοσία και συγκάλυψη, σαφώς θα «ανταμειφθεί καταλλήλως» στις εκλογές. Αν όχι, θα πλεύσει πλησίστια εκ νέου προς την εξουσία, ενώ η αντιπολίτευση θα πληρώσει εάν αποδειχθεί ατεκμηρίωτη στην πρόσκαιρη και προπετή καταγγελιολογία της.
Η δίκη, ακόμη και ανολοκλήρωτη ως τις εκλογές, θα παραγάγει πολιτικό αποτέλεσμα εφόσον αυτές διεξαχθούν στον θεσμικό τους χρόνο.