«Αυτή τη στιγμή γίνονται συζητήσεις και σε τεχνικό επίπεδο. Νομίζω ότι από την επόμενη εβδομάδα είναι πολύ πιθανόν να επιστρέψουν, αλλά ακόμα δεν έχει καθοριστεί. Επομένως, θα πρέπει να περιμένουμε λίγο ακόμα», δήλωσε ο Δ. Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στον Flash 96,0, ερωτηθείς σχετικά με το πότε θα επιστρέψουν το τεχνικά κλιμάκια των θεσμών στην Αθήνα.
Σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, «το βασικό ζήτημα που υπάρχει αυτή τη στιγμή δεν έχει να κάνει με τις λεπτομέρειες της δεύτερης αξιολόγησης. Έχει να κάνει με τη στάση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά και με τη στάση της Γερμανίας που δεν αφορά ακριβώς την ύλη της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά την πορεία του προγράμματος, το κλείσιμο του προγράμματος το 2018 και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2019-2020».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «η δεύτερη αξιολόγηση έχει βεβαίως κάποια ανοιχτά ζητήματα, με κυριότερο όλων τα εργασιακά, αλλά το βασικό αγκάθι, είναι πολιτικού χαρακτήρα και αφορά την απαίτηση του ΔΝΤ για επιπλέον μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος, αλλά και την επιμονή της Γερμανίας για δεκαετή παράταση του 3,5% πρωτογενούς πλεονάσματος. Και οι δύο απαιτήσεις, απορρίφθηκαν εκ μέρους της ελληνικής πλευράς στο προηγούμενο Eurogroup και γι' αυτόν τον λόγο έχουμε τη συγκεκριμένη αυτή καθυστέρηση».
Επιπλέον σημείωσε ότι «στο κλείσιμο, στην τελική ευθεία των αξιολογήσεων, οι πιέσεις από όλες τις πλευρές εντείνονται. Και στην προηγούμενη αξιολόγηση, στην πρώτη αξιολόγηση δηλαδή, το ΔΝΤ λίγο πριν από το κλείσιμο είχε την παράλογη απαίτηση για 3,6 δισεκατομμύρια μέτρα το 2018, καθώς θεωρούσε ότι το 3,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος που αποτελεί τον στόχο του προγράμματος, δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί για το 2018. Τελικώς η απαίτηση αυτή δεν έγινε αποδεκτή και παρ' όλα αυτά η πρώτη αξιολόγηση έκλεισε. Επομένως, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι κάθε φορά δεν σημαίνει πως επειδή κάποιος ζητά κάτι το παίρνει κιόλας».
Σχετικά με τον W. Schaeuble, ο κ. Τζανακόπουλος επισήμανε ότι «η θέση του γερμανού υπουργού Οικονομικών και της Γερμανίας ήταν πάντοτε σαφής, καθώς θεωρεί ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνέχισή του. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν αποδέχεται τη βασική θέση του ΔΝΤ, που είναι η θέση για την ανάγκη απομείωσης του ελληνικού χρέους σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μειωθούν και τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 στο 1,5%. Εδώ υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση, η οποία είναι η αντίφαση του ελληνικού προγράμματος εδώ και πάρα πολύ καιρό. Δεν είναι καινούργιο, δηλαδή, αυτό. Από τη δική μας μεριά έχουμε δηλώσει, με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να προχωρήσουμε σε νομοθέτηση νέων μέτρων για μετά τη λήξη του προγράμματος. Αυτή η τοποθέτηση δεν παίρνεται πίσω, όπως καταλαβαίνετε. Και το δεύτερο πράγμα, που έχουμε πει, είναι ότι υπάρχει ανάγκη για μείωση του στόχου πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2019. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι εμείς αναλαμβάνουμε πολιτικές πρωτοβουλίες και υπάρχει στήριξη από μεγάλη μερίδα των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων για την ανάγκη να κλείσει η αξιολόγηση. Ξέρετε, το να κλείσει η αξιολόγηση δεν το θέλουμε μόνο εμείς, το θέλει η συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαίων, για να μην πω ότι το θέλουν όλοι…»
Ο ίδιος σημείωσε ακόμα ότι «η Ευρώπη έχει μπει σε μια περίοδο πολύ μεγάλης αβεβαιότητας. Το 2017 είναι μια εκλογική χρονιά για πάρα πολλές χώρες, για την Ολλανδία, για τη Γαλλία, για την ίδια τη Γερμανία. Υπάρχει ήδη η κατάσταση αβεβαιότητας στην Ιταλία. Επομένως, κανείς δεν θέλει έναν ακόμη πονοκέφαλο, ο οποίος θα προσθέσει στην αβεβαιότητα. Η γνώμη μου είναι ότι μέσα στο επόμενο διάστημα θα υπάρξουν πολιτικές εξελίξεις και θα δούμε πως θα επιτευχθεί ένας συμβιβασμός, για να μπορέσει να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Βεβαίως, αυτό χρειάζεται εποικοδομητική στάση από όλες τις πλευρές και προς αυτή την κατεύθυνση ξέρετε ότι δουλεύει η ελληνική κυβέρνηση».
Σχετικά με φήμες που κυκλοφορούν για μυστικό συμβιβασμό Ευρώπης και ΔΝΤ σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα, ο κ. Τζανακόπουλος δήλωσε οτι «εγώ δεν θέλω να σχολιάσω σενάρια που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Σας λέω, όμως, ότι οι προσπάθειες που γίνονται είναι έντονες και ότι η οποιαδήποτε συμφωνία δεν θα περιλαμβάνει, σε καμία περίπτωση, νομοθέτηση νέων μέτρων για μετά το 2018. Αυτό είναι απαράβατος όρος για να υπάρξει συμφωνία. Τώρα τα υπόλοιπα, οι τεχνικές λεπτομέρειες ή οι διάφοροι τρόποι που θα εξασφαλίσουν τη συνέχιση του προγράμματος χωρίς καθυστερήσεις, είναι προς συζήτηση και σε αυτή τη συζήτηση ξέρετε ότι δίνουμε όλες μας τις δυνάμεις. Να σας πω, όμως, ότι ήδη για το χρέος, στο οποίο αναφερθήκατε, έχουμε μία πάρα πολύ θετική απόφαση, που είναι η απόφαση για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, την οποία, μάλιστα, καταφέραμε να την εξασφαλίσουμε χωρίς να υπάρξει αντάλλαγμα νέων μέτρων και υπό το φως αυτής της εξέλιξης».
Παράλληλα, ο κ. Τζανακόπουλος αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει σε στόχους πλεονασμάτων 3,5% για δέκα χρόνια. «Εγώ σας είπα ότι στο τελευταίο Eurogroup δεν υπήρξε συμφωνία σε ό,τι αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Δεν έχω κατανοήσει από πού προκύπτει όλη αυτή η φιλολογία, το τι έχουμε κάνει δεκτό το αίτημα για δέκα έτη παράτασης» είπε χαρακτηριστικά.
Όπως εξήγησε, «το τι το έχει ζητήσει η γερμανική πλευρά, δεν σημαίνει ότι έχει γίνει αποδεκτό από την ελληνική πλευρά ή και από τους Ευρωπαίους. Η συζήτηση που αφορά τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, η συζήτηση που αφορά το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, δεν έχει κλείσει. Επομένως, ούτε τρία χρόνια 3,5% υπάρχει ούτε 10 χρόνια 3,5% υπάρχει. Αυτή τη στιγμή, το μόνο που υπάρχει είναι η συμφωνία του Ιουλίου – Αυγούστου, με όσα εκείνη προβλέπει. Σε αυτή την πορεία εμείς συνεχίζουμε, συζητάμε όπως προέβλεπε το Eurogroup του Μαΐου του 2016 για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, η οποία θα οδηγήσει σε πιθανή μείωση και των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά τη λήξη του προγράμματος. Αλλά αυτή είναι μια ανοιχτή συζήτηση, είναι μια συζήτηση που δεν έχει ολοκληρωθεί. Δεν έχει υπάρξει καμία συμφωνία, οι συζητήσεις συνεχίζονται. Αφήστε, όμως, να σας πω ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο μαύρα όσο παρουσιάζονται. Μάλλον, θα έλεγα, ότι είχαμε μια πάρα πολύ θετική εξέλιξη στο προηγούμενο Eurogroup, η οποία δεν έχει λάβει την προσοχή που της αρμόζει. Και αυτή είναι η απόφαση για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος, η οποία απόφαση ελήφθη χωρίς να υπάρξει ανάγκη να δοθούν ανταλλάγματα από την ελληνική πλευρά».
Σχετικά με τα αιτήματα που εκφράζει η κυβέρνηση στους θεσμούς για τα εργασιάκα και τη στάση της αντιπολίτευσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε, «εγώ αυτό που ήθελα να σας πω είναι ότι από τη στιγμή που το Eurogroup προχωρά στη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, αυτό σημαίνει ότι γίνεται ένα βήμα μπροστά. Αυτό σημαίνει ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό, για να μην πω προεξοφλείται, τουλάχιστον δίνεται ένα σήμα πως βαδίζουμε στην κατεύθυνση για την ύπαρξη μιας συμφωνίας, η οποία θα κλείσει και αυτόν τον κύκλο του ελληνικού προγράμματος και θα μας βάλει στην τελική ευθεία. Η κατάσταση, βεβαίως, είναι ανοιχτή. ΄Εχουν υπάρξει απαιτήσεις από τις άλλες πλευρές, οι οποίες δεν έχουν γίνει αποδεκτές. Αυτό για το οποίο δουλεύουμε, είναι να υπάρξει ένας συμβιβασμός που δεν θα περιλαμβάνει την αποδοχή παράλογων μέτρων, κοινωνικά καταστροφικών, αλλά και οικονομικά αναποτελεσματικών, όπως έχουμε πει».
Επιπλέον πρόσθεσε «δύο σχόλια θέλω να σας κάνω σε ό,τι αφορά τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από τη μία πλευρά, η αξιωματική αντιπολίτευση γνωρίζουμε ότι έχει, όλο το προηγούμενο διάστημα, εκφραστεί υπέρ μιας πολιτικής αλλαγής. Δηλαδή, επί της ουσίας, ζητά, εμμονικά κιόλας, εκλογές. Καταλαβαίνετε ότι εάν κάναμε δεκτό ένα τέτοιο αίτημα, το έχει πει εξάλλου και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, αυτό θα σήμαινε την αποτυχία του τρίτου προγράμματος, το μη κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και την αποτυχία να ακολουθήσουμε το χρονοδιάγραμμα που έχει χαραχθεί για την ελληνική οικονομία, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης το πρώτο τρίμηνο του 2017, αλλά και η δοκιμαστική έξοδος στις αγορές εντός του 2017, για να μπορέσουμε να βγούμε στις αγορές κανονικά, πλέον, το 2018, και να ξεφύγουμε από τη λογική της επιτροπείας στην οποία είναι η χώρα τα τελευταία εφτά χρόνια. Νομίζω ότι το λιγότερο που θα μπορούσε κανείς να πει γι΄ αυτή τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε ό,τι αφορά την απαίτηση για εκλογές, είναι ότι είναι ανεύθυνη, αν όχι επικίνδυνη. Όχι για την κυβέρνηση, αλλά για την ίδια τη χώρα.
Για το ενδεχόμενο εκλογών, ο κ. Τζανακόπουλος σημείωσε ότι «δεν υπάρχει καμία αγωνία. Αυτό το οποίο υπάρχει είναι η απαίτηση από τη δική μας μεριά να έχουμε σαφή τοποθέτηση εκ μέρους της Ν.Δ. σε ό,τι αφορά το ζήτημα των εργασιακών σχέσεων. Ο κύριος Μητσοτάκης έχει πολλές φορές κατηγορήσει την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν κλείνουμε στην ώρα της την αξιολόγηση. Αυτό που εγώ θα τον ρωτούσα είναι, εάν θεωρεί ότι πρέπει να κλείσει η αξιολόγηση χωρίς την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Και πραγματικά αμφιβάλω εάν η απάντηση που θα έπαιρνα θα ήταν τότε αρνητική. Διότι ο κύριος Μητσοτάκης, πάρα πολλές φορές, έχει τοποθετηθεί, λέγοντας ότι η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί μια ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς. Βεβαίως, ήρθε το κόμμα του, το ίδιο του το κόμμα –και πώς να σας το πω- και του «τράβηξε το αυτί», όπως ομολόγησε ο ίδιος ο κύριος Κακλαμάνης σε μια συνέντευξή του, εάν θυμάμαι καλά»
Για τη στάση που έχουν οι 53, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος σημείωσε ότι «εδώ μιλάμε για κορυφαίο ζήτημα σε ό,τι αφορά τη δομή του παραγωγικού μοντέλου που έχει ο καθένας στο μυαλό του. Δεν μιλάμε για επιμέρους ζητήματα στα οποία, βεβαίως, και πρέπει να υπάρχουν διαφωνίες. Αλλά είναι άλλο πράγμα να υπάρχει διαφωνία σε επιμέρους ζητήματα, σε ζητήματα στρατηγικών επιλογών και είναι άλλο ζήτημα να υπάρχει διαφωνία για το αν θα πρέπει στην Ελλάδα να γίνει αποδεκτό, τι; Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο για την αγορά εργασίας. Δηλαδή, το ευρωπαϊκό μίνιμουμ προστασίας των εργαζομένων. Ο κύριος Μητσοτάκης το ευρωπαϊκό μίνιμουμ προστασίας των εργαζομένων το έχει χαρακτηρίσει ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς.
Δεύτερο πράγμα που θα ήθελα να σας πω, είναι ότι η Ν.Δ. πρέπει να μας πει, ο κύριος Μητσοτάκης, να κλείσουμε άρον-άρον την αξιολόγηση. Συμφωνεί με τη στάση του ΔΝΤ και με την απαίτηση του ΔΝΤ, για νέα μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος;»
Σχετικά με τη στάση της κυβέρνησης και το αν τελικά επιθυμεί τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και ειδικά με ανοιχτές διαφωνίες που έχουν εκφράσει στελέχη της όπως ο Π. Σκουρλέτης και ο Δ. Παπαδημητρίου, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι «αν προσέξετε τις δηλώσεις και των δύο ξεκινούν με την αποστροφή, ότι αυτό το οποίο οφείλει να κάνει το ΔΝΤ είναι να αποφασίσει τι θέλει να κάνει». Όπως διευκρίνισε «και οι δύο είπαν ότι το ΔΝΤ, πρέπει να αποφασίσει τι θέλει να κάνει. Ο μεν κύριος Παπαδημητρίου είπε θέλουμε το ΔΝΤ, ο δε κύριος Σκουρλέτης είπε, θα μπορούσαμε και χωρίς αυτό. Αυτές οι δύο δηλώσεις δεν ξέρω για ποιο λόγο σας μοιάζουν αντιφατικές. Εμένα μου μοιάζουν συμπληρωματικές. Ως μια ενιαία δήλωση θα μπορούσε να διαβαστεί ως εξής: Το ΔΝΤ οφείλει να αποφασίσει τι θέλει να κάνει, εμείς το θέλουμε, αλλά θα μπορούσαμε και χωρίς αυτό. Αυτό γιατί σας μοιάζει αντιφατικό;», ενώ τέλος τόνισε ότι η κυβέρνηση θέλει το ΔΝΤ, αλλά χωρίς τα νέα μέτρα.
Για τον ακατάσχετο λογαριασμό για τους ελεύθερους επαγγελματίες και το πάγωμα των ασφαλιστικών ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι 31-12-2016, που δεν έχουν προχωρήσει ακόμα, αλλά και το πάγωμα των πλειστηριασμών οι οποίοι δεν πραγματοποιούνται μόνο και μόνο επειδή απέχουν οι συμβολαιογράφοι, σημείωσε ότι «το νομοσχέδιο για τα χρηματοοικονομικά είναι πιθανόν να έρθει την επόμενη εβδομάδα στη Βουλή. Είναι ακόμη υπό συζήτηση με τους θεσμούς. Και ακριβώς γι' αυτό το λόγο σας λέω ότι να περιμένετε μέχρι την επόμενη βδομάδα για να δείτε τις εξελίξεις και σε αυτά τα ζητήματα.Σε ό,τι αφορά τους πλειστηριασμούς αυτή τη στιγμή πλειστηριασμός δεν έχει γίνει σε ό,τι αφορά την πρώτη κατοικία», ενώ πρόσθεσε ότι η σχετική τροπολογία θα έρθει το συντομότερο δυνατό στη Βουλή. «Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να προσδιορίζω συγκεκριμένη ημερομηνία, αλλά το συντομότερο δυνατόν θα κατατεθεί και αυτή η τροπολογία στη Βουλή», είπε συγκεκριμένα.
Τέλος, αναφορικά με το κυπριακό, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε πως «η συνεργασία και η συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου είναι συνεχής. Δεν υπάρχουν τα σενάρια αυτά τα οποία κάποιοι φαντάστηκαν. Ο κύριος Αναστασιάδης αλλά και ο Έλληνας πρωθυπουργός τα έχουν ξεκαθαρίσει με πάρα πολλές και κοινές αλλά και κατά μόνας δηλώσεις τους. Όλοι γνωρίζουν ότι η Ελλάδα στήριξε την επανεκκίνηση των συνομιλιών. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε διαρκή συνεννόηση. Σήμερα μάλιστα ο Έλληνας πρωθυπουργός θα έχει και κατ' ιδίαν συνάντηση με τον Κύπριο ομόλογό του, τον κύριο Αναστασιάδη στο Ισραήλ. Βρισκόμαστε σε διαρκή συνεννόηση, βρισκόμαστε σε διαρκείς επαφές, έτσι ώστε να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε με επιτυχία τις συζητήσεις στο χρονοδιάγραμμα το οποίο έχει καθοριστεί για την επίλυση του Κυπριακού».