Σημείο εκκίνησης για τη νέα χρονιά, μια χρονιά προκλήσεων, που αναδεικνύεται κομβική για τη συνέχεια της κυβέρνησης και όχι μόνο, αποτέλεσε το υπουργικό συμβούλιο, το πρώτο για το 2025. Μιλώντας για τον «πρώτο κρίκο της αλυσίδας, που οδηγεί στις εκλογές του 2027», ο Κυριάκος Μητσοτάκης ουσιαστικά περιέγραψε το χρονοδιάγραμμα του κυβερνητικού σχεδιασμού, βάζοντας εξαρχής το διακύβευμα της σταθερότητας ως το μείζον, σε ένα πλαίσιο ενδεχομένως και τεκτονικών αλλαγών.
Είναι σαφές ότι το Μέγαρο Μαξίμου προβληματίζει η ρευστότητα, που απορρέει από το διεθνές περιβάλλον, ενόψει και της έλευσης Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για «μία χρονιά δύσκολη, εκτός συνόρων με πολέμους, με οικονομική αβεβαιότητα, αστάθεια σε πολλές κοινωνίες […] και με τεκτονικές ανατροπές σε αυτό που κατανοούμε ως πολιτική, αν αναλογιστούμε και όσα διαδραματίζονται πέραν του Ατλαντικού».
Η επιφυλακτικότητα που επικρατεί, προφανώς όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη, γίνεται αντιληπτή όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλάει για πρωτοφανείς εξαγγελίες που προαναγγέλλουν γεωστρατηγικές μεταβολές και αλλαγές στις ζώνες επιρροής -παραπέμποντας στις δηλώσεις του νέου Αμερικανού προέδρου για τη Γροιλανδία ή τη διώρυγα του Παναμά- και «φωτογραφίζει» τις κινήσεις Μασκ, μιλώντας για ένα «πρωτόγνωρο σκηνικό όπου παγκόσμιοι οικονομικοί παράγοντες διεκδικούν τον ρόλο διαμορφωτή της κοινής γνώμης σε πολλές χώρες, ένα φαινόμενο το οποίο και με τη συνδρομή της ακόρεστης κατανάλωσης fake news πολιορκεί τον δυτικό πολιτισμό του ορθού λόγου και της δημοκρατίας».
Εν αναμονή των απρόβλεπτων εξελίξεων, η Ευρώπη αναζητά λύσεις και η ελληνική κυβέρνηση, επίσης, προετοιμάζεται να εναρμονιστεί με αυτές, γνωρίζοντας ότι οι απαντήσεις δεν μπορεί παρά να δοθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Άλλωστε, ακόμη κι αν ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι η Ελλάδα γνωρίζει από λαϊκισμό κι έχει «πληρώσει ακριβά τόσο τις εύκολες λύσεις οι οποίες αποδείχθηκαν, τελικά, παντελώς ανέφικτες, όσο και τα μεγάλα λόγια που ενίοτε έγιναν και οδυνηρές πράξεις», τα μεγέθη είναι διαφορετικά.
Όπως διαφορετικού μεγέθους είναι και το «τσουνάμι» που μπορούν να προκαλέσουν σε επίπεδο οικονομίας και πολιτικής. Για το λόγο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτάσσει τη σταθερότητα ως το βασικότερο ζητούμενο αυτή την ώρα. «Η Ελλάδα απαντάει θετικά ως μία χώρα σταθερότητας σε έναν ασταθή κόσμο και ως μία πολιτική και κυβερνητική πλειοψηφία η οποία σήμερα εμπνέει μία σιγουριά εν μέσω απανωτών κυβερνητικών κρίσεων, από τη Γερμανία μέχρι πρόσφατα στον Καναδά, άλλη μία G7 χώρα η οποία έχει εισέλθει σε τροχιά πολιτικής δοκιμασίας» όπως είπε χαρακτηριστικά.
Στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιμούν ότι η πολιτική κυριαρχία, που διατηρούν έως σήμερα –«είμαστε μία ηγέτιδα δύναμη σήμερα σιγουριάς και ανάπτυξης» είπε ο κ. Μητσοτάκης- δεν είναι δεδομένη, «δεν είναι νομοτελειακά προδιαγεγραμμένη, εξαρτάται από τη συνέχιση της δουλειάς μας» συμπλήρωσε και αυτό είναι ουσιαστικά το μήνυμα προς το υπουργικό του συμβούλιο.
Για τους επόμενους 12 μήνες τα θέματα της οικονομίας, με κεντρική στόχευση την ενίσχυση των εισοδημάτων και της καθημερινότητας, αναδεικνύονται στα πρώτα βήματα του κυβερνητικού οδικού χάρτη. Βασικοί πυλώνες, όπως η υγεία, η εργασία, η παιδεία, οι νέοι, η δικαιοσύνη, οι υποδομές, η άμυνα και το στεγαστικό, είναι εκείνοι στους οποίους θα πέσει όλο το βάρος, παράλληλα με τη συνέχιση μεταρρυθμίσεων, που αφορούν στη λειτουργία του κράτους, όπως ο εκσυγχρονισμός του δημοσίου τομέα, ή τη θεσμοθέτηση κινήτρων για την εισαγωγή και μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο ή το πλαίσιο ρύθμισης και προστασίας για τα κρυπτονομίσματα.
Στόχος του Μεγάρου Μαξίμου είναι όχι μόνο η προώθηση του κυβερνητικού έργου, με μεγαλύτερη συνέπεια και ταχύτητα, αλλά και η αποτύπωση τελικά στην κοινωνία των παραγόμενων αποτελεσμάτων. Πρώτο και κύριο, το αποτύπωμα της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στην ελληνική κοινωνία.
Η επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, η συνέχιση της ενίσχυσης του μέσου μισθού, η συνέχιση της μείωσης της φορολογίας, παράλληλα με την αποκλιμάκωση των τιμών –και τα πρώτα στοιχεία του πληθωρισμού για το νέο έτος, που κατέγραψαν μείωση τιμών στα τρόφιμα- δημιουργούν προϋποθέσεις, που η κυβέρνηση επιδιώκει να αξιοποιήσει, δημιουργώντας αντίκτυπο στην κοινή γνώμη. Ταυτόχρονα, η αντιμετώπιση του στεγαστικού, αναδεικνύεται σε ζήτημα πρώτης προτεραιότητας, με αλλεπάλληλα προγράμματα να «τρέχουν». Στο τέλος του δρόμου, η στόχευση της κυβέρνησης είναι η περεταίρω σύγκλιση με την Ευρώπη, καλύπτοντας κενά και παθογένειες δεκαετιών.
Στον πολιτικό σχεδιασμό είναι σαφές ότι από το 2025 θα αρχίσουν να «χτίζονται» οι στοχεύσεις της επόμενης τριετίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθύνεται ολοένα και περισσότερο ειδικά στη μεσαία τάξη, ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος που δοκιμάστηκε την προηγούμενη δεκαετία, προαναγγέλλοντας παρεμβάσεις στη φορολογία της και «περαιτέρω ελαφρύνσεις».
Το νέο έτος, στο οποίο η απώλεια του Κώστα Σημίτη έφερε από τις πρώτες ημέρες στο επίκεντρο του την πολιτική, είναι κομβικό για το σύνολο του πολιτικού συστήματος, καθώς σηματοδοτείται από δύο ορόσημα -την προεδρική εκλογή και την έναρξη της Συνταγματικής Αναθεώρησης. Για το Μέγαρο Μαξίμου, είναι το έτος, που θα επιχειρηθεί και ένα «κυβερνητικό restart», ακόμη και σε πρόσωπα, καθώς ένας ανασχηματισμός θεωρείται σχεδόν αναπόφευκτος.
Για την προεδρική εκλογή, ο χρόνος μετρά αντίστροφα, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ανακοινώνει -από τις 15 Ιανουαρίου και μετά τη συνάντησή του με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου- την πρότασή του για το πρόσωπο, που θα αναλάβει τον ανώτατο πολιτειακό ρόλο. Η εξασφάλιση της ευρύτερης δυνατής πολιτικής συναίνεσης και της σύνθεσης, παράλληλα, όμως, με τη διατήρηση της συνοχής στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας, αποτελούν τα επιδιωκόμενα ζητούμενα της υποψηφιότητας, που έως σήμερα «ζυγίζει» ο πρωθυπουργός.