Στις 9 Μαΐου γιορτάζαμε την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι αρχικοί στόχοι της Ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν η Ειρήνη, η Δημοκρατία και η οικονομική ευημερία των λαών. Και οι τρεις στόχοι έχουν επιτευχθεί. Ποτέ τα κράτη της ΕΕ δεν έζησαν τόσο μακροχρόνια και σταθερή Eιρήνη, η Δημοκρατία σταθεροποιήθηκε και εμπεδώθηκε σε όλα τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τέλος οι πολίτες απολαμβάνουν την οικονομική ευημερία σε συνθήκες υψηλής κοινωνικής προστασίας.
Πολλές χώρες έχουν σαν στόχο την ένταξη τους στην Ένωση, και αγωνίζονται να τα καταφέρουν. Η Ελλάδα είναι μέλος της για περισσότερα από 40 χρόνια. Πόσο έχουμε ενσωματωθεί στην Ένωση; Πόσο Ευρωπαίοι αισθανόμαστε;
Σε ένα προεκλογικό πάνελ άκουσα έναν υποψήφιο βουλευτή να λέει: «Μα οι μετανάστες έρχονται εδώ και μετά φεύγουν για την Ευρώπη. Στην Ευρώπη θέλουν να πάνε, δεν θέλουν να μείνουν εδώ». Η φράση αυτή και μόνο έπρεπε να προκαλέσει την αντίδραση των άλλων συμμετεχόντων στο πάνελ καθότι οι ιεροκήρυκες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θεωρούν την Ελλάδα σαν NONEUROPELAND.
Ότι η χώρα μας δεν είναι Ευρώπη αλλά κάτι μεταξύ της Ευρώπης και του τίποτα. Μια γκρίζα ζώνη. Μια ζώνη του πουθενά. Κανείς δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι ο πολιτευτής θεωρούσε την Ευρώπη σαν κάτι ξένο. Κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε για το ότι εμείς δεν είμαστε Ευρώπη. Βέβαια, όλοι μας υποστηρίζουμε ότι η Ελλάδα, η αρχαία όχι η σύγχρονη, έδωσε τα φώτα του πολιτισμού και δίδαξε τη Δημοκρατία στην Ευρώπη.
Δεν έχω ακούσει ποτέ στο Βέλγιο να λέει κάποιος ότι οι μετανάστες θέλουν να πάνε στην Ευρώπη για τον απλούστατο λόγο ότι αισθάνονται ότι είναι Ευρώπη. Μήπως η αντίδραση αυτή των Ελλήνων έχει τις ρίζες της στο γεγονός ότι είμαστε περιφερειακό κράτος της Ένωσης, ότι δεν είμαστε στην καρδιά της Ευρώπης; Αλλά κι άλλες χώρες δεν είναι στο κέντρο, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Φινλανδία και η Σουηδία και όμως όπως θα δούμε παρακάτω αισθάνονται πολύ πιο Ευρωπαίοι από εμάς.
Πόσο Ευρωπαίοι και πόσο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση αισθανόμαστε εμείς; Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα σχολιάσουμε απαντήσεις από ερωτήματα που ερεύνησε το τελευταίο ΕΥΡΩΒΑΡΟΜΕΤΡΟ (Ιανουάριος 2023). Ο παρακάτω πίνακας δίνει τις απαντήσεις σε δύο ξεχωριστά ερωτήματα: καταρχάς πόσο κοντά στην Ευρώπη και στη συνέχεια πόσο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση αισθανόμαστε. Οι απαντήσεις αφορούν τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ και τη Μεγάλη Βρετανία, τη μόνη χώρα εκτός ΕΕ.
Το διπλό αυτό ερώτημα έχει ενδιαφέρον γιατί υπάρχουν πολίτες που αισθάνονται Ευρωπαίοι αλλά δεν αισθάνονται κατ‘ ανάγκη και κοντά στην ΕΕ. Το παρατηρούμε αυτό σε όλες τις χώρες, με εξαίρεση τη Ρουμανία.
Παρατηρούμε ότι στην Ελλάδα έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό των πολιτών που αισθάνονται κοντά στην Ευρώπη, 47% μόνο. Σε όλες τις άλλες χώρες η απόλυτη πλειοψηφία αισθάνονται κοντά στην Ευρώπη. Η ερώτηση αυτή δείχνει ότι παρόλο που υποστηρίζουμε ότι είμαστε η κοιτίδα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού δεν αισθανόμαστε μέρος αυτού του κόσμου.
Στο δεύτερο ερώτημα πόσο κοντά αισθανόμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση η Ελλάδα καταλαμβάνει και πάλι την τελευταία θέση. Το ποσοστό είναι μόνο 39% και μαζί με την Εσθονία με 45% και την Τσεχία με 46% είναι οι μόνες χώρες μέλη της ΕΕ όπου οι αρνητικές γνώμες είναι περισσότερες από τις θετικές. Είναι ακριβώς τα ποσοστά του δημοψηφίσματος του 2015. Είναι εντυπωσιακό πως οχτώ χρόνια μετά το δημοψήφισμα τα ποσοστά αυτά δεν έχουν αλλάξει καθόλου.
Παρατηρούμε ότι στις άλλες περιφερειακές χώρες οι πολίτες αισθάνονται πολύ περισσότερο Ευρωπαίοι από εμάς και πολύ πιο κοντά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει τους Έλληνες τόσο ευρωσκεπτικιστές; Αν αναλογισθούμε ότι η Ελλάδα είναι το κράτος που απορρόφησε τα περισσότερα ευρωπαϊκά κονδύλια ανά κεφαλή τότε ο ευρωσκεπτικισμός είναι ακόμη πιο δύσκολο να εξηγηθεί. Η χώρα που ευεργετήθηκε περισσότερο από όλες τις άλλες να είναι τόσο αρνητική δεν έχει δικαιολογία. Πόσα έργα υποδομών δεν θα υπήρχαν γύρω μας αν δεν είχαμε τα κοινοτικά κονδύλια;
Οι ποιοτικές αναλύσεις δεν βοηθούν περισσότερο να καταλάβουμε τις αιτίες αυτού του φαινομένου.‘Όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει σε άλλες αναλύσεις τα ποσοστά των ατόμων που αυτοπροσδιορίζονται σαν αριστεροί έχουν πολύ υψηλό ποσοστό ευρωσκεπτικισμού. Το ίδιο και το ποσοστό των ατόμων που σταμάτησαν το σχολείο στο Δημοτικό. Δεν βρίσκουμε καμία άλλη μεγάλη διαφοροποίηση στην ανάλυση των δημογραφικών ερωτήσεων.
Ας προσπαθήσουμε όμως να αναλύσουμε τους διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν την κοινή γνώμη.
Μήπως το μνημόνιο μας αποξένωσε από την Ευρώπη; Δύσκολο να το υποστηρίξει κανείς αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι τα κράτη μέλη που είχαν αντίστοιχες εμπειρίες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία έχουν θεαματικά υψηλά ποσοστά. Το 62% των Ιρλανδών αισθάνονται ισχυρούς δεσμούς με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντίστοιχο είναι και το ποσοστό των Πορτογάλων.
Στην Ισπανία το ποσοστό ξεπερνά το 70%. Δεν είναι το μνημόνιο που δημιούργησε αυτό το κλίμα αλλά ακριβώς ο ευρωσκεπτικισμόςπου δυσκόλεψε την αποδοχή των αναγκαίων μέτρων για την εξυγίανση της Οικονομίας, με αποτέλεσμα η προσαρμογή να είναι πιο μακροχρόνια και πιο επώδυνη από ότι στις άλλες χώρες. Το πρόσθετο κόστος από τις καθυστερήσεις το πλήρωσε ο ίδιος ο λαός. Βοήθησε όμως πολύ σε πολιτικές καριέρες. Πολιτικοί που ούτε στο όνειρό τους δεν θα έβλεπαν την Βουλή έγιναν ρυθμιστές της πολιτικής ζωής.
Μήπως είναι τα κόμματα που είναι ευρωσκεπτικιστικά; Η αριστερά έχει ένα σαφή αντιδυτικό, αντιευρωπαϊκό λόγο. Έχει ταυτίσει την ΕΕ με δεξιά πολιτική και αντικοινωνικό κράτος. Είναι βέβαια περίεργο που η κατεξοχήν νεοφιλελεύθερη πολιτικός η Θάτσερ κατηγορούσε την ΕΕ για τον αντίθετο λόγο: Την φιλεργατική και προστατευτική πολιτική της στο βαθμό που ζήτησε και επέτυχε την εξαίρεση της χώρας της από την κοινωνική πολιτική. Αν και η Νέα Δημοκρατία έχει μια ξεκάθαρη φιλοευρωπαϊκή πολιτική, τα άλλα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα υποστηρίζουν ευρωσκεπτικιστικές ιδεολογίες.
Δεν είναι τυχαίο ότι στα καταστατικά των κομμάτων δεν υπάρχουν αναφορές στον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Μπορούμε να βρούμε κάτι γενικόλογα για μια άλλη Ευρώπη που πιο πολύ υπάρχουν σαν δικαιολογίες του αντιευρωπαϊσμού και εξηγούν γιατί δεν θέλουμε αυτήν την Ευρώπη παρά σαν προτροπή για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Το γεγονός αυτό, η απουσία μιας ξεκάθαρης Ευρωπαϊκής προοπτικής, δημιουργεί και την διγλωσσία στα κόμματα που υποτίθεται ότι είναι φιλοευρωπαϊκά, άλλα δύσκολα κρύβουν τον αντιευρωπαϊσμό τους. Έτσι στην ίδια την κυβέρνηση υπάρχουν πολιτικοί που θέλουν την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και υπάρχουν πολιτικοί που βλέπουν την Ευρώπη σαν κάποιο ταμείο που πρέπει να πάρουμε τα κονδύλια και κατηγορούν με την πρώτη ευκαιρία τις Βρυξέλλες.
Μήπως είναι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που έχουν πολλές φορές σκληρό κριτικό λόγο. Σπάνια θα ακούσουμε κάτι θετικό για την Ευρώπη. Πολλοί είναι οι δημοσιογράφοι που απλοποιώντας διαδικασίες και καταστάσεις κάνουν αυστηρή κριτική και χλευάζουν το σύστημα με το οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις. Ξεχνούν βέβαια ότι κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να μπλοκάρει μια απόφαση. ‘Άλλωστε η Ελλάδα το έχει κάνει ή έχει απειλήσει ότι θα το κάνει αρκετές φορές.
Μήπως είναι κάποιοι ακραίοι εκκλησιαστικοί κύκλοι του ταυτίζουν την Ευρώπη με την Καθολική εκκλησία και επηρεάζουν ένα μεγάλο κομμάτι του Ορθόδοξου κόσμου;Η Ευρώπη φαντάζει σαν εχθρός της Ορθοδοξίας που θέλει να την αλώσει και να αλλοιώσει την πίστη της.
Ίσως, να είμαστε Έθνος ανάδελφο όπως έλεγε πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δεν είναι όμως οι άλλοι που μας απορρίπτουν αλλά εμείς που τους απορρίπτουμε.
Δύσκολο να απαντήσει κανείς με σαφήνεια στις αιτίες της αντιδυτικής στάσης των Ελλήνων.
Το παράδοξο είναι ότι θέλουμε να γίνουμε σαν την Δανία να έχουμε δηλαδή το οργανωμένο κράτος, την διαφάνεια, τον πολιτισμένο πολιτικό λόγο, την αξιοκρατία, το κοινωνικό κράτος αλλά κανένας δεν θέλει να αλλάξει έστω και λίγο για να προχωρήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση. Ο τοξικός πολιτικός λόγος που συντηρείται από μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ και από τα κοινωνικά δίκτυα δεν επιτρέπει την συναίνεση. Ο πολιτικός διάλογος θυμίζει περισσότερο οπαδική βία παρά ανταλλαγή απόψεων πολιτικών. Πολλοί δημοσιογράφοι έχουν αλλάξει την δημοσιογραφική τους ταυτότητα με την κομματική.
Η χώρα τρέφει τον λαϊκισμό και τρέφεται από τον λαϊκισμό. Έχουμε από τα υψηλότερα ποσοστά λαϊκισμού στην Ευρώπη αν όχι το υψηλότερο. Είναι όμως τόσο κακό που οι Έλληνες δεν αισθάνονται Ευρωπαίοι; Δεν θα ήταν προβληματικό αν δεν ήταν η έκφραση της κατάστασης που αποτελεί τροχοπέδη για τις απαραίτητες αλλαγές στην κοινωνία. Είναι η ιδεολογία που ασπαζόμαστε για να εμποδίσουμε την εξέλιξη και να κρατηθούμε στο παρελθόν που δεν υπάρχει.
Ο ευρωσκεπτικισμός είναι η πλατεία στην οποία συναντιέται όχι μόνο η ακροδεξιά με την ακροαριστερά αλλά βρίσκουμε το 60% των συμπολιτών μας. Είναι πιο εύκολο να ψωνίσεις στο 60% παρά στο 40% τελικά. Βέβαια ακούγοντας τους πολλούς πολιτικούς και δημοσιογράφους μας στις τηλεοράσεις καταλαβαίνεις ότι όντως μάλλον δεν έχουμε και μεγάλη σχέση με την Ευρώπη.