H υπεροχή Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου, ακόμη και μετά τις υποκλοπές, πρέπει να προβληματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Και να τον οδηγήσει να βρει γιατί οι ψηφοφόροι της «μεσαίας τάξης» δεν προσεγγίζουν το κόμμα, ακόμη και όταν έχουν λόγους να απομακρυνθούν από το κυβερνών, όπως λέει στο Liberal o διευθύνων σύμβουλος της Pulse Γιώργος Αράπογλου.
Επισημαίνει ότι στις πρώτες θέσεις των παραγόντων που θα κρίνουν τις επόμενες εκλογές είναι η ακρίβεια, κυρίως το ποιοι προσφέρουν τις περισσότερες εγγυήσεις για ασφαλή διαχείριση σε δύσκολους καιρούς.
Όσο για το ερώτημα αν είναι εφικτός ο στόχος για αυτοδυναμία, απαντά ότι απαιτείται ένα ποσοστό 46-47%, το οποίο μαθηματικά τουλάχιστον, μπορεί να επιτευχθεί μόνο από μετεκλογική συνεργασία κομμάτων, ενδεχόμενο ούτε εύκολο, ούτε απλό.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις που έγιναν μετά τη ΔΕΘ, με πρώτη και μεγαλύτερη αυτή της Pulse RC για το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΪ, καταγράφεται μια σχεδόν αμετάβλητη εικόνα του πολιτικού σκηνικού, παρά την όποια κυβερνητική φθορά. Πού να το αποδώσουμε;
Έχετε δίκιο. Αφού οι αυξομειώσεις που καταγράφονται δεν ξεπερνούν το περιθώριο του δειγματοληπτικού σφάλματος, έχουμε μια λίγο-πολύ παρόμοια, με τα μέσα του καλοκαιριού, εικόνα. Αφήσαμε, τον Ιούλιο, τη διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων στις 7,5 (Πρόθεση Ψήφου) με 8 (Πρόθεση Ψήφου με αναγωγή) ακέραιες μονάδες και καταλήξαμε, στην τελευταία από τις τρεις έρευνες του Σεπτεμβρίου, στην ίδια διαφορά με μικρές διαφοροποιήσεις στα ποσοστά των κομμάτων.
Προφανώς, οι βασικές παράμετροι ικανοποίησης, εμπιστοσύνης και αξιολόγησης της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης από τους ψηφοφόρους, δεν έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά, παρά τα όσα συνέβησαν, τα παράπονα και την όποια φθορά...
Στο ερώτημα για την αξιολόγηση των πολιτικών αρχηγών κατά τις ομιλίες τους στην ΔΕΘ, οι πολίτες που αυτοχαρακτηρίζονται ως Κεντρώοι, κρίνουν θετικά σε ποσοστό 48% την παρουσία Μητσοτάκη, έναντι 26% που θεωρούν το ίδιο για την παρουσία Τσίπρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να μην μπορεί να αυξήσει την απήχησή του σε αυτή την ομάδα ψηφοφόρων;
Θυμίζω ότι στον χώρο του Κέντρου, ρόλο και απήχηση διεκδικεί με αξιώσεις και το ΠΑΣΟΚ και ο πρόεδρός του, Νίκος Ανδρουλάκης. Πρόκειται για μια σκληρή μάχη που θα διατηρηθεί μέχρι την ημέρα των εκλογών και θα κρίνει πολλά. Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να την παρακολουθούμε, όπως ήδη κάνει η Pulse RC στις δημοσκοπήσεις της.
Σε αυτό τον χώρο, ο Πρωθυπουργός πρωταγωνιστεί αφού καταγράφει υψηλότερη απήχηση, στα σχετικά ερωτήματα, από τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και μετά από το πρόσφατο θέμα των τηλεφωνικών υποκλοπών. Η διαπίστωση αυτή θα πρέπει να προβληματίσει τους ανθρώπους της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και να τους οδηγήσει να αναζητήσουν τους λόγους που οι Κεντρώοι ψηφοφόροι, κυρίως μετριοπαθείς ψηφοφόροι του «μεσαίου» χώρου - της «μεσαίας» τάξης, δεν «προσεγγίζουν» το κόμμα τους σε μεγαλύτερο βαθμό, ακόμα και όταν έχουν λόγους να απομακρυνθούν από το κυβερνών.
Από την άλλη πλευρά, τα «εύσημα» και η όποια εμπιστοσύνη έχουν κερδίσει ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση στη διαχείριση κρίσεων λειτουργούν ως ισχυρός «μαγνήτης» που τους κρατά κοντά τους, ιδιαίτερα σε δύσκολους καιρούς όπως οι τωρινοί - και όσο βέβαια δεν μπορεί κάποιος άλλος να τους «γοητεύσει».
Ποια θα είναι η παράμετρος που θα κρίνει τις επόμενες κάλπες; Η έκταση που θα προσλάβει η ακρίβεια και η πιο αποτελεσματική διαχείρισή της;
Όπως έχουμε ξανασυζητήσει, όλα τα θέματα θα έχουν το ρόλο τους, άλλα μεγαλύτερο και άλλα μικρότερο. Η ακρίβεια και οι αυξήσεις τιμών, όπως έδειξε και η πρόσφατη τριπλή δημοσκόπηση της Pulse RC, θα βρίσκεται -με τα σημερινά δεδομένα- στις πρώτες θέσεις, αν όχι στην πρώτη. Από κοντά, το ενεργειακό πρόβλημα και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Λίγο ή πολύ όλα τα θέματα -και η πορεία τους- θα παίξουν κάποιο ρόλο και θα αναδειχθούν, αργά ή γρήγορα στο δρόμο προς τις εκλογές. Ως κατάληξη, εκτιμώ, θα κληθούμε να κρίνουμε και να επιλέξουμε ποιος ή ποιοι προσφέρουν τις περισσότερες εγγυήσεις για την ασφαλή και επωφελή διαχείριση σε δύσκολους καιρούς!
Με βάση τη σημερινή εικόνα, πόσο εφικτός είναι ο στόχος για αυτοδυναμία στις κάλπες;
Η αυτοδυναμία ενός κόμματος (του πρώτου…) την πρώτη Κυριακή με απλή αναλογική είναι πολύ δύσκολη - με τη σημερινή δημοσκοπική εικόνα, απίθανη. Το πρώτο κόμμα πρέπει να συγκεντρώσει ποσοστό 46% - 47% - όταν το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων που δεν θα ξεπεράσουν το όριο εκπροσώπησης στη Βουλή κυμαίνεται μεταξύ 6%-8%. Πρόκειται για ποσοστό αρκετά υψηλό, που όμως, μαθηματικά τουλάχιστον, μπορεί να επιτευχθεί από μετεκλογική συνεργασία κομμάτων. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν είναι εύκολο, ούτε απλό.
Εκτός από τις αναμενόμενες δυσκολίες στην υλοποίηση αλλά και στην πορεία μιας συνεργασίας πολλών κομμάτων, οι μέχρι σήμερα τοποθετήσεις των περισσότερων κομμάτων δεν δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Βέβαια, θα πω και πάλι ότι μετά από κάθε εκλογική μάχη ξημερώνει μια άλλη μέρα, το πολιτικό τοπίο δεν είναι υποχρεωτικά το ίδιο και η οπτική και οι επιλογές κομμάτων και ηγεσιών μπορεί να αλλάξουν...
Με αφορμή τη σημερινή μας συζήτηση για τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, υπάρχουν δυο-τρία σημεία που ιδιαίτερα τώρα, με εθνικές εκλογές στον ορίζοντά μας, θα ήθελα να υπενθυμίσω για άλλη μια φορά σε κάθε αναγνώστη μιας δημοσκόπησης. Χωρίς να εξαντλώ το θέμα…
Πρώτο: συγκρίνουμε δημοσκοπήσεις της ίδια εταιρείας και μεθοδολογίας. Για αυτό και είναι χρήσιμο, σε κάθε παρουσίαση, να αναφέρουμε τα αμέσως προηγούμενα αποτελέσματά (ή και πρόσφατες χρονοσειρές) ώστε να είναι εύκολη και άμεση η επισήμανση των διαφοροποιήσεων και των τάσεων.
Δεύτερο: αν χρειαστεί να αναφερθούμε ή να συγκρίνουμε αποτελέσματα διαφορετικών εταιρειών και μεθοδολογιών, είναι απαραίτητο να συγκρίνουμε αντίστοιχα μεγέθη. Δεν είναι σωστό να παρατίθενται αποτελέσματα διαφορετικών εταιρειών που άλλα αφορούν «Πρόθεση Ψήφου με όλες τις απαντήσεις», άλλα «Πρόθεση Ψήφου με Αναγωγή» και άλλα «Εκλογική εκτίμηση»!
Τρίτο: οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις δεν αποτελούν «πρόβλεψη» εκλογικού αποτελέσματος και όταν τις διαβάζουμε πρέπει να θυμόμαστε ότι έχουν περιθώρια σφάλματος και ποσοστά «Αναποφάσιστων» που δεν γνωρίζουμε -ούτε μπορούμε- να μαντέψουμε με ακρίβεια την τελική συμπεριφορά τους, αφού άλλωστε σημαντικό ποσοστό πολιτών μπορεί να αποφασίσει ακόμα και την ίδια ημέρα των εκλογών!