Η απόφαση της διοίκησης της ΔΕΗ να προχωρήσει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου χωρίς να συμμετάσχει σε αυτήν το Ελληνικό Δημόσιο, είναι μια πρώτη φάση στην ιδιωτικοποίηση, κατά τα πρότυπα του ΟΤΕ. Το Ελληνικό Δημόσιο θα κρατήσει προς το παρόν το μάνατζμεντ, διατηρώντας το 34% των μετοχών. Ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, αν αναλογιστούμε πως σε επιχειρήσεις αναλόγου μεγέθους ο βασικός μέτοχος κατέχει 5-10%.
Παράλληλα, με την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου η εταιρεία θα βάλει στα ταμεία της περί τα 750 εκατομμύρια ευρώ.
Αυτή είναι η οικονομική διάσταση του γεγονότος. Γιατί υπάρχει και η πολιτική διάσταση, κάτι που ερμηνεύει την άρον-άρον συνάντηση του Α. Τσίπρα με τη ΓΕΝΟΠ.
Κάθε πολιτική αποκρατικοποίησης σημαίνει πως κόβεται και ένας επιβλαβής ιμάντας που συνδέει μια επιχείρηση με το Δημόσιο. Περιορίζονται σε πρώτη φάση, τα φαινόμενα διαφθοράς και κακοδιαχείρισης που τελικά επιβαρύνουν τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας.
Είναι γνωστό ότι οι κυβερνήσεις ασκούν πολιτική μέσω των εταιρειών που ελέγχει το κράτος, ενώ παράλληλα σε αυτές τις εταιρείες γιγαντώνεται ο λεγόμενος κρατικός, παρασιτικός συνδικαλισμός. Ένα τέρας που άρχισε να μορφοποιείται στη δεκαετία του '70 και αποτέλεσε έναν από τους βασικούς βραχίονες, στη συγκεκριμένη ιστορική φάση, της ανόδου του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Τότε τρείς ήταν οι βασικοί πυλώνες αυτής της πορείας. Η ΟΛΜΕ, η ΔΟΕ, η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ και επικουρικά η πανίσχυρη τότε ΟΤΟΕ. Αργότερα αυτά τα τέρατα αυτονομήθηκαν και στράφηκαν και εναντίον του ίδιου του ΠΑΣΟΚ.
Οι αποκρατικοποιήσεις και το άνοιγμα της αγοράς σε νέους παίκτες αναδιαμόρφωσε το τοπίο και στο συνδικαλιστικό χώρο, με σαφείς πολιτικές προεκτάσεις. Σήμερα ποιος θυμάται την πανίσχυρη ΟΜΕ-ΟΤΕ, που ουσιαστικά συνδιοικούσε τον πολύπαθο Οργανισμό; Ποιος θυμάται τα σωματεία του Λιμένα Πειραιά; Ποιος θυμάται το συνδικάτο της «Ολυμπιακής Αεροπορίας»; Για να μη μιλήσω για την ΕΡΤ. Οι απεργίες που εξαγγέλλει, όσες ελάχιστες φορές το κάνει, ουδένα απασχολούν.
Αυτή η αποδυνάμωση των συγκεκριμένων συνδικάτων έχει άμεσο αντίκτυπο και στην πολιτική επιρροή εκείνων των κομμάτων που έχουν ισχυρές προσβάσεις στις ηγεσίες τους. Ανατρέπει το πολιτικό σκηνικό, καθώς η Αριστερά κυρίως χάνει όπλα που μπορεί να φθείρουν τις κυβερνήσεις. Αναμφίβολα οι πολυήμερες απεργίες της ΟΤΟΕ δεν επηρέαζαν μόνον την οικονομία, αλλά προκαλούσαν δυσαρέσκεια και για τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Το ίδιο όταν και η ΓΕΝΟΠ κατέβαζε τους διακόπτες.
Αυτό το καθεστώς των εκβιασμών των «ρετιρέ», όπως έφτασε στο σημείο να αποκαλεί ο Α. Παπανδρέου αυτά τα συνδικάτα, αργοπεθαίνει μαζί με την παρουσία του Δημοσίου στους χώρους όπου δραστηριοποιούνται.
Συγχρόνως σπάει και ένας κύκλος που αφορά τις συνεργασίες αυτών των κρατικών επιχειρήσεων με προνομιακούς προμηθευτές που, στις αλήστου μνήμες εποχές, αποκλήθηκαν «εθνικοί προμηθευτές». Η αμαρτωλή αυτή σχέση, που γέννησε τη διαφθορά και τη διαπλοκή των επιχειρηματιών με τους πολιτικούς είχε καταργήσει κάθε έννοια ανταγωνισμού.
Δεν είναι τυχαίες λοιπόν οι κραυγές της Αριστεράς με το τετριμμένο σύνθημα για «ξεπούλημα». Κανένα ξεπούλημα δεν γίνεται όταν μπαίνουν στα ταμεία μιας επιχείρησης 750 εκατομμύρια. Το μόνο που γίνεται είναι το τσάκισμα μιας καταχρηστικής ισχύος, αυτής των συνδικάτων, που ταλαιπωρούσε για δεκαετίες την οικονομία και την κοινωνία.