Την πεποίθησή του ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα εγκρίνει το τεκμηριωμένο και ώριμο, όπως το χαρακτήρισε, αίτημα της Ελλάδας για την απόκτηση των αμερικανικών μαχητικών F-35 εξέφρασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ.
Αρχικά, στάθηκε στην παρατήρηση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ ότι 30 χρόνια διπλωμάτης δεν θυμάται ποτέ τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις να είναι σε τόσο καλό επίπεδο.
Ο πρωθυπουργός σημείωσε πως αυτό είναι το αποτέλεσμα πολύ συστηματικής δουλειάς της κυβέρνησης η οποία, είπε, έχει ενισχύσει το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας και την έχει κατατάξει σαν μία χώρα που είναι παράγοντας σταθερότητας σε μία περιοχή η οποία δοκιμάζεται από πολλές αναταράξεις.
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι αυτή η σχέση έχει θετικό αποτύπωμα σε πολλά διαφορετικά επίπεδα, στην οικονομία, αλλά και στο αμιγώς γεωπολιτικό επίπεδο, όπου οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν ενισχυθεί σημαντικά, ως αποτέλεσμα και της ενίσχυσης της στρατιωτικής σχέσης που έχουμε με τις ΗΠΑ.
«Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταθέσει ένα τεκμηριωμένο αίτημα για την απόκτηση αεροσκαφών F-35. Εκτιμώ ότι αυτό το αίτημα είναι ώριμο και θα εγκριθεί κατά την άποψή μου σχετικά σύντομα από τις αμερικανικές αρχές, δηλαδή από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ήδη έχει εξασφαλιστεί η σύμφωνη γνώμη του Κογκρέσου, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε με μια σημαντική αγορά η οποία θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις Ένοπλες Δυνάμεις και ειδικά την Αεροπορία της χώρας», τόνισε, ενώ για τα F-16 της Τουρκίας επανέλαβε ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις δεν ετεροπροσδιορίζονται, «ούτε είμαστε εμείς αυτοί που θα βάλουμε κάποιο φρένο ή έχουμε τη δυνατότητα να επηρεάσουμε την πώληση αμυντικού υλικού σε μια άλλη χώρα».
Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε πως είναι αυτονόητο ότι σε μια συμμαχία δεν γίνεται αμυντικό υλικό να χρησιμοποιείται πχ για υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά.
«Αλλά εγώ κρατώ το καλό κλίμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων των τελευταίων μηνών και θέλω να πιστεύω ότι αυτές οι εποχές της μεγαλύτερης έντασης έχουν πια μείνει πίσω μας και ανήκουν στο παρελθόν», πρόσθεσε.
Ο κ. Μητσοτάκης μετά από σχετική ερώτηση ανέφερε ότι σε δύιο εβδομάδες θα πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες για ένα μεγάλο επενδυτικό forum στη Νέα Υόρκη, «προκειμένου να μπορέσουμε να παρουσιάσουμε και στους Αμερικανούς επενδυτές τη μεγάλη επιτυχία της ελληνικής οικονομίας και να μπορέσουμε να κεφαλαιοποιήσουμε τις σημαντικές θετικές εξελίξεις των τελευταίων ετών».
Επ' αυτού είπε ότι θα βρεθεί και κοντά στην ομογένεια στο Σικάγο, ενώ θα έχει ψηφιστεί το νομοσχέδιο της επιστολικής ψήφου που θα ανοίξει ουσιαστικά τις πόρτες στους ομογενείς που είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου.
«Μια πολύ μεγάλη τομή, μια μεγάλη δημοκρατική κατάκτηση για τη χώρα μας και ένα πάγιο αίτημα του παγκόσμιου ελληνισμού το οποίο επιτέλους ικανοποιείται», υπογράμμισε.
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά την πρόσφατη επίσκεψη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα και το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη, ο Πρωθυπουργός είπε ότι «δεν είμαστε κοντά στο να πάμε στη Χάγη, αλλά σίγουρα δεν είμαστε τόσο μακριά όσο ήμασταν πριν από έναν χρόνο».
Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως έχουμε πετύχει σημαντική εξομάλυνση στις σχέσεις μας με την Τουρκία η οποία αποτυπώνεται και στο πεδίο, με σημαντικότατη μείωση, αν όχι μηδενισμό, της τουρκικής προκλητικής συμπεριφοράς.
«Έχουμε καταφέρει να υπογράψουμε μια συμφωνία για ταξίδια Τούρκων πολιτών στα ελληνική νησιά χωρίς βίζα. Κάτι το οποίο επιθυμούσαν διακαώς οι νησιώτες μας. Μια συμφωνία που θα τεθεί σε εφαρμογή από τον ερχόμενο Μάρτιο. Θα την εκμεταλλευτούν, δηλαδή, αυτή την συμφωνία 10 ελληνικά νησιά ολόκληρη την άνοιξη, το καλοκαίρι και πιστεύω ότι είναι μια συμφωνία η οποία θα ισχύσει στο διηνεκές», συνέχισε, ενώ αναφέρθηκε στην ενίσχυση των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών και στην καλύτερη συνεργασία τους στο προσφυγικό - μεταναστευτικό και έχουμε δει σημαντική μείωση των ροών τους τελευταίους μήνες.
«Το κλίμα, η σημειολογία, οι εικόνες, αυτά τα οποία λέγονται, αυτά τα οποία δεν λέγονται από τουρκικής πλευράς, βοηθούν στο να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων με περισσότερη αισιοδοξία», συμπλήρωσε.
«Και ναι, να μπορέσουμε σταδιακά να μπούμε και στον πυρήνα της διαφοράς μας, που δεν είναι άλλος από την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δηλαδή, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Θυμίζω ότι αυτό είναι ένα θέμα το οποίο δεν έχει επιλυθεί εδώ και δεκαετίες. Είναι ένα πολύ δύσκολο θέμα. Η γεωγραφία στο Αιγαίο δε, το κάνει ακόμα πιο περίπλοκο. Δεν έχω, λοιπόν, αυταπάτες ότι το θέμα αυτό θα λυθεί από τη μία στιγμή στην άλλη. Όμως, θα το προσεγγίσουμε με καλή διάθεση, έχοντας ξεκάθαρες τις κόκκινες γραμμές τις οποίες πιστεύω ότι κάθε ελληνική κυβέρνηση θέτει όταν συζητά τα θέματα αυτά. Εκμεταλλευόμενοι, όμως, ένα γενικότερο καλό κλίμα, το οποίο από μόνο του, θα έλεγα, ήδη έχει δώσει ένα σημαντικό θετικό αποτύπωμα», επισήμανε.
Ερωτηθείς αν η επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφοράς αποτελεί για τον ίδιο προσωπικό στοίχημα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε πως δεν νομίζει ότι θα υπήρχε Έλληνας πρωθυπουργός ο οποίος θα έλεγε ότι δεν θα ήθελε με κάποιο τρόπο να το επιλύσει, αρκεί να το κάνει με όρους οι οποίοι θα είναι συμφέροντες για την πατρίδα. «Προφανώς ένα τόσο δύσκολο θέμα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί υπό οποιαδήποτε άλλη οπτική γωνία», τόνισε, ενώ είπε πως και μην μπορέσουμε να λύσουμε το ζήτημα αυτό, πρέπει να μπορούμε να μάθουμε να ζούμε με την Τουρκία και με τις διαφορές μας και να έχουμε μία καλή σχέση, χωρίς να φτάνουμε στα όρια.
«Χωρίς να σημαίνει κάθε τρεις και λίγο κάποιος κόκκινος συναγερμός και χωρίς να υιοθετείται, από πλευράς Τουρκίας, μία ρητορική πολύ επιθετική η οποία αμφισβητεί ευθέως κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα. Είμαστε στο σημείο αυτό. Από την άλλη, δεν είμαι αφελής, έχω δει πολλές οβιδιακές μεταμορφώσεις της τουρκικής ηγεσίας, αλλά αυτή τη φορά, έχοντας κάνει πια τρεις συναντήσεις με τον πρόεδρο Ερντογάν από τις εκλογές και μετά, είμαι πολύ πιο αισιόδοξος ότι «το νερό έχει μπει στο αυλάκι» και τουλάχιστον μπορούμε να κρατήσουμε ως κεκτημένο αυτή τη σημαντική εξομάλυνση των σχέσεών μας, ασχέτως του τι θα γίνει τελικά με τη μεγάλη μας διαφορά», πρόσθεσε.