Παρακολουθώ, όπως όλοι οι Έλληνες υποθέτω, τις εξελίξεις στα κόμματα της αντιπολίτευσης μετά από τις εκλογές της 21ης Μαΐου. Ιδιαίτερα από την άποψη του μάνατζμεντ, θεωρώ ότι οι κ.κ. Τσίπρας και Ανδρουλάκης επιχειρούν κάτι τολμηρό - να ανατρέψουν κάθε έννοια κοινής λογικής, ερωτοτροπώντας όλο και πιο έντονα με την πολιτική αυτοκαταστροφή.
Αποκαλύπτοντας, εκτός πολλών άλλων, την πρόθεσή τους να επιβάλλουν μια άδικη, ισοπεδωτική φορολογία στην παραγωγική μεσαία τάξη, μόνο και μόνο για να εκπληρώσουν τις ουτοπικές, προ πολλού χρεοκοπημένες, αυταπάτες τους.
Ταυτόχρονα, σε ό,τι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ αναρωτιέμαι - και δεν είμαι ο μόνος: Σε ποιον άλλον οργανισμό ένας πιστοποιημένα αποτυχημένος ηγέτης, ύστερα από τουλάχιστον πέντε αλλεπάλληλες ήττες θα παρέμενε ακλόνητος στη θέση του; Σε ποιον φορέα, ιδιωτικό ή δημόσιο, η υπεύθυνη επικοινωνίας θα δήλωνε παραίτηση και δεν θα γινόταν δεκτή ύστερα από ένα τόσο ηχηρό χαστούκι όσο η διαφορά των 20 μονάδων στις τελευταίες εκλογές; Κι όμως, στον ΣΥΡΙΖΑ η στοιχειώδης λογική έχει μείνει έξω από την αίθουσα όπου πλέον συσκέπτεται η περιβόητη «Εκλογική Επιτροπή».
Ο κ. Τσίπρας παραμένει, ομοίως και η κα Τσαπανίδου. Και εμμένουν στην ίδια επικοινωνιακή στρατηγική των fake news, των απροκάλυπτων διαστρεβλώσεων της πραγματικότητας. Ο Αλέξης Τσίπρας προσβάλει τους πολίτες αποκαλώντας τους «ανώριμους» επειδή δεν τον ψήφισαν, η Πόπη Τσαπανίδου εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι «το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ σωστά δομημένο. Είναι κοστολογημένο από τους ανθρώπους οι οποίοι το στήσανε, που είναι ομάδα ειδικών».
Η αλήθεια, ωστόσο, ο πραγματικός και αμείλικτος λογαριασμός για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι το συνολικό κόστος των υποσχέσεων που αφειδώς μοιράζει ο κ. Τσίπρας, 83 δισ. και όχι 22 δισ. ευρώ όπως λέει ο ίδιος. Αυτό είναι ξεκάθαρο, διότι εμείς στη Νέα Δημοκρατία κάναμε ό,τι απέφυγαν εσκεμμένα να κάνουν στον ΣΥΡΙΖΑ: Με απλή αριθμητική κοστολογήσαμε το πρόγραμμά τους.
Το συμπέρασμα είναι ότι με την κολοσσιαία επιβάρυνση των 83 δισ. ευρώ, η ισορροπία της εθνικής οικονομίας τινάζεται στον αέρα. Με φυσική συνέπεια την επανάληψη του εφιάλτη της κρίσης, καθώς είναι βέβαιο ότι προκειμένου να καλυφθεί μια τόσο μεγάλη «τρύπα», η Ελλάδα θα πρέπει να καταφύγει σε εξωτερικό μηχανισμό στήριξης, αλλιώς σε ένα ακόμη μνημόνιο. Φαίνεται πως το νέο ίνδαλμα του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι ο Ανδρέας αλλά ο Γιώργος Παπανδρέου.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, το δικό του πρόγραμμα λοξοκοιτάζει εμφανώς προς αυτό του ΣΥΡΙΖΑ, μόνο που για λόγους τακτικής -ή και προχειρότητας είναι γεμάτο ασάφειες και αοριστίες. Σαν ελάχιστη ένδειξη σοβαρότητας, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ οφείλουν να αποδεχτούν την πρόταση που διατύπωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών περί κοστολόγησης όλων των προγραμμάτων από ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο.
Μόνον έτσι θα τερματιστεί η ανούσια αντιπαράθεση και θα πάμε στην ουσία, δηλαδή τις πολιτικές κατευθύνσεις των προτάσεων καθενός από τα τρία κόμματα για τη δημοσιονομική πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοστεί στη χώρα μας τα επόμενα χρόνια.
Σε αντίθεση με την επιπόλαια προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, η Νέα Δημοκρατία έχει εισηγηθεί ένα συγκροτημένο και κοστολογημένο πρόγραμμα, σε πλήρη εναρμόνιση με τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας, όπως αυτό έχει υποβληθεί στην Κομισιόν της ΕΕ. Σε αυτό προβλέπονται μέτρα συνολικού κόστους 9,1 δισ. ευρώ (1,3 δισ. ευρώ το 2024, 2 δισ. ευρώ το 2025, 2,5 δισ. ευρώ το 2026 και 3,3 δισ. ευρώ το 2027). Πιο αναλυτικά, το πρόγραμμα της ΝΔ για την επόμενη τετραετία περιλαμβάνει τα εξής:
- Αύξηση των συντάξεων κάθε χρόνο, σε συνάρτηση με το Α.Ε.Π. και τον πληθωρισμό. Η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από αυτό το μέτρο υπολογίζεται σε 450 εκατ. για το 2024, σε 800 εκατ. το 2025, το 1,1 δισ. το 2026 και 1,5 δισ. ευρώ για το 2027.
- Αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων από την 1/1/2024, με δαπάνη 500 εκατ. ευρώ.
- Αύξηση των αναπηρικών επιδομάτων, η οποία έχει ήδη γίνει, με δημοσιονομικό κόστος 95 εκατ. ευρώ.
- Αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, κόστους 77 εκατ. ευρώ κατ' έτος.
- Αύξηση κατά 8% του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, με κόστος 49 εκατ. ευρώ ετησίως.
- Σταδιακή κατάργηση του Τέλους Επιτηδεύματος, με κόστος 89 εκατ. για το 2025, 222 εκατ. το 2026 και 443 εκατ. ευρώ για το 2027.
- Σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (κόστος 230 εκατ. για το 2025 και 2026, και 509 εκατ. ευρώ για το 2027.
- Αύξηση του επιδόματος μητρότητας στους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες, με κόστος 40 εκατ. ευρώ ετησίως.
- Μονιμοποίηση της απαλλαγής των πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη, με κόστος 38 εκατ. ευρώ για κάθε χρονιά.
- Χορήγηση Youth Pass για τους νέους που ενηλικιώνονται, δαπάνης 30 εκατ. ευρώ ετησίως.
- Μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% σε κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές, με κόστος, κατά προσέγγιση, 40 εκατ. ευρώ ετησίως.
Αν και ενδεικτική, η προηγούμενη αναλυτική κοστολόγηση αποδεικνύει εκτός των άλλων το ρεαλιστικό σχεδιασμό, άρα και τη δυνατότητα πλήρους υλοποίησης όλων των μέτρων που περιλαμβάνει το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Ένα πρόγραμμα συνεκτικό, προσγειωμένο αλλά και κοινωνικά δίκαιο, στο οποίο αντανακλάται το όραμα της ΝΔ για την ευημερία και την ανάπτυξη, απέναντι στα αντίστοιχα προγράμματα - το αλλοπρόσαλλο του ΣΥΡΙΖΑ και το ευχολόγιο του ΠΑΣΟΚ- τα οποία οδηγούν στη μιζέρια και τη χρεοκοπία.
Όμως, είναι και αυτό ένα μέτρο της διαφοράς σοβαρότητας και υπευθυνότητας ανάμεσα στη ΝΔ και την αντιπολίτευση. Πρόκειται για μια άβυσσο που χωρίζει τη Νέα Δημοκρατία από τον ΣΥΡΙΖΑ (και το ΠΑΣΟΚ, που προσυπογράφει τα φορομπηχτικά οράματα του κ. Τσίπρα), η οποία δεν αντιστοιχεί μόνο σε δισ. ευρώ. Αντιστοιχεί επίσης στη διαφορά του 20% στο εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο, πιθανότατα, θα είναι ακόμη πιο μεγάλο το βράδυ της 25ης Ιουνίου, υπέρ της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη.
* Ο Νίκος Θεοχάρης είναι Υποψήφιος Βουλευτής Νοτίου Τομέα και Γραμματέας Προγράμματος ΝΔ.