Ο ανοικτός κύκλος των μεταρρυθμίσεων
Shutterstock
Shutterstock

Ο ανοικτός κύκλος των μεταρρυθμίσεων

Ένα από τα δομικότερα προβλήματα της χώρας, ήταν πάντα το είδος της μεζούρας, που χρησιμοποιούσαμε για να μετράμε το πραγματικό οικονομικό μέγεθος, την κοινωνική πρόοδο και την ατομική προκοπή. Ελάχιστα χρόνια μετά την οικονομική κατάρρευση και τη χρεοκοπία και ενώ επί της ουσίας αυτό που έχουμε καταφέρει είναι να κολυμπάμε με ασφάλεια και το κεφάλι έξω από το νερό, επιχειρείται να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι την επιστροφή μας στον… παράδεισο καθυστερεί η αδυναμία, ή η ανικανότητα της κυβέρνησης. 

Όπου ως παράδεισος, περιγράφεται από την αντιπολίτευση αλλά και πολλούς διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τα χρόνια που προηγήθηκαν πριν από τα μνημόνια. Ο πήχης για τους μισθούς, τις συντάξεις και το βιοτικό επίπεδο, μπαίνει στο 2009. Στο έτος που αποκαλύφθηκε η συντελεσθείσα καταστροφή προηγούμενων δεκαετιών. Σε μια κοινωνία, που όντως ένα μεγάλο μέρος της δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις καθημερινές ανάγκες, στο ερώτημα γιατί δεν έχουμε φτάσει στο 2009, παρέχεται ξανά ως πρώτη απάντηση ότι ευθύνεται αποκλειστικά η κυβέρνηση που δεν διαθέτει «βούληση».  

Αντιλαμβάνονται οι πολίτες ότι οι δυνατότητες, ακόμη και της πληρέστερης κυβέρνησης, δεν είναι απεριόριστες και σίγουρα δεν ορίζονται από τη βουλησιαρχία στην οποία πιστεύει η αντιπολίτευση. Τα απόνερα της χρεοκοπίας είναι εδώ, η οικονομία είναι ένα διαρκές στοίχημα, η ανάπτυξη δεν «διατάσσεται» και τη σύγκλιση δεν την παραγγέλνεις. Αναμφίβολα, η κυβέρνηση καλείται να εντείνει τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες για να μεγιστοποιήσει τα θετικά αποτελέσματα. Ωστόσο, είναι έντιμο και χρήσιμο για το σύνολο της κοινωνίας να επισημανθεί, με την ενάργεια που το κάνει συχνά ο πρωθυπουργός, ότι παραμένουμε μέσα σε μια επικίνδυνη ζώνη. Δεν είμαστε οι μόνοι, αλλά ίσως οι πλέον ευάλωτοι.

Ο πήχης της ανάπτυξης στην Ευρώπη χαμηλώνει,  όπως προέβλεπε ο κ. Μητσοτάκης προ μηνών, επισημαίνοντας αδικαιολόγητο εφησυχασμό για τις τιμές της ενέργειας, την προοπτική νέων ενεργειακών σοκ και τον ελέφαντα στο δωμάτιο, δηλ. τη γεωπολιτική αστάθεια. Οι οικονομικοί κίνδυνοι μεγεθύνονται από την κλιματική κατάρρευση και τις καταστροφές, με αποτέλεσμα πολύτιμοι οικονομικοί πόροι, που θα ενίσχυαν το κοινωνικό κράτος και θα στήριζαν το βιοτικό επίπεδο, να διοχετεύονται για τις αναγκαίες αποκαταστάσεις. Στη Θεσσαλία, το ποσό για την αποκατάσταση των υποδομών θα ξεπεράσει τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ. 

Η «μεζούρα» όμως για το πως το κράτος στηρίζει την κοινωνία, παραμένει μονοδιάστατη και φτενή.    

Δεν γίνεται να προβάλλεται ως μέτρο σύγκρισης, το χρεοκοπημένο παρελθόν μας, ή χώρες που δεν είχαν μνημόνιο και που οι κοινωνίες τους «διψούσαν» και απαιτούσαν (για) μεταρρυθμίσεις προκειμένου να κερδίσουν το μετακομμουνιστικό ευρωπαϊκό μέλλον τους. Τα άλματα προόδου που έχουν γίνει, δεν αποτυπώνονται ίσως στις πόσες ημέρες διακοπών απολαμβάνει μια οικογένεια κατά το «ευτυχόμετρο» της χώρας. Παραμένουν όμως αδιαμφισβήτητα, με δεδομένο ότι η Ελλάδα των μνημονίων υπέστη τη μεγαλύτερη μείωση ΑΕΠ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και όπως έχει αναφέρει ο κ. Μητσοτάκης, ποτέ δεν επωφελήθηκε από το «μέρισμα ειρήνης» μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, γιατί βρίσκεται αντιμέτωπη με τις γεωπολιτικές προκλήσεις που την υποχρεώνουν να δαπανά πάνω από το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα. 

Οι σημαντικές μεταβολές που προωθήθηκαν αυτά τα χρόνια, οδήγησαν στην αύξηση των επενδύσεων, στην αύξηση του ποσοστού των εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών, στη σταθεροποίηση και ανάπτυξη του τραπεζικού κλάδου, στις αυξήσεις μισθών και συντάξεων, στην αντιμετώπιση κρίσεων. 

Η εξασθένηση της ανάπτυξης είναι το καμπανάκι για να συνεχίσει η κυβέρνηση με μεγαλύτερη ένταση, την προσπάθεια να ολοκληρώσει τον ανοικτό κύκλο των μεταρρυθμίσεων που αφορούν ένα ευρύ πεδίο, όπως το προσδιόρισε στο τελευταίο υπουργικό Συμβούλιο ο Υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος. Από το δημογραφικό και το κόστος στέγης, την κλιματική κρίση και τη στρατηγική διαχείρισης υδάτων, τα κενά εργαζομένων στην αγορά εργασίας, τη βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας και τη μεγαλύτερη αύξηση των επενδύσεων.