Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα την επομένη των εθνικών εκλογών αρχίζουν να «παίζουν» δύο σενάρια, το πότε θα γίνουν οι επόμενες (και πάντα πρόωρες) και το πότε θα γίνει ανασχηματισμός. Το ίδιο έχει συμβεί και κατά τη διάρκεια αυτής της κυβέρνησης με τον Αλέξη Τσίπρα να θέτει σε… εκλογικό συναγερμό τον ΣΥΡΙΖΑ αρκετές φορές. Άλλωστε μετά τον πρώτο χρόνο της κυβέρνησης Μητσοτάκη καλούσε τα στελέχη και τον… λαό να μην αφήσουν να «διπλώσει» η θητεία της. Δηλαδή να μη συμπληρώσει δύο χρόνια. Τώρα που συμπληρώνονται τρία χρονιά και μπαίνει στον εκλογικό της χρόνο είναι το λιγότερο αναμενόμενο να σηκώνει τόνους. Άλλωστε η προσπάθεια πόλωσης και δημιουργίας τοξικού κλίματος ουδέποτε σταμάτησε…
Το θέμα των πρόωρων εκλογών είναι η συζήτηση του καλοκαιριού. Ήδη οι ημερομηνίες μπαίνουν στο τραπέζι και τα ημερολόγια ξεψαχνίζονται προκειμένου να καταγραφούν οι Κυριακές από τα τέλη Σεπτεμβρίου και τα μέσα Νοεμβρίου. Όλοι καταγράφουν ημερομηνίες ώστε αν ο πρωθυπουργός αποφασίσει να έχουν «πέσει μέσα» παρότι γνωρίζουν πως ουδέποτε επικεφαλής κυβέρνησης δεν αποφάσισε για προσφυγή στις κάλπες και ανανέωση εντολής τρεις μήνες πριν την ενδεχόμενη προκήρυξή τους.
Οι λόγοι πολλοί, στην περίπτωση, δε, του σημερινού πρωθυπουργού που επιθυμεί να κριθεί για το έργο του, (που σημειωτέον οι διαρκείς κρίσεις δεν έχουν επιτρέψει να ολοκληρωθεί παρότι πολλές εκ των μεταρρυθμίσεων που υποσχέθηκε προεκλογικά υλοποιήθηκαν και εξακολουθούν να υλοποιούνται), περισσότεροι δεδομένου ότι οι εξελίξεις είναι καθημερινές. Και μάλιστα δεν έχουν μοναδικό σημείο αναφοράς την Ελλάδα, έχουν παγκόσμιες επιπτώσεις και δύναται να αντιμετωπιστούν μόνο μέσα από έναν σοβαρό κεντρικό σχεδιασμό σε συνεργασία με την ΕΕ και τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους μετέχουμε.
Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και ο απρόβλεπτος παράγοντας που ακούει στο όνομα Ταγίπ Ερντογάν που δεν επιτρέπει εξ αιτίας και της απλής αναλογικής να υπάρξουν κενά στη διακυβέρνηση της χώρας. Κενά που δύναται να προκύψουν μέσα από μια αδυναμία δημιουργίας σταθερής κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή των εκλογών. Και αν είναι κάτι βέβαιο είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα παίξει με τις τύχες της Ελλάδας και των πολιτών, άλλωστε θα μπορούσε να το έχει ήδη πράξει σε οποιαδήποτε φάση των τριών ετών της διακυβέρνησης της χώρας.
«Πάντα συντρέχουν λόγοι για κάλπες πριν από το τέλος της τετραετίας αλλά μπορεί να συντρέχουν και άλλοι για να γίνουν στο τέλος» ήταν η απάντηση που έδωσε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνέντευξής του στην ΕΡΤ και η φράση αυτή όπως και αν επιχειρείται να ερμηνευτεί αποτελεί και τη βάση πάνω στην οποία θα κινηθεί για να λάβει οποιαδήποτε απόφαση αποφεύγοντας καιροσκοπισμούς του παρελθόντος. Και σε κάθε περίπτωση διανύοντας από το καλοκαίρι και μετά τον τέταρτο χρόνο διακυβέρνησης δύσκολα γίνονται πιστευτά αυτά που ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί και διά του Αλέξη Τσίπρα να βάλει στο τραπέζι της συζήτησης.
Δηλαδή ότι επιχειρεί να δραπετεύσει από τα προβλήματα μέσω εκλογών καθώς και ότι επιχειρεί να κάνει εκλογές πριν τα προβλήματα πολλαπλασιαστούν. Πέραν του ότι το ένα αναιρεί το άλλο ως επιχείρημα καταρρίπτεται και η… ιαχή περί προσφυγής στις κάλπες προκειμένου να φύγει η σημερινή κυβέρνηση και να έρθει αυτή που κυβέρνησε την περίοδο 2015 – 2019 έστω και χωρίς τον έναν εταίρο (που σήμερα κάνει ότι δεν γνωρίζει)
Η εκλογική ετοιμότητα στην οποία επιχειρείται να τεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ για να προλάβει τυχόν εξελίξεις δείχνουν πως δεν κατανοεί ακόμη και σήμερα τα προβλήματα, κυρίως όμως δεν κατανοεί ότι και οι πολίτες ελάχιστα ενδιαφέρονται για τις μύχιες σκέψεις των στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης και κυρίως για το άγχος της ανακατάληψης της εξουσίας προκειμένου τη δεύτερη φορά να είναι αλλιώς.
Προκαλεί και ερωτήματα γιατί κηρύσσεται για πολλοστή φορά δίνοντας το δικαίωμα στους επικριτές να αποδώσουν το όλο σκηνικό στην ανάγκη που υπάρχει στην Κουμουνδούρου, ελλείψει προτάσεων και προγραμματικών θέσεων να δημιουργήσουν συνθήκες πόλωσης, να διατηρήσουν ένα τοξικό πολιτικό κλίμα και να πατήσουν πάνω σε μια δικαιολογημένη, ελέω ακρίβειας, αγανάκτηση που όμως απέχει πολύ από την επανάληψη φαινομένων πλατειών που οδήγησαν τον Αλέξη Τσίπρα στο Μέγαρο Μαξίμου
«Αυτό το οποίο δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση είναι η συζήτηση για πρόωρες εκλογές να αντικατασταθεί από πρόωρη πόλωση, ένταση και διαρκή τοξικότητα, που θα διαρκέσει δέκα μήνες. Αυτό θα ήταν κακό για τη χώρα. Αλλά αυτό δεν εξαρτάται από εμάς, εξαρτάται πρωτίστως από την αντιπολίτευση» είχε επισημάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκη στην ίδια συνέντευξη στην ΕΡΤ1, ενώ έχει προειδοποιήσει και τα στελέχη του κόμματός του για το κλίμα που διαρκώς θα εντείνεται στο εσωτερικό από την τοξική πολιτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Μιλώντας στο συνέδριο της ΝΔ τον Μάιο είχε ξεκαθαρίσει ότι «στο διάστημα που ακολουθεί ο λαϊκισμός θα παίξει το τελευταίο του χαρτί» προσθέτοντας πως «Θα πρόκειται για την πιο απεγνωσμένη επίθεσή του, θα είναι η πιο σκληρή και πιο χυδαία από ποτέ. Τορπιλίζοντας τη θέση της χώρας μέσα σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον» και υπενθυμίζοντας πως «Δυστυχώς και στην πρόσφατη κρίση που απορρέει από την απροκάλυπτη εισβολής της Ρωσία στην Ουκρανία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δείξει τις διαθέσεις του. Κοινωνικό σαμποτάζ. Επιστρατεύει αδίστακτα ψέματα. Κατασκευάζοντας μια εικόνα μιας δήθεν κατεστραμμένης Ελλάδος που μόνο ο αρχηγός της αντιπολίτευσης βλέπει, υποσχόμενος ότι με ένα νόμο και ένα άρθρο θα ανακουφίσει έναν πολίτη ο οποίος δοκιμάζεται».
Μάλιστα είχε αναφέρει ότι «αυτή η τακτική γίνεται διπλά επικίνδυνη. Οι ανέξοδες υποσχέσεις γεννούν πλαστές προσδοκίες» για να επισημάνει ότι «Τα όμορφα λόγια όμορφα καίγονται. Δεν πρέπει ποτέ να το ξαναζήσουμε» και να καταλήξει πως είναι «Εύκολο να λες όχι σε όλα και ναι στο τίποτα».
Αυτό θα είναι και το διακύβευμα των εκλογών όποτε και αν γίνουν και σε αυτό πάντως θα κληθεί να τοποθετηθεί και ο ελληνικός λαός που πλέον γνωρίζει και ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι υπόσχονται πως τη δεύτερη φορά θα είναι αλλιώς στοχεύοντας στους «αρμούς της εξουσίας» και τους θεσμούς της πολιτείας.