Του Γιάννη Κ. Τρουπή
Την ώρα που η Τουρκία κλιμακώνει την προκλητικότητά της σε σχέση με την Κύπρο αμφισβητώντας εμπράκτως τα κυριαρχικά δικαιώματά της οι ΗΠΑ επιλέγουν να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στον Ερντογάν μέσω… Ελλάδας. Η παρουσία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Αθήνα, η υπογραφή της νέας αμυντικής συμφωνίας αλλά κυρίως οι δηλώσεις του και οι προειδοποιήσεις προς την Άγκυρα να σταματήσει τις προκλήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ δίνουν νέα διάσταση στα γεωπολιτικά δρώμενα της σκακιέρας της ανατολικής Μεσογείου.
Είναι δεδομένο ότι στην πολιτική σκακιέρα ειδικά σε ότι αφορά τη διεθνή πρέπει να ερμηνεύονται όχι μόνο ως προς το παραγόμενο αποτέλεσμα αλλά κυρίως ως προς τον χρόνο και το χώρο, κυρίως τον γεωπολιτικό, στον οποίο αυτές καταγράφονται.
Για πολλούς η ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ που έκανε η ελληνική κυβέρνηση, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Αμερικανού υπουργού εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ήταν απλώς η επικύρωση μιας δεδομένης διαδικασίας που επαναλαμβάνεται εδώ και χρόνια.
Το δε όφελος για την ελληνική πλευρά, ίσως και να μη θεωρείται τέτοιο που να επιτρέπει θριαμβολογίες. Όπως και δεν υπήρξαν άλλωστε από καμία πλευρά. Όμως η συγκυρία κατά την οποία αυτή έγινε αναμφίβολα δίνει νέες διαστάσεις στο όλο θέμα.
Και αυτό διότι επί της ουσίας η νέα Συμφωνία, μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση που βίωσε η Ελλάδα, δημιουργεί μια ομπρέλα ασφαλείας πάνω από τη χώρα, καθώς μέσα από αυτή αναπτύσσονται πιο ισχυροί δεσμοί γύρω από τα κοινά στρατηγικά συμφέροντα με τις ΗΠΑ στην περιοχή.
Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό πως η αναβάθμιση και διεύρυνση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα, εκτός της Σούδας, εκτιμάται, όχι μόνο από την ελληνική πλευρά, ότι η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει το στρατηγικό ρόλο της χώρας μας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Και αυτό είναι το μήνυμα που στέλνεται προς όλους, κυρίως όμως προς την Άγκυρα. Ο γεωστρατηγικός ρόλος της Ελλάδας ουσιαστικά αναβαθμίζεται. Και αν αυτό συνδυαστεί με τις προθέσεις των ΗΠΑ ως προς τα ενεργειακά θέματα που αγγίζουν και τον τομέα των μεγάλων επενδύσεων, το μήνυμα λαμβάνει διαστάσεις.
Δεν έχουν περάσει ούτε δύο εβδομάδες από το ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και ο η διακύβερνηση Τραμπ δίνει το στίγμα της , με μια συμφωνία η οποία περιέχει σειρά πλεονεκτημάτων για την ελληνική πλευρά:
- Γενικότερη στρατηγική αναβάθμιση της χώρας, γεγονός σημαντικό για τους ευρύτερους σχεδιασμούς ασφάλειας και άμυνας των συμμάχων της χώρας. Σε συνδυασμό με τη σταθερότητα και τις πάγιες στρατηγικές προτεραιότητες της Ελλάδος, η θεσμική αναβάθμιση της σχέσης με τις ΗΠΑ ενισχύει τη συνολική γεωστρατηγική αξία της χώρας μας.
- Στενότερη συνεργασία με την αμερικανική πλευρά σε τομείς ιδιαίτερης ευαισθησίας για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις οι οποίες θωρακίζονται για την καλύτερη αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων ασφαλείας.
- Δραστηριότητες συνεκπαίδευσης με τους Αμερικανούς που βελτιώνουν το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων μας.
- Άσκηση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων υπό τις πιο σύγχρονες συνθήκες και με τα πιο σύγχρονα μέσα.
- Εκσυγχρονισμός και αναβάθμισης των υποδομών των ελληνικών εγκαταστάσεων με έξοδα της αμερικανικής πλευράς. Δεδομένου ότι η αμερικανική παρουσία στις συγκεκριμένε εγκαταστάσεις είναι περιοδική, οι βελτιωμένες υποδομές θα χρησιμοποιούνται και από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
- Οικονομικό όφελος για τις τοπικές κοινωνίες από την υλοποίηση έργων υποδομών και την παρουσία αμερικανικού προσωπικού.
- Αναβάθμιση της στρατηγικής σημασίας της Αλεξανδρούπολης ως κόμβου με πλήρως ανεπτυγμένες υποδομές (λιμάνι, αεροδρόμιο, χερσαία οδική και σιδηροδρομική σύνδεση) και ως παρακαμπτήριας των Δαρδανελλίων οδού προς Βουλγαρία και Ρουμανία. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία λόγω της παραμεθορίου θέσης της αλλά και του ρόλου που φιλοδοξεί η Ελλάδα να διαδραματίσει στην ενεργειακή διασύνδεση της χώρας (αγωγός TAP, αγωγός IGB, τερματικός σταθμός επεξεργασίας φυσικού αερίου).
Είναι σαφές ότι η αναβάθμιση της συγκεκριμένης συμφωνίας , κυρίως ως προς τον χρόνο η οποία αυτή έγινε, αλλάζει τα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή , με φόντο τις εξελίξεις στην νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε σήμερα να μιλάμε μόνο για μία συμφωνία με υλικοτεχνικό αποτύπωμα σε μία θεωρητική προσέγγιση, όμως επειδή η Τουρκία κινείται πάνω στη γραμμή έντασης, όλα ερμηνεύονται υπό το πρίσμα της δύσκολης συμβίωσης με την γειτονική χώρα.
Ο Ντ. Τράμπ μέσω του πιο στενού του συνεργάτη και του μόνου που παραμένει δίπλα του στην κρισιμότηρη και υψηλότερη θέση της αμερικανικής κυβέρνησης, του Μάικ Πομπέο εμφανίζεται να δείχνει το δρόμο, τουλάχιστον ως προς την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στην γεωπολιτική σκακιέρα της ανατολικής Μεσογείου, αλλά και στα Βαλκάνια.