Βιώνουμε τη διάσπαση σε δύο δόσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αρχικώς, με την «Ομπρέλα» και εν συνεχεία εκείνη της ομάδας Αχτσιόγλου, αλλά και των μουσουλμάνων βουλευτών ή των ευρωβουλευτών Κούλογλου και Παπαδημούλη. Και αν ξεφύγουμε λίγο από το σύνδρομο της κλειδαρότρυπας θα διαπιστώσουμε –μάλλον δια γυμνού οφθαλμού και χωρίς να χρειάζεται κάποιο ιδιαίτερο προορατικό χάρισμα– πώς από τον ΣΥΡΙΖΑ αποχωρεί κατά δόσεις η πλέον εθνομηδενιστική πτέρυγα του κόμματος.
Καθόλου τυχαία, οι ανακοινώσεις και των δύο αντιηγετικών ομάδων δεν κάνουν ούτε την ελάχιστη μνεία στα εθνικά προβλήματα, ενώ αντίθετα επαίρονται για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Διαβάζουμε στο κείμενο αποχώρησης της «Ομπρέλας» πως τα μέλη τους διακρίθηκαν στην υπεράσπιση «των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αλλά και παλαιότερα με τη συμμετοχή μας στα κοινωνικά κινήματα, στις πορείες για τον Γρηγορόπουλο, στις πλατείες, στο Κοινωνικό Φόρουμ, στο εργατικό και αντιρατσιστικό κίνημα, στον αγώνα για την υπεράσπιση του άρθρου 16».
Ενώ οι της ομάδας Αχτσιόγλου θέτουν ως στόχους: «την κλιματική κρίση, την ενδυνάμωση της εργασίας στις νέες προκλήσεις, το παραγωγικό μοντέλο της χώρας, τις κοινωνικές ανισότητες, τις σύγχρονες έμφυλες και φεμινιστικές διεκδικήσεις, το περιεχόμενο και τους θεσμούς της Δημοκρατίας».
Θεωρώ σημαδιακή την αποχώρηση και των δύο μουσουλμάνων βουλευτών, γνωστών για τις σχέσεις τους με το τουρκικό Προξενείο, παρότι βέβαια δεν έχουν καμία σχέση με τους ιδεολογικούς προβληματισμούς της ομάδας Αχτσιόγλου!
Οι ευρωβουλευτές Στέλιος Κούλογλου και Δημήτρης Παπαδημούλης έχουν διακριθεί επανειλημμένα στο Ευρωκοινοβούλιο για τις πρωτοβουλίες τους καταδίκης του ελληνικού κράτους σχετικά με το μεταναστευτικό και όχι μόνο. Η Σία Αναγνωστοπούλου είναι μάλλον διαβόητη για της εθνοαποδομητικές απόψεις της στο χώρο της Ελληνικής ιστορίας.
Ο Νίκος Φίλης και ο Αριστείδης Μπαλτάς έχουν αρνηθεί τη συνέχεια του ελληνικού έθνους και μάλιστα έμπρακτα ως υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Μπίστης πρωτοστατεί εδώ και δεκαετίες σε όλες τις «αντί εθνικιστικές» διαμάχες. Ο Πάνος Λάμπρου και η Τασία Χριστοδουλοπούλου έχουν συνδεθεί με τις πιο ακραίες φιλομεταναστευτικές αντιλήψεις, κ.λπ.
Η συμπόρευση λοιπόν ανθρώπων τόσο ανόμοιων ιδεολογικά, από τους ακραίους δικαιωματιστές έως τους φιλότουρκους μουσουλμάνους βουλευτές, και από δηλωμένους κεντροαριστερούς, όπως ο Νίκος Μπίστης, έως αριστερίστικης ευαισθησίας στελέχη, έχει ως αποκλειστική συγκολλητική ουσία τον «αντι-εθνικισμό» τους.
Βέβαια για να ολοκληρωθεί μία τέτοια κίνηση χρειάστηκε η πλήρης γελοιοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ με τον πρόεδρο Κασσελάκη, τις προβοκάτσιες του Πολάκη, τη συμπόρευση με τη νέα ηγεσία όλων των επιθετικών troll και του τσιπρικού μηχανισμού – Νίκος Παππάς Γιώργος Τσίπρας, Θεοδώρα Τζάκρη, Ευάγγελος Αποστολάκης και άλλοι. Οι οποίοι αντίθετα με την πτέρυγα που αποχώρησε ψελλίζουν έναν ψευδο πατριωτικό λόγο για «πατριωτική Αριστερά», και απεύθυνση στους μικρομεσαίους, με ταυτόχρονη όμως τοξική επιθετικότητα εναντίον του Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας.
Πράγματι, όπως έχουμε τονίσει επανειλημμένα, ο σχεδιασμός του Αλέξη Τσίπρα, μετά τη διπλή εκλογική συντριβή του Μαΐου-Ιουνίου 2023, σκόπευε ακριβώς να προκαλέσει το boing-bang, τη ρήξη στο εσωτερικό του κόμματος, ακόμα και τον κατακερματισμό του. Κάτι τέτοιο το θεωρούσε ως προϋπόθεση ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να προχωρήσει σε μια ανασύνθεση(!) σε βάσεις περισσότερο πατριωτικές και «κεντρώες» από ότι ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ.
Άλλωστε, όλοι κατανοούν πως στη νέα περίοδο που ανοίγεται, με τις ιστορικές γεωπολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, δεν μπορεί να υπάρξει κόμμα εξουσίας με, λιγότερο ή περισσότερο, εθνομηδενιστικό χαρακτήρα όπως ήταν ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, στο κοινωνικό και το πολιτικό επίπεδο είναι αδύνατη η κατάκτηση της πλειοψηφίας χωρίς τη διείσδυση στο Κέντρο. Και εάν αυτό, στη μνημονιακή περίοδο, κατέστη δυνατό για τον ΣΥΡΙΖΑ, εξαιτίας της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής μεγάλου μέρους των μεσαίων στρωμάτων, σήμερα οι συνθήκες έχουν άρδην μεταβληθεί.
Εντούτοις, το κόμμα και ιδιαίτερα το στελεχιακό δυναμικό ήταν διαμορφωμένο «με τις πορείες για τον Γρηγορόπουλο», τον φιλομεταναστευτικό δικαιωματισμό, και τον ανερμάτιστο λαϊκισμό. κ.ο.κ. Και κομμάτι αυτής της κουλτούρας ήταν ο ίδιος ο Τσίπρας. Συνεπώς, θα πρέπει το παλιό κόμμα να καταστραφεί και ο ίδιος να αλλάξει δέρμα!
Αυτή τη στρατηγική εξυπηρετούσε το «φαινόμενο Κασσελάκη». Μόνο που τα πράγματα ξέφυγαν πέρα από τον αρχικό σχεδιασμό. Διότι αυτές οι επώδυνες, ούτως ή άλλως, χειρουργικές επεμβάσεις, πραγματοποιήθηκαν μέσα σε συνθήκες απόλυτης απαξίωσης, προκαλώντας όχι μόνο τη φυγή της Ομπρέλας και των ακραίων δικαιωματιστών, όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός, αλλά και του μεγαλύτερου μέρους του στελεχιακού δυναμικού του κόμματος. Η «επιτυχία» ήταν τόσο μεγάλη ώστε κατέληξε σε Βατερλώ.
Ακόμα χειρότερα, όσοι σοβαροί άνθρωποι στήριζαν ακόμα –έστω αταβιστικά– τον ΣΥΡΙΖΑ, νιώθουν βαθύτατα προσβεβλημένοι από το κακόγουστο θέατρο που παίζεται μπροστά στον ελληνικό λαό επί δύο μήνες. Και αυτοί οι άνθρωποι δεν πρόκειται να επιστρέψουν.
Άλλωστε όλα τα μέλη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι πεπεισμένα πλέον πως ο ενορχηστρωτής αυτής της οδυνηρής φαρσοκωμωδίας είναι ο ίδιος ο Τσίπρας. Πώς λοιπόν θα πείσει αύριο ότι μπορεί να εκφράσει την ανασύνταξη και ανασύνθεση του χώρου; Πώς μπορεί να πείσει πως η Τζάγκρη και ο Νίκος Παππάς είναι σημαιοφόροι του πατριωτισμού και ο Παύλος Πολάκης εκφραστής του ανοίγματος προς το κέντρο;!
Έτσι, είναι πλέον πολύ πιθανό πως θα υπάρξει αποσύνθεση χωρίς ανασύνθεση και ο Τσίπρας θα μείνει χωρίς ζωτικό χώρο για οποιοδήποτε επιγενέστερο εγχείρημα.
Πάντως, κατάφερε ένα ακόμα επίτευγμα. Μετέτρεψε τον αριστερόστροφο «πατριωτισμό» σε όπερα-μπούφα. Αν οι Σπαρτιάτες και ο Βελόπουλος έχουν γελοιοποιήσει τον ακροδεξιό πατριωτισμό, η ανάληψή της αριστερόστροφης εκδοχής του από τους Κασσελάκη, Πολάκη και Τζάγκρη, έρχεται να ολοκληρώσει το τοπίο.
Και πάντως ο πατριωτισμός είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να μπορεί να αφεθεί στα χέρια του Τσίπρα και της κωμικής συνοδείας του.