Ορισμένοι θεωρούσαν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Άνγκελα Μέρκελ θα οικοδομούσαν την «απόλυτη» πολιτική σχέση μεταξύ τους μια και ανήκουν και οι δύο στις τάξεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το είχε κάνει «σημαία» πριν από τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου. Τελικά η πράξη τους διέψευσε και μάλιστα με πανηγυρικό τρόπο.
Υπήρξαν και εκείνοι που εκτιμούσαν ότι η πολύ καλή χημεία που είχε αναπτυχθεί μεταξύ της κυρίας Μέρκελ και του κ.Τσίπρα, ίσως εξαιτίας του αριστερού παρελθόντος της καγκελαρίου θα συνεχιζόταν και μάλιστα με μεγαλύτερη θέρμη με τον κ.Μητσοτάκη. Μία πρόβλεψη που ουδέποτε επιβεβαιώθηκε.
Η σχέση της Ανγκελα Μέρκελ και του Κυριάκου Μητσοτάκη μέσα στον έναν χρόνο από την μέρα που η ΝΔ κέρδισε τις εθνικές εκλογές πέρασε από «σαράντα κύματα».
Μην ξεχνάμε την έντονη αντίδραση της Ελλάδας προς το Βερολίνο με αφορμή την μη πρόσκληση στη διάσκεψη της Λιβύης, ενώ τον περασμένο Απρίλιο από το βήμα της Βουλής ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε αναφερθεί εμμέσως πλην σαφώς στην γερμανική πολιτική αφήνοντας αιχμές προς την κυρία Μέρκελ.
«...Σε αυτή την κρίση δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί». Δεν υπάρχουν υπεύθυνοι και ανεύθυνοι. Δεν υφίσταται η διάσταση του ηθικού κινδύνου. Το 2020 δεν είναι ούτε 2010, ούτε 2015» είχε σημειώσει τότε ο κ.Μητσοτάκης στέλνοντας ουσιαστικά μήνυμα στην καγκελαρία.
Στον πολιτικό στίβο όμως το πρώτιστο δεν είναι η πλήρης ταύτιση και συμπόρευση αλλά η εκτίμηση και ο σεβασμός σε σχέση με τις πολιτικές συνεργασίες. Στοιχείο που φαίνεται ότι υπάρχει μεταξύ των δύο ηγετών, όπως αποτυπώθηκε σε δύο σημαντικές επιλογές της γερμανικής καγκελαρίας :
- Λίγες μέρες πριν από την καραντίνα, η Γερμανίδα καγκελάριος είχε μιλήσει με θετικά λόγια για την ελληνική αντίδραση στον Έβρο, σε ένα σύντομο τετ α τετ που είχαν οι δυό τους στο Βερολίνο. Μία κίνηση που αποκτά μεγαλύτερη σημασία εάν αναλογιστούμε την προνομιακή σχέση που διατηρεί η Τουρκία με την Γερμανία.
- Ακόμα και η επιλογή του γραφείου της καγκελαρίου να ασχοληθεί με την τουρκική προκλητικότητα μέσα από την οργάνωση της συνάντησης στο Βερολίνο μεταξύ των διπλωματικών συμβούλων των δύο χωρών (Ελλάδας και Τουρκίας) αποδεικνύει το μεγάλο ενδιαφέρον της κυρίας Μέρκελ για τις εξελίξεις.
Ειδικά για το ζήτημα της Αγίας Σοφίας η Γερμανία δείχνει να συμμερίζεται την ελληνική θέση ότι το θέμα αυτό δεν είναι ελληνοτουρκικό, αλλά παγκόσμιο, μία διάσταση την οποία θα συνεχίσει να αναδεικνύει η Αθήνα, πριν από γίνει γνωστή η απόφαση Ερντογάν.
Ήδη από τις 4 Ιουλίου, με επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, Rik Daems, η επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου Ντόρα Μπακογιάννη έθεσε το ζήτημα της, έως τότε, πρόθεσης της Τουρκίας να μετατρέψει την Αγιά Σοφιά σε Τζαμί και ζήτησε την στήριξη και την παρέμβασή του προς την Venice Commission για την έκδοση γνωμοδότησης σχετικά με την κίνηση της Τουρκίας.
Ο Πρόεδρος Daems παρέπεμψε το θέμα στην Επιτροπή Πολιτιστικών Υποθέσεων, ως αρμόδια να ζητήσει την γνωμοδότηση. Μετά από αυτό, η Aντιπρόεδρος της Επιτροπής Πολιτιστικών κυρία Φωτεινή Πιπιλή, απέστειλε προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής Πολιτιστικών, επιστολή για τη στήριξη του αιτήματος της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη και την κίνηση της διαδικασίας για τη γνωμοδότηση. Επιπλέον το Σάββατο 11 Ιουλίου, κατόπιν της απόφασης του ΣτΕ της Τουρκίας και του διατάγματος Ερντογάν, στάλθηκαν 50 ατομικές και προσωποποιημένες επιστολές προς τους επικεφαλής των εθνικών αντιπροσωπειών στο Συμβούλιο της Ευρώπης (πλην της Τουρκίας), προέδρους πολιτικών ομάδων και προέδρους άλλων εν δυνάμει αρμόδιων επιτροπών, με τις οποίες ζητείται η καταδίκη της τουρκικής απόφασης.
Όπως αποδεικνύεται λοιπόν στην καγκελαρία ενδεχομένως ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην αποτελεί «το καλύτερο τους», όμως οι γρήγορες και αποτελεσματικές επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης τους τελευταίους μήνες σε διάφορα ζητήματα έχουν κερδίσει τον σεβασμό και την εκτίμηση της Ανγκελα Μέρκελ, η οποία εκ των πραγμάτων οδεύει προς το τέλος της πολιτικής της διαδρομής.