Το Αρχαιολογικό Μουσείο της πρωτεύουσας δεν περιορίζεται στα όρια του «Εθνικού». Είναι κιβωτός παιδείας του κόσμου, ένα μουσείο παγκόσμιας εμβέλειας. Ειδικότερα για τον Ευρωπαίο, είναι ο χώρος όπου συναντά μορφές, όχι άσαρκες στον χρόνο, αλλά πρόσωπα που διαμόρφωσαν την κοινότητά του, μια κοινή πνευματική κληρονομιά.
Στα σπλάγχνα του τα τελευταία χρόνια, ο ιστορικός χρόνος συναντά το σήμερα και δείχνει πώς λειτουργεί η συνέχεια του Ευρωπαίου. Τη μέθεξη αυτή πετυχαίνει το Καφέ στον εσωτερικό κήπο του Μουσείου.
Σε βάθος δεκαετίας, το Καφέ υπηρέτησε μέχρι σήμερα με ευπρέπεια το Ε.Α.Μ., παρέχοντας υπηρεσίες υψηλής ποιότητας ανάλογες, αν όχι και καλύτερες, με αυτές που συναντούμε στα μεγάλα μουσεία του κόσμου. Έκανε όμως και κάτι άλλο. Έντυσε τις κολώνες, ανάμεσα στα τραπέζια και τους τοίχους του με έργα δασκάλων της ελληνικής τέχνης και συνθέσεις σύγχρονων δημιουργών.
Από τον Γιάννη Κεφαλληνό και τον Χρόνη Μπότσογλου ως τον Κωνσταντίνο Παπαμιχαλόπουλο, τον Αλέκο Κυραρίνη και τον Βασίλη Παπανικολάου, καλλιτέχνες από τη μεταπολεμική γενιά ως τις μέρες μας άνοιξαν το βλέμμα του επισκέπτη στην εγχώρια εικαστική σκηνή.
Από τις περίφημες Λευκές Ληκύθους στην έκθεση του Γιάννη Κεφαλληνού το 2018 © Yπουργείο Πολιτισμού
Όλα αυτά συνέβησαν σε καιρούς ανωμαλίας, δυσβάσταχτους οικονομικά για τους νέους καλλιτέχνες, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς επιβουλή, αλλά σε αναζήτηση μιας πρότασης με ποιότητα. Οι καλλιτέχνες εκθέτουν δωρεάν και τα έργα τους δεν πωλούνται. Πρόκειται για μία ευ-εργεσία του Καφέ προς το Μουσείο, αλλά και συνολικά, προς το σύστημα της ελληνικής τέχνης το οποίο απέκτησε πολύτιμο βήμα στο διεθνές κοινό (αυτονόητο ότι το Αρχαιολογικό Μουσείο βρίσκεται σταθερά ψηλά στους δημοφιλείς προορισμούς των τουριστών στην Αθήνα).
Παλιότερα, αθηναϊκά Καφέ ήταν κυψέλες πολιτισμού, χώροι μάζωξης ανθρώπων που γεννούσαν ιδέες, αλλά και παρήγαγαν έργο για να θυμηθούμε τη μαγική παρέα του Γκάτσου με τον Χατζιδάκι και τον Ελύτη. Για τη γενιά μου, οι μορφές αυτές είναι μυθικές, κάτι σαν τους γρύππες ή τους ιπποκένταυρους. Αυτήν την ατμόσφαιρα θέλησε να φέρει το Καφέ, απευθυνόμενο όχι μόνο στον ξένο επισκέπτη, αλλά και στον πολίτη του κέντρου.
Με αυτό το δεδομένο, έκανε πολλούς Αθηναίους να ξαναπεράσουν το κατώφλι του Μουσείου, να το ξαναδούν όχι με τα σχολικά μάτια και να το ξαναγνωρίσουν παρέα με τα παιδιά τους. Το Καφέ, λοιπόν, εκτός από εστία σύγχρονης τέχνης κατάφερε να γίνει στέκι, σημείο συνάντησης των Αθηναίων σε μια περιοχή ξένη, αν όχι εχθρική, στον Αθηναίο.
Από την πρόσφατη έκθεση του Νίκου Βατόπουλου στο Καφέ του ΕΑΜ με τίτλο «Κάτοικος Μουσείου»
Ο νέος διαγωνισμός του Οργανισμού Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ) για τα αναψυκτήρια και τα εστιατόρια στα μουσεία μας, θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την υπάρχουσα συνθήκη του Καφέ στο Εθνικό Αρχαιολογικό.
Χωρίς καμιά απολύτως μέριμνα για όσους έχουν προσφέρει σοβαρό έργο, θέτει όρους οικονομικούς που προκρίνουν κραυγαλέα τις μεγάλες αλυσίδες στον χώρο της εστίασης. Σύμφωνα με τα «Κριτήρια Χρηματοοικονομικής Επάρκειας» αποκλείονται όσοι δεν διαθέτουν τα τελευταία 5 χρόνια ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο του 1.000.000 ευρώ.
Το κείμενο αυτό γράφτηκε, όχι για να υπερασπιστεί, όχι να συζητήσει αορίστως, αλλά για να περισώσει έναν χώρο που δεν υπηρετεί απλώς τον πολιτισμό, αλλά κατάφερε να γίνει ο ίδιος όαση πολιτισμού στο αθηναϊκό κέντρο.
Έκθεση του Αλέκου Κυραρίνη το 2017, στο Καφέ του ΕΑΜ © Yπουργείο Πολιτισμού
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε το ανακαινιστικό έργο στο Μουσείο «προσωπικό όνειρο», μια ευκαιρία που αναβαθμίζει συνολικά την περιοχή. Κι έχει δίκιο. Το σχέδιο κινείται στη σωστή κατεύθυνση κι έχει τις προϋποθέσεις για να πετύχει. Ήδη, την αποστολή αυτή υπηρετεί το Καφέ στο υπάρχον σχήμα του.
Ο πρωθυπουργός έχει δείξει ότι ακούει, δεν επαναπαύεται στα βολικά σχήματα κι όπου χρειάζεται, προχωρά σε κινήσεις διορθωτικές. Οφείλει να αποκαταστήσει τη διαφαινόμενη αδικία που δεν θα βάλει ταφόπλακα σε ένα τυχαίο Καφέ, αλλά θα στερήσει από τους Αθηναίους μια ανάσα παιδείας.