Στην αυγή της προϊστορίας, οι άνθρωποι κατοικούσαν στην ύπαιθρο, αλλά και σε σπήλαια και βραχοσκεπές. Λίγο μετά, οι λόφοι και οι γήλοφοι έγιναν εξαιρετικά σημεία εγκατάστασης, καθώς έδιναν τη δυνατότητα κατόπτευσης του χώρου. Στη Νεολιθική Εποχή, έχουμε ήδη κτίσματα και πιο σύνθετα τεχνουργήματα, από τα οποία οι αρχαιολόγοι μαθαίνουν πολλά για το παρελθόν κατά τα χρόνια που δεν είχε εφευρεθεί ακόμα η γραφή, ώστε να υπάρχουν γραπτές πηγές.
Η Κουτρουλού Μαγούλα είναι γήλοφος μέσα στη θεσσαλική πεδιάδα. Εκεί δημιουργήθηκε ένας οικισμός που έζησε κατά τη διάρκεια της Αρχαιότερης και της Μέσης Νεολιθικής (7η και 6η χιλιετία π.Χ.). Ο γήλοφος υψωνόταν καθώς ο οικισμός ξαναχτιζόταν πάνω στα ίδια του τα κατάλοιπα. Τα νέα ευρήματα της ανασκαφής παρουσίασαν στον Βόλο κατά τη διάρκεια του Αρχαιολογικού Έργου Θεσσαλίας- Στερεάς Ελλάδας η επίτιμη διευθύντρια του υπουργείου Πολιτισμού Νίνα Κυπαρίσση- Αποστολίκα με τους συνεργάτες της.
Η κα Κυπαρίσση ερευνά την περιοχή από το 2001, ενώ από το 2010 συνδιευθύνει με τον καθηγητή Γιάννη Χαμηλάκη, τις έρευνες που υλοποιούνται στο πλαίσιο προγράμματος συνεργασίας της αρχαιολογικής υπηρεσίας και του αγγλικού πανεπιστημίου, μέσω της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Για την ανακοίνωση εκτός από τους δύο αρχαιολόγους Ν. Κυπαρίσση- Αποστολίκα και Γ. Χαμηλάκη, συνεργάστηκαν επίσης οι Β. Τσάμης, Τ. Loughlin, N. Zorzin
Πρόκειται για έναν μεγάλο οικισμό με τα δεδομένα της εποχής του, καθώς οι περισσότερες μαγούλες αυτής της περιόδου είναι γύρω στα 20 στρέμματα. Αυτός εκτείνεται σε 37 στρέμματα και σώζει πολλά λείψανα λιθόκτιστων σπιτιών. Έχουμε τοίχους από πέτρες όχι μόνο στα θεμέλια όπως συνηθίζεται, αλλά και άνω του ενός μέτρου, όπως μαρτυρούν τα σωζόμενα κατάλοιπα. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η οργάνωση του χώρου. Κατά την τοπογραφική και γεωφυσική έρευνα βρέθηκαν αναβαθμοί και περιμετρικοί τάφροι, έργα μάλλον κοινοτικά, καθώς απαιτούν πολλή δουλειά για να γίνουν.
Ο ρόλος της αρχιτεκτονικής
«Με βάση τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, η θέση της Κουτρουλού Μαγούλας φαίνεται να αποτελεί έναν από τους κεντρικότερους, ως προς τον ρόλο τους, οικισμό της Μέσης Νεολιθικής στα όρια της δυτικής με την ανατολική Θεσσαλία» είπαν οι ανασκαφείς κατά την παρουσίαση στο συνέδριο «Τα εντυπωσιακά από κατασκευαστική και αισθητική άποψη κτίρια παραπέμπουν στον κεντρικό κοινωνικό και ιδεολογικό ρόλο της αρχιτεκτονικής, ενώ η κατασκευή, συντήρηση και μέριμνα, αλλά και εσκεμμένη καταστροφή κάποιων κτιρίων φαίνεται να ήταν συνεχείς και δια βίου δραστηριότητες. Η παρουσία των κεραμικών κλιβάνων, που έρχονται να προστεθούν σε αυτούς που ανασκάφηκαν πρόσφατα τόσο στην πολύ κοντινή Ίμβρου Πηγάδι (στα 3χλμ), αλλά και στη θέση Ριζάβα, λίγα χιλιόμετρα δυτικότερα, θέτουν ερωτήματα για τον κοινωνικό ρόλο τέτοιων κατασκευών, τη χωρική τους κατανομή, αλλά και την πιθανή σχέση τους με συγκεκριμένου τύπου κεραμική.
Η σπάνια πρώιμη Νεολιθική ταφή αλλά και ο σχετικά μεγάλος αριθμός σκόρπιων ανθρώπινων οστών μέσα στον οικισμό μας επιτρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα της συζήτησης για τη διαχείριση της κοινωνικής και γενεαλογικής μνήμης, αλλά και των συναισθημάτων και της συν-κίνησης. Ο τεράστιος αριθμός ειδωλίων που ξεπερνά τα 500 μας προσφέρει άφθονο υλικό για να προσεγγίσουμε τις προσλήψεις και τους πειραματισμούς των ανθρώπων της Νεολιθικής για το σώμα, το φύλο, και για τα όρια ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο. Τέλος η μνημειακότητα των περιμετρικών τάφρων συνιστούν την αποθέωση της συλλογικότητας. Η Κουτρουλού Μαγούλα, μαζί με άλλες θέσεις που ερευνώνται τα τελευταία χρόνια, μας επιτρέπει να ξαναγράψουμε την ιστορία της Νεολιθικής Θεσσαλίας».
Οι ανασκαφές των τελευταίων χρόνων, τα αποτελέσματα των οποίων παρουσιάστηκαν, έχουν αποκαλύψει ένα ασυνήθιστα μεγάλο κτίριο, διαστάσεων περίπου 9.22/30Χ8.30μ., το οποίο εντάσσεται στην αρχαιότερη οικοδομική φάση στον συγκεκριμένο κεντρικό χώρο, στο ψηλότερο τμήμα της μαγούλας. Πάνω από αυτό δημιουργήθηκε ένα πιο επιτηδευμένο αρχιτεκτονικά κτίριο, που ανήκει στη νεότερη οικοδομική φάση. Η νότια πλευρά αυτού του μεγάλου κτιρίου, χάνεται μέσα σε άσκαφτες αρχαιολογικές επιχώσεις, δηλαδή κάτω από το υπερκείμενο κτίριο της νεώτερης οικοδομικής φάσης, το οποίο δεν επιτρέπει την αναζήτηση της υποκείμενης φάσης σε αυτό το τμήμα.
Το 2019, πέραν πάσης αμφιβολίας, ύστερα από τη σύνδεση διαφόρων καταλοίπων, είδαν πως δύο σκέλη συνδέθηκαν κατά την ανασκαφή «αποτελώντας τον βόρειο τοίχο του μεγάλου, αρχαιότερου κτιρίου, ο οποίος πλέον είχε μήκος 9,30μ. και άρα το οικοδόμημα είχε εμβαδόν πάνω από 77 τ.μ., μέγεθος ασυνήθιστο γι’ αυτή την περίοδο. Η δυτική πλευρά αυτού του κτιρίου, που όπως αναφέρθηκε ήδη, χάνεται κάτω από άσκαφτες επιχώσεις έχει προγραμματιστεί να ανασκαφεί φέτος (2022), καθώς είναι και το μόνο τμήμα αυτού του κτιρίου που δεν καλύπτεται πλήρως από την υπερκείμενη οικοδομική φάση και η μόνη περιοχή αναζήτησης ευρημάτων της κατώτερης φάσης εντός του κτίσματος. Γνωρίζουμε όμως το εκτιμώμενο μήκος της, σύμφωνα με το αντίστοιχο της ανατολικής πλευράς (περίπου 8,30μ)».
Μεταξύ της παλαιότερης και της νεότερης οικοδομικής φάσης μεσολαβεί μία επίχωση πάχους περίπου 50 εκ. Οι ανασκαφείς δεν βιάζονται να παραθέσουν τα συμπεράσματά τους και περιμένουν τα αποτελέσματα σχετικών αναλύσεων. Εκτιμούν όμως, ότι είναι «πολύ πιθανό να πρόκειται για πλατφόρμα η οποία δημιουργήθηκε με σκοπό να στηθεί επάνω το σπίτι της νεότερης φάσης. Το μικρότερο μέγεθος του οικήματος της νεότερης φάσης θα μπορούσε να αποδοθεί στην απόφαση δημιουργίας ενός μικρότερου κτίσματος, ίσως γιατί το παλαιότερο μεγαλύτερο προκάλεσε προβλήματα ευστάθειας, ακριβώς λόγω του μεγάλου μεγέθους του, αφού κάτι τέτοιο πιθανόν υπονοείται και από τη σχετική παρέκκλιση του μεγάλου βόρειου τοίχου σε τμήμα του, αλλά και από την επισκευή της ΒΔ γωνίας του.
Κατάλοιπα κοπριάς ζώων φαίνεται πως υπήρχαν εσωτερικά του βόρειου τοίχου του μεγάλου οικοδομήματος υπονοώντας μάλλον συνύπαρξη ανθρώπων και ζώων, τουλάχιστον για κάποια διαστήματα. Το ύψος των τοίχων της προαναφερθείσας ΒΔ γωνίας φθάνει τα 0,90μ. και ανάλογο ύψος σώζεται εν μέρει και στην ανατολική πλευρά του παλαιότερου κτιρίου, που υποδεικνύουν πιθανόν ότι ολόκληροι οι τοίχοι ίσως ήταν πέτρινοι, κάτι που δεν ισχύει για τη νεότερη φάση. Και σε αυτή την αρχαιότερη φάση οι τοίχοι είναι με τις πέτρες τοποθετημένες λοξά ακολουθώντας τη λιθοδομία του ψαροκόκαλου, όπως και στη νεότερη φάση και αυτό φαίνεται να είναι μια ιδιαίτερη αισθητική επιλογή ασυνήθιστη σε άλλες θέσεις».
Λιθόκτιστα
Όλους τους αποκαλυφθέντες τοίχους του παλαιότερου κτιρίου περιτρέχει λιθόκτιστη αντηρίδα σε άμεση επαφή με τους εξωτερικούς τοίχους, η οποία μάλιστα αρχικά και κατά την πρώτη παρουσίαση, είχε εκτιμηθεί ως μία επιπλέον οικιστική φάση. «Τέτοιες κατασκευές έχουν βρεθεί σε πολλές περιπτώσεις προϊστορικών κτισμάτων, π.χ. στο Διμήνι» σημειώνουν οι ανασκαφείς, «ενώ τις βλέπουμε ακόμη και σήμερα σε λιθόκτιστα αγροτικά σπίτια. Σκοπός τους είναι να υποστηρίζουν τον τοίχο, να διασφαλίζουν τα θεμέλια του σπιτιού από την υγρασία, αλλά παράλληλα ίσως χρησίμευαν και ως κάθισμα των ενοίκων στην αυλή για τις δραστηριότητές τους εκεί.
Σύμφωνα με ραδιοχρονολόγηση καμένων καρπών εσωτερικά του βόρειου τοίχου του κτιρίου και στο βάθος της βάσης του περίπου, η εκτιμώμενη χρονολόγηση του είναι 5830 calBC to 5635 calBC».
Από το 2017, το ερευνητικό πρόγραμμα εστίασε συστηματικά στις παρυφές και την περιφέρεια της μαγούλας. Η προσπάθεια αυτή απέφερε πλούσια ερευνητικά αποτελέσματα. Εν συντομία, όχι μόνο εντόπισαν και διερεύνησαν ανασκαφικά το τμήμα μας μεγάλης και άκρως ενδιαφέρουσας περιμετρικής τάφρου, αλλά βρέθηκαν αντιμέτωποι με δύο αναπάντεχα ευρήματα, ένα συγκρότημα κεραμικών κλιβάνων της Μέσης Νεολιθικής, και μια πρώιμη και ασυνήθιστη νεολιθική ανθρώπινη ταφή, που χρονολογείται στη μετάβαση από την Ανώτερη Νεολιθική στη Μέση Νεολιθική, η αρχαιότερη μέχρι τώρα χρονολόγηση από τη θέση.
Προσέθεσαν πως η τάφρος που είχε εντοπιστεί από το 2012, είχε σκαφτεί μέσα στο φυσικό αργιλικό έδαφος. Αποκαλύφθηκε η παρουσία σκαλοπατιών στα χαμηλότερα στρώματα, που στην ανατολική πλευρά ήταν ιδιαίτερα επιμελημένα. «Το σημαντικό αυτό στοιχείο φανερώνει μια συνεχή χρήση αλλά και πιθανή συλλογή τόσο νερού όσο και πηλού για την κατασκευή πλιθιών και κεραμικής, υπόθεση που θα ελέγξουμε και εργαστηριακά. Οι τάφροι φαίνεται να επιτελούσαν πολλαπλούς ρόλους: συμβολικά όρια του οικισμού στο χώρο, μηχανισμοί άμυνας απέναντι στις πλημμύρες, αλλά και αγωγοί συγκέντρωσης και συλλογής του νερού, καθώς και πηγές εξόρυξης υλικών. Η εύρεση 12 πεσσών σφενδόνης μέσα σε διαφορετικά σημεία της επίχωσης χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, αλλά ενδέχεται να σχετίζεται με την διαχείριση κοπαδιών ζώων» ανέφεραν.
«Έχουμε ήδη υποστηρίξει πως οι τάφροι αυτές, γνωστές πλέον και μέσα από τη γεωφυσική έρευνα από αρκετούς άλλους οικισμούς της εποχής, συνιστούσαν κοινοτικά έργα που απαιτούσαν τεράστια επένδυση χρόνου και εργασίας, και ήταν κατά κάποιο τρόπο μνημεία. Αρνητικά, υπόγεια μνημεία, που παραπέμπουν στο πνεύμα της συλλογικότητας και θα πρέπει να θεωρηθούν εξίσου σημαντικά με τις υπέργειες, μνημειώδης κατασκευές από πέτρα» κατέληξαν οι επιστήμονες».