«Σύντροφος είναι αυτός με τον οποίο συν-τρεφόμαστε μεταφορικά και κυριολεκτικά, ο χρόνος που διανύουμε μαζί, μας προσφέρει ευδαιμονία, μας ''τρέφει'' και προχωράμε». Τα λόγια αυτά του ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου από ξενάγησή του στην έκθεσή του «Τα στοιχειώδη» (Μουσείο Μπενάκη, 2013) ανακαλώ με αφορμή τη θέαση (2/11) της εναρκτήριας ταινίας του 64ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, «Στη φωτιά» του Τραν Αν Χουνγκ, στο κατάμεστο «Ολύμπιον». Προσθέτοντας, στα λεγόμενα του Μποκόρου, μιας συν-τροφικότητας που δεν αφήνει τους δύο μετέχοντες «διψασμένους» ή «πεινασμένους».
Οι μυρωδιές κι οι γεύσεις των φαγητών εμπλέκονται νοητά με τα πρόσωπα που τα δημιουργούν, χτίζουν αναμνήσεις που ανακαλούνται με μία ικμάδα της μυρωδιάς ή της ευχαρίστησης του ουρανίσκου. Τροφοδότες τα πρόσωπα που εμπλέκονται, κι η μαγειρική τέχνη –εκτός από κουλτούρα και παράδοση– είναι πράξη αγάπης και φροντίδας. Αρκεί να θυμηθούμε τη μητέρα και τη γιαγιά μας, την ιδιαίτερη μυρωδιά και γεύση του «μαμαδίστικου» ή/ και «γιαγιαδίστικου» φαγητού και τη χειρονομία άλλων ανθρώπων που συνέβαλαν στη συντροφικότητα.
Αυτού του είδους η πράξη αγάπης που εκτελείται κατ ουσίαν με τα χέρια και άξονα τη σωστή σύνδεση των υλικών και τη φαντασία, εγείρει την πλειονότητα των αισθήσεων σαν το αποτέλεσμα είναι άρτιο. Όπως συμβαίνει στην υπόθεση της ταινίας που εκτυλίσσεται στον 19ο αιώνα, «Στη φωτιά», στην οποία ο έρωτας συνδέεται με την απόλαυση του φαγητού, αναπτύσσεται και ολοκληρώνεται ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές: την Εζινέ (Ζιλιέτ Μπινός), τη μαγείρισσα του γκουρμέ γαιοκτήμονα Ντοντέν Μπουφάν (Μπενουά Μαζιμέλ).
Αμφότεροι μελετούν συνταγές και τις εκτελούν, μοιράζονται την κουζίνα και τη ζωή τους δίχως τα δεσμά του γάμου αλλά στο πλαίσιο ενός τρόπου ζωής στον οποίο μήτε διψούν μήτε πεινούν, αφήνοντας ένα διακριτικό, φεμινιστικό σχόλιο. «Στην πραγματικότητα, η ταινία που σκηνοθέτησε ο Τραν Αν Χουνγκ υπερβαίνει τη γαστρονομία και γίνεται ύμνος για τη ζωή και τον ακατανίκητο έρωτα, ο οποίος βέβαια περνάει μέσα από τις μνήμες των γεύσεων και από την παράδοση μιας ξεχωριστής μαγειρικής τέχνης συνυφασμένης με τον πολιτισμό», όπως τόνισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Ορέστης Ανδρεαδάκης, προλογίζοντας την ταινία κατά την τελετή έναρξης του Φεστιβάλ.
Από την ταινία «Στη φωτιά». Πηγή φωτ.: Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
Η όρεξη κι η επιθυμία να δροσιστούν τα χείλη συνάδει με την επιθυμία για ζωή, γι’ αυτό και η «φυγή» σημαντικών στη ζωή μας ανθρώπων στερεί την επιθυμία και τα χείλη δεν θέλουν να γευτούν. Η αντικατάσταση ανθρώπων –ειδεμή όταν η απώλεια είναι νωπή– δεν ενδείκνυται ή δεν είναι στον ίδιο βαθμό, όπως σημειώνεται στην ταινία η οποία αναζητεί τα μυστικά συστατικά της αγάπης και της ανθρώπινης επαφής.
Τι είναι εν τέλει η ευτυχία; «Ευτυχία είναι να συνεχίζεις να ποθείς αυτό που έχεις ήδη», σημειώνει ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Όσο για την παρομοίωση του δεσμού με το φαγητό, αναφέρω τη φράση του: «ο γάμος είναι ένα δείπνο που ξεκινά με το επιδόρπιο».
Ξεχωρίζω τα κοντινά στα πρόσωπα πλάνα κυρίως με έμφαση στο στόμα και τη μύτη –καθώς η όσφρηση προηγείται της γεύσης του φαγητού– τα μονοπλάνα μέσης διάρκειας όταν η σκηνή αφορά στην παρασκευή φαγητών. Στην προκειμένη, τα κοντινά έως πολύ κοντινά πλάνα στα συστατικά του φαγητού, ενώ έμφαση δίνεται στον μεγάλο χώρο της κουζίνας με τα πολλά σκεύη και τα υλικά που απαιτούνται για τη δημιουργία κάθε πιάτου.
Δημιουργούνται (σ.σ στην ταινία) δεσμοί και ενδυναμώνονται μεταξύ των προσώπων που μετέχουν στη μαγειρική διαδικασία, κι έτσι η σκυτάλη δίνεται στο κοινό να αναλογιστεί τη σχέση του με τους ανθρώπους που μοιράζεται τη διαδικασία του φαγητού, όποτε και εάν το επιτρέπουν οι συνθήκες της καθημερινότητας.
Από την ταινία «Στη φωτιά». Πηγή φωτ.: Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
Η μαγειρική και η απόλαυσή της είναι ένα case study για τη φύση των ανθρώπινων σχέσεων διαχρονικά. Την τοποθετώ (σ.σ τη μαγειρική, μη κυριολεκτική σημασία) στο πλαίσιο ενός διεθνούς φεστιβάλ, όπως της Θεσσαλονίκης, καθώς η πραγματοποίησή του είναι πράξη φροντίδας των μετεχόντων σε αυτό. Ποια είναι η «τροφή» που οι δημιουργοί καταθέτουν στα φεστιβάλ; Σαφώς, οι ταινίες τους.
«Άνθρωποι που μοχθούν, ερωτεύονται, γυρίζουν ταινίες που αποτυπώνουν φόβους και εκφράζουν ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο. Οι άνθρωποι αυτοί καταθέτουν ταινίες στο φεστιβάλ. Ας ονειρευτούμε μέσα από τις ταινίες του φεστιβάλ», ανέφερε –μεταξύ άλλων– η γενική διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Ελίζ Ζαλαντό, πριν την προβολή της ταινίας «Στη φωτιά», ανακοινώνοντας –μεταξύ άλλων– τη μετονομασία του βραβείου «Χρυσού Αλέξανδρου», του ενισχυμένου και διευρυμένου τμήματος Meet the Neighbors+, σε «Χρυσός Αλέξανδρος - Μισέλ Δημόπουλος», τιμώντας τον εκλιπόντα που διετέλεσε για χρόνια διευθυντής του Φεστιβάλ.
«Τιμούμε τον άνθρωπο στον οποίο το φεστιβάλ χρωστάει τη σημερινή του μορφή, τον άνθρωπο που έμαθε σινεμά σε μία ολόκληρη γενιά. Ο Μισέλ κοίταξε πέρα από τα σύνορα της χώρας στο σινεμά της γειτονιάς μας και ολόκληρου του κόσμου. Οι ταινίες που περιλαμβάνονται σε αυτό το τμήμα προέρχονται από 36 χώρες αυτής της γειτονιάς», όπως υπογράμμισε η κα. Ζαλαντό, παρουσία του υφυπουργού Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού, Χρίστου Δήμα, της προέδρου του ΔΣ του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και καθηγήτριας Θεωρίας του Κινηματογράφου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ελευθερίας Θανούλη, της Αντιπεριφερειάρχη Μητροπολιτικής Ενότητας Θεσσαλονίκης, Βούλας Πατουλίδου, και φυσικά, του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ, Ορέστη Ανδρεαδάκη, εκπροσώπων του Τύπου και το κοινό.
Η Ελίζ Ζαλαντό κοιτάζει τη φωτογραφία του Μισέλ Δημόπουλου, στη σκηνή του «Ολύμπιον». Πηγή φωτ.: Facebook/ Thessaloniki International Film Festival
Η εναρκτήρια ταινία μας άνοιξε την όρεξη, κυριολεκτικά, αλλά και μεταφορικά για τις υπόλοιπες ταινίες του Φεστιβάλ. Μεταξύ των όσων ο κινηματογράφος εμπεριέχει είναι η ομορφιά και η προσπάθεια. Ανακαλώ μία από τις φράσεις που διάβασα περιηγούμενη στο Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: «ο κινηματογράφος είναι τα δικά μας φιλμ». Των ανθρώπων για τους ανθρώπους.
* Η ταινία «Στη Φωτιά» είναι βασισμένη στο μυθιστόρημα «La vie et la passion de Dodin-Bouffant, gourmet» του Μαρσέλ Ρουφ, απέσπασε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο εφετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών και αποτελεί την υποψηφιότητα της Γαλλίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας. Θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες από τη Rosebud.21, στις 9 Νοεμβρίου.