Ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση του κοιτούν καταπρόσωπο το…τέρας! Έχουν τον πλέον σκληρό αντίπαλο. Η αντιπολίτευση τους είναι το ίδιο το Κράτος, το οποίο οφείλουν να διοικήσουν. Και επιπλέον, είναι οι μοναδικοί υπεύθυνοι έναντι των πολιτών, σε κάθε «στραβό» συμβάν φέρει η ώρα, το λάθος ή η αβλεψία οποιουδήποτε κρατικού υπαλλήλου. Κι ενώ, το προσωπικό είναι απολύτως προφυλαγμένο με τη μονιμότητα, τις επιτροπές προσωπικού, όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι συνδικαλιστές, χωρίς καμία αξιολόγηση για την αποτελεσματικότητά τους, οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι είναι οι απόλυτα εκτεθειμένοι έναντι των ψηφοφόρων.
Παλαβό δείχνει, αλλά έτσι είναι φτιαγμένο να διοικείται το ελληνικό Κράτος κι είναι να απορεί κανείς πως με τόση ευκολία οι πολιτικοί «μας» σπεύδουν με μεγάλη χαρά να αναλάβουν υπουργικά καθήκοντα.
Άγνοια κινδύνου ή απλώς υπέρμετρη φιλοδοξία; Αυτό ας αναζητηθεί, ιδιαιτέρως, στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή…
Συνηθίζουμε να λέμε εμπειρικά πάντα πως η δεύτερη τετραετία είναι, συνήθως, η δυσκολότερη ακόμη και για μια κυβέρνηση με τις καλύτερες προοπτικές. Γεμάτη παραδείγματα η τελευταία 20ετία. Θα μας απασχολήσει η πρόσφατη περίπτωση.
Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Με ποσοστό 41%, ως αποτέλεσμα δύο συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων και σε απόσταση είκοσι μονάδων από τον αντίπαλο της, δεν θα μπορούσε να έχει πιο τέλεια εκκίνηση. Κι όμως, κόλλησε προτού προλάβει να κάνει τα πρώτα της βήματα.
Υπουργοί σε καινούργια πόστα, για τους ίδιους, ήρθαν αντιμέτωποι με τα γεγονότα. Τα συμβάντα αποδείχθηκαν πιο ισχυρά από εκείνους που δεν πρόλαβαν να προσαρμοστούν στις ανάγκες του υπουργικού τους πόστου.
Είναι φανερό, πως τα γεγονότα νικούν την Κυβέρνηση. Υποχρεωμένη να υπερασπίζεται αναγκαστικά την κρατική λειτουργία με τους ξεπερασμένους κανόνες, ξοδεύει διαρκώς τα αποθέματα του πολιτικού της κεφαλαίου. Χάνει και στην ουσία και στις εντυπώσεις. Εμφανίζεται αδύναμη, όταν αραδιάζει δικαιολογίες για να αμυνθεί και εκτίθεται στους ψηφοφόρους της, που την επιθυμούν δυναμική μπροστά στα προβλήματα.
Τα απανωτά σκληρά γεγονότα, του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη και της δολοφονίας της νεαρής γυναίκας, μπροστά στα μάτια φρουρού έξω από αστυνομικό τμήμα όπου κατέφυγε για να ζητήσει αστυνομική βοήθεια, είναι εκείνα που ξεχείλισαν και το θυμό των πολιτών αλλά και τη βεβαιότητά τους για τη λύση που πρέπει να δοθεί.
Το Κράτος «μας» για να γίνει Κράτος πρέπει να εφαρμοστεί η πραγματική αξιολόγηση του προσωπικού, η χρηματική επιβράβευση των εργαζομένων που έχουν τη διάθεση να αποδώσουν στον τομέα ευθύνης τους και να αρθεί η μονιμότητα.
Προφανώς, το τελευταίο δεν μπορεί να αποφασιστεί μόνο από την Κυβέρνηση. Απαιτείται Συνταγματική αλλαγή και προφανώς πρέπει να είναι προϊόν συμφωνίας του πολιτικού συστήματος. Εύκολη υπόθεση δεν τη λες. Περιμένεις ωστόσο από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη να τολμήσει να ανοίξει τη συζήτηση. Προηγουμένως να εφαρμόσει ευλαβικά τις δύο πρώτες προϋποθέσεις, που θα βοηθήσουν να λειτουργήσει κάτι καινούργιο.
Η πραγματική, κανονική αξιολόγηση θα αποκάλυπτε και θα αποτύπωνε την εικόνα του Κράτους. Δεν είναι καλύτερο να γνωρίσει η Κυβέρνηση ως διαχειρίστρια του Κράτος το ακριβές ποσοστό του προσωπικού που είναι ικανό και έχει τη διάθεση να εργαστεί σοβαρά; Ώστε το υγιές κομμάτι να μην επηρεάζεται από το υπόλοιπο που απλώς βρήκε ασφαλές «μουράγιο» στην κρατική προστασία. Όχι φυσικά για να απολυθούν οι μη αξιολογημένοι, αυτό θα προκαλούσε κοινωνικό πρόβλημα. Όσοι εκ των δημοσίων υπαλλήλων δεν θα ενδιαφέρονταν για τη δουλειά τους, θα μπορούσαν να μπουν σ’ ένα καθεστώς εφεδρείας έως ότου συνταξιοδοτηθούν…
Η συντήρηση της σημερινής πραγματικότητας, είναι βέβαιο ότι θα γεννά μόνο προβλήματα.
Εάν δεν τολμήσει η σημερινή Κυβέρνηση, τότε ποιος;…