Στην Αριστερά η διαφωνία μεταξύ συντρόφων δεν αρκεί. Πρέπει να επενδυθεί και με το μίσος. Φυσικά η διαφωνία, για πολλές δεκαετίες, ήταν απαγορευμένη και οι διαφωνούντες είτε διαγραφόταν στιγματιζόμενοι είτε σε χαλεπούς καιρούς αναχωρούσαν για το ταξίδι προς το Επέκεινα. Να μην αναφερθώ σε ιστορικά περιστατικά ούτε να παραθέσω ονόματα στιγματισμένων και δολοφονημένων στελεχών της Αριστεράς από συντροφικές σφαίρες. Και δεν το γενικεύω, αλλά αναφέρομαι σε Έλληνες κομμουνιστές που εξοντώθηκαν από χέρι συντρόφου τους.
Πριν από 69 ακριβώς χρόνια, τον Σεπτέμβριο 1955, στην Τασκένδη όπου ζούσε η πιο δυναμική κοινότητα των πολιτικών προσφύγων, οι προσκείμενοι στον Νίκο Ζαχαριάδη τσάκισαν στο ξύλο με ρόπαλα και στειλιάρια τους αντιφρονούντες, υπό την ανοχή των τοπικών σοβιετικών αρχών. Τα νοσοκομεία της Τασκένδης γέμισαν από αντιζαχαριαδικούς.
Η διαμάχη στο εσωτερικό του ΚΚΕ ήταν και το αποτέλεσμα της διαμάχης στα ύψιστα κλιμάκια του ΚΚΣΕ μεταξύ του Χρουστσόφ και των πιστών στον Στάλιν Μολότοφ, Καγκανόβιτς, Σεπίλωφ κλπ. Αλλά η βασική αιτία ήταν η ήττα του ΔΣΕ στον ελληνικό εμφύλιο. Μια μερίδα των στελεχών του ΚΚΕ δεν αρκέστηκε στην ερμηνεία του Ζαχαριάδη για τις ευθύνες του Τίτο, αλλά ζητούσε να αποδοθούν ευθύνες και στην καθοδήγηση του Κόμματος.
Ανέκαθεν η Αριστερά βίωνε τραυματικά την ήττα, καθώς αυτή αποτυπωνόταν κυρίως στο φαντασιακό επίπεδο. Άνθρωποι που ήταν δεμένοι με την κοσμοθεωρία τους με θεολογικούς όρους, αναζητούσαν αιρετικούς και μάγισσες για την πυρά. Έτσι, η ήττα δεν αντιμετωπίζονταν με ορθολογικό τρόπο, αλλά με την παραγωγή εσωτερικών εχθρών που έφεραν και όλο το βάρος της ευθύνης για αυτήν. Ο εσωτερικός εχθρός απαιτούσε επαγρύπνηση η οποία οδήγησε στο δόγμα «ο εχθρός με το κόκκινο βιβλιάριο», δηλαδή την κομματική ταυτότητα.
Έτσι, εκτός από την ήττα στον Εμφύλιο, βίωσαν τραυματικά και την επιβολή της δικτατορίας. Το πρωτοσέλιδο της «Αυγής» που τυπώθηκε στις 20 Απριλίου 1967 εξηγούσε στους αναγνώστες της γιατί δεν πρόκειται να επιβληθεί δικτατορία. Αυτή η νέα ήττα λειτουργώντας σωρευτικά μέσα σε ένα ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς, οδήγησε στη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1968. Λίγο αργότερα, στον τόπο εξορίας Λακκί της Λέρου, με αφορμή την εισβολή των δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία, τα λίγα στελέχη που την καταδίκασαν, ξυλοκοπήθηκαν άγρια από τους λεγόμενους κολιγιαννικούς, δηλαδή από τους εξόριστους που συντάχθηκαν με το γραφείο εξωτερικού του ΚΚΕ.
Θα μπορούσα να αναφερθώ και στα περίφημα ΚΝΑΤ που έδρασαν στις καταλήψεις των πανεπιστημίων το 1979 με αφορμή τον νόμο 815, αλλά το θέμα είναι εξαντλημένο.
Φυσικά, την εποχή των ΜΜΕ και κυρίως του Διαδικτύου τέτοιες συμπεριφορές βίαιης επίλυσης των ενδοαριστερών διαφορών έχουν περιοριστεί σημαντικά. Για να ακριβολογώ, περιορίστηκε η βία. Το μίσος παραμένει μεταξύ των δύο πλευρών. Σήμερα, όποιος διαβάζει το τι γράφουν οι φίλοι του Κασσελάκη για τους απέναντι και το αντίστροφο, διερωτάται πώς όλοι αυτοί συνυπήρχαν στο ίδιο κόμμα, ενώ λόγω αυτού του πρωτοφανούς κλίματος, είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι η παλαιοκομματική φρουρά, που συνασπίστηκε εναντίον του εκλεγμένου από τη βάση Κασσελάκη, θα του παραδώσει ποτέ την εξουσία.
Θα γίνουμε μάρτυρες μεθοδεύσεων βγαλμένων μέσα από τις πιο σκοτεινές στιγμές του αριστερού κινήματος στην Ελλάδα, προκειμένου να μην επιστρέψει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ο Κασσελάκης. Η σχετική τεχνογνωσία που διαθέτουν οι απαράτσικ είναι υψηλού επιπέδου.