Πολλά γράφονται εδώ και αρκετές ώρες για την εμφάνιση στη βουλή ενός υπερσυντηρητικού κόμματος (Νίκη) και ενός κόμματος με ρίζες στη «Χρυσή Αυγή» (Σπαρτιάτες). Ο Βελόπουλος ήδη υπήρχε. Συνολικά και τα τρία κόμματα αθροίζουν 12,77% που δεν απέχει πολύ από το 11% που άθροιζαν οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» με τη «Χρυσή Αυγή» στις πρώτες εκλογές του 2015. Δεν καταγράφεται διαφορά σε επίπεδο τάξης μεγέθους. (Για να μην ανατρέξω στα θηριώδη ποσοστά της ακροδεξιάς στις εκλογές του 2012).
Όσοι κάνουν πως πέφτουν από τα σύννεφα με το 12,77% ή είναι άσχετοι ή προσπαθούν να «κοντύνουν» τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας.
Συνεκτιμώντας και κάποια γεγονότα, νομίζω πως τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από κάποιο χρονικό σημείο και μετά, δεν τον ενδιέφεραν τα όσα γινόταν στα δεξιά του. Παραιτήθηκε από την αντιμετώπισή τους, αν και είχε τη δυνατότητα, για δύο λόγους:
Πρώτον, διότι μια αντιμετώπιση της υπερσυντηρητικής Δεξιάς θα αλλοίωνε τη φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας, όπως τη διαμόρφωνε σταδιακά ο ίδιος. Οι όποιες πολιτικές παρεμβάσεις έγιναν, εξαντλήθηκαν στις περιοδείες συγκεκριμένων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας στις προβληματικές περιοχές. Μέχρις εκεί.
Δεύτερον, διότι θα ήταν αβέβαιη η αποτελεσματικότητα μιας οποιασδήποτε σχετικής προσπάθειας, υπό την έννοια ότι μπορεί να κέρδιζε δύο ψήφους από τα δεξιά του, αλλά να έχανε τέσσερις από τα αριστερά του.
Τελικά, η επιλογή του να παραμείνει αδιάφορος στο τι συνέβαινε στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, δικαιώθηκε εκ του εκλογικού αποτελέσματος. Το ισοζύγιο εισροές/εκροές ήταν ισοζύγιο νίκης.
Αυτό που δεν έγινε αντιληπτό πρωτίστως από τον ΣΥΡΙΖΑ και ακολούθως από τη δεξιά συνιστώσα του, είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πέτυχε να αλλάξει τη φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας, με βελούδινο τρόπο, χωρίς τριβές και εσωκομματικές συγκρούσεις. Και μάλιστα, ενώ κυβερνούσε.
Σήμερα, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το εγχείρημά του να μεταμορφώσει πρωτίστως και να ανανεώσει συγχρόνως την ιστορικότερη παράταξη του νέου Ελληνικού Κράτους, για έναν απλό λόγο: Γιατί ο πρωθυπουργός στο βιογραφικό του έχει μόνον νίκες. Είναι αήττητος. Δεν πρόκειται για εγκώμιο, πρόκειται για διαπίστωση. Και όταν ένας προπονητής φέρνει τίτλους στον σύλλογο όλοι τον αποθεώνουν. Ουδείς τολμά να αμφισβητήσει τις επιλογές του, ακόμα και αυτές που, εκ πρώτης όψεως, σχολιάζονται.
Σήμερα, με τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός τι έκανε; Αποτύπωσε στο κυβερνητικό σχήμα αυτό που έγινε στη βάση της κοινωνίας. Την ώσμωση της Νέας Δημοκρατίας με ένα κομμάτι της Κεντροαριστεράς. Μετέφερε στην κορυφή τις διεργασίες της βάσης, όπως αυτές αποκρυσταλλωνόταν σταδιακά μέσα στο χρόνο, από το 2016 ως τις ημέρες μας.
Να το αντιληφθούμε. Το καθοριστικό σημείο των δύο συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων δεν είναι μόνον η εξαέρωση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι πρωτίστως η διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού τοπίου στο οποίο κυριαρχεί η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Όλες οι ιστορικές παρατάξεις διευρύνονται και ανανεώνονται και για αυτό είναι και ιστορικές. Η σημερινή σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου παραπέμπει, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, στις κινήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τόσο κατά την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας όσο και κατά τη διεύρυνση του 1978.
Συμπερασματικά, έχουμε μια ανανεωμένη και νικηφόρα Νέα Δημοκρατία που καλύπτει έναν ευρύτερο χώρο στα αριστερά της, αφήνοντας μοιραία ένα κενό στα δεξιά της. Είναι μια πολιτική επιλογή που δικαιώθηκε.