Βλέπεις καλοκαιριάτικα, χαλαρός, μια ελαφριά περιπέτεια στην τηλεόραση και ξαφνικά πετάγεται ένας ντούρος και οργισμένος μαρξιστής και προσπαθεί να κάνει κριτική στην ταινία με βάση τα ιδεολογικά του πιστεύω. Στην προκειμένη περίπτωση είδα την ταινία του Σπίλμπεργκ «Ιντιάνα Τζόουνς» και έμαθα από τον αρθρογράφο - κριτικό πόσο ισλαμοφοβικός, ρατσιστής και αποικιοκράτης ήταν ο Ιντιάνα Τζόουνς και πως ο πατέρας του ήταν ένας κοινός αρχαιοκάπηλος. Δεν τα σκέφτηκα όλα αυτά. Έτσι αστραπιαία πέρασε από το μυαλό μου ότι ο Νονός «έφαγε» καμιά 500αριά τύπους και ο Τζέημς Μποντ άλλους τόσους.
Πράγματι θα είχε ενδιαφέρον μια μαρξιστική ανάλυση για τον ρόλο του Ιάν Φλέμιγκ στην ιδεολογική κυριαρχία της αστικής τάξης ή για το πόσο ύπουλο ήταν το παιχνίδι του Αντρέι Βάιντα στην πτώση των λαϊκών δημοκρατιών.
Ο περί ου ο λόγος κριτικός - «διανοούμενος», όταν έγραφε το κείμενό του για τον Ιντιάνα Τζόουνς νόμιζε πως κατήγγειλε τον ιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία, την ισλαμοφοβία, τον ρατσισμό, μηνύματα δηλαδή που αυτός ανακάλυψε πως έκρυβε η ταινία. Το επόμενο βήμα του είναι να καταγγείλει τον Λουί ντε Φινές για την αποχαύνωση της γαλλικής εργατικής τάξης και τον Ούγκο Τονιάτσι και τους θρυλικούς φίλους του για τον ρεφορμισμό των Ιταλών κομμουνιστών.
Υπάρχουν και καλύτερα. Στην πυρά ο Αλέκος Σακελλάριος, ο Γιάννης Δαλιανίδης και οι σκηνοθέτες του «εμπορικού» ελληνικού κινηματογράφου, γιατί όταν οι λαϊκές δυνάμεις αγωνιζόταν στις δεκαετίες του 50 και του 60 για την «προκοπή του τόπου», αυτοί με τις «σαχλοταινίες» τους αποκοίμιζαν και αποπροσανατόλιζαν τον λαό. Το ότι και σήμερα, 70 χρόνια μετά, ακόμα γελάμε με τον Σακελλάριο και τον Δαλιανίδη, αυτό είναι ένα άλλο θέμα που η μαρξιστική κριτική το περιφρονεί. Άλλωστε, οι μαρξιστές είναι πάντα θυμωμένοι. Σπάνια γελούν.
Οι σοβαροί άνθρωποι έχουν το κριτικό πνεύμα να γνωρίζουν με ποιες ταινίες θα ασχοληθούν. Να μπορούν να τις ταξιθετούν και να κριτικάρουν αυτές που πιστεύουν πως έχουν πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Γιατί ένα κινηματογραφικό αριστούργημα ξεχωρίζει από το σωρό, διότι κάθε φορά που το βλέπεις, ανακαλύπτεις νέα στοιχεία που δεν τα είχες δει τις προηγούμενες φορές.
Έτσι όσες φορές και να δεις τους «Καταραμένους» του Βισκόντι ή την «Τσαϊνατάουν» και τον «Πιανίστα» του Πολάνσκι ή το «Χωρίς αναισθητικό» του Βάιντα, για να μη μιλήσω για τις ταινίες του Φασμπίντερ, κάθε φορά θα διαπιστώνεις τον κρυμμένο πλούτο αυτών των ταινιών.
Με απλά λόγια, αν θέλεις να καταγγείλεις μια ταινία - βλέποντας την από τη μαρξιστική οπτική - για τα μηνύματα που κουβαλά, η ύλη είναι άπειρη. Σαν πρώτη δόση προτείνω το μιλιταριστικό «Τop gun» και τη σεξιστική, αντιφεμινιστική ελληνική ταινία «Η θεία από το Σικάγο». Και για να ηρεμήσουν οι πούροι μαρξιστές μετά από αυτή τη δοκιμασία, ας δουν την ταινία «Ο Λένιν στην Πολωνία» και τον σοβιετικό «Τζίτζικα».
Πάντως, ευχαριστώ τον συγκεκριμένο κριτικό - διανοούμενο - «νούμερο», γιατί με το κείμενο του - στις δύσκολες ημέρες που διάγω για εξεύρεση θέματος λόγω της εξαέρωσης του ΣΥΡΙΖΑ - μ΄έβγαλε από αυτή τη δεινή θέση, ένα καλοκαιριάτικο απόγευμα, πριν από τον μεγάλο καύσωνα.