Η ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ για τον Μάρτιο 2025 δεν είναι απλώς ένας τόμος δεδομένων. Aποτελεί έναν καθρέφτη που μας δείχνει πώς διαμορφώνεται η μετα-πανδημική πραγματικότητα. Σε μια συγκυρία όπου η πρόσφατη ευημερία αντικαθίσταται από αμφιβολίες για τη βιωσιμότητά της, ο ΟΟΣΑ προβάλλει την ανάγκη να ενισχυθούν οι ελεύθερες αγορές και η ανταγωνιστικότητα. Ορισμένα κεντρικά μηνύματα της έκθεσης πρέπει να απασχολήσουν ιδιαίτερα όσους κατέχουν θέσεις διαμόρφωσης πολιτικής.
Το πρώτο μήνυμα της έκθεσης αφορά την ανάγκη για μείωση της ρυθμιστικής υπερφόρτωσης. Οι υπερβολικοί κανόνες και επιπλέον διαδικασίες δεν απειλούν μονάχα τις μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά κυρίως τις μικρομεσαίες, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά κάθε οικονομίας όπως της Ελλάδας. Η υπερβολική γραφειοκρατία αφαιρεί χρόνο και πόρους, δυσκολεύοντας τις εταιρείες να επενδύσουν στην καινοτομία. Ο ΟΟΣΑ προτρέπει σε απλούστερες και στοχευμένες ρυθμίσεις, έτσι ώστε το κράτος να μην «πνίγει» τις επιχειρήσεις.
Έπειτα, επισημαίνεται η αξία των ευέλικτων αγορών εργασίας. Αν και ο ΟΟΣΑ παραδοσιακά υποστηρίζει ότι η κοινωνική προστασία είναι σημαντική, βλέπει παράλληλα ότι η ακαμψία στη νομοθεσία προσλήψεων-απολύσεων αυξάνει τον φόβο των εργοδοτών να ρισκάρουν σε νέα συμβόλαια. Σε μια Ελλάδα που ήδη παλεύει να πατάξει τη μαύρη εργασία και να μειώσει την ανεργία, η ευελιξία—μέσα σε ένα ευρύτερο δίκαιο πλαίσιο—θεωρείται καθοριστική για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Το τρίτο σημείο συνδέεται με το ανοιχτό εμπόριο και την προσέλκυση επενδύσεων. Οι προειδοποιήσεις που ακούγονται στις ΗΠΑ και την ΕΕ για προστατευτισμό, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, μπορούν να βλάψουν την παγκόσμια αλυσίδα αξίας, επιδεινώνοντας τις τιμές και περιορίζοντας την καινοτομία. Στην ελληνική περίπτωση, η στροφή προς τον οικονομικό απομονωτισμό—είτε σε επίπεδο «αγόραζε μόνο ελληνικά» είτε σε πιο σύνθετες ρυθμίσεις—μπορεί να δημιουργήσει βραχυπρόθεσμες «ασφάλειες», μα περιορίζει σημαντικά την ικανότητα των επιχειρήσεων να αναπτύσσονται διεθνώς.
Σημαντική αναφορά γίνεται στη μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία. Ο ΟΟΣΑ επιμένει πως η μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής πρέπει να γίνεται με τρόπο που δεν υπερφορτώνει τις επιχειρήσεις με διοικητικό βάρος ή άκαμπτα πλαίσια. Αυτό σημαίνει έξυπνες δράσεις, όπως η τιμολόγηση ρύπων ή τα φορολογικά κίνητρα, αντί για χρονοβόρες άδειες και γραφειοκρατία. Χωρίς μια τέτοια προσέγγιση, είναι πιθανό να δούμε τα «πράσινα» οράματα να μένουν σε εξαγγελίες, με πολλές επιχειρήσεις να νιώθουν αποκλεισμένες και επιβαρυμένες.
Τέλος, το πιο κρίσιμο μήνυμα είναι η ανάγκη βαθέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Ο ΟΟΣΑ υπενθυμίζει ότι η ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα ή τα επιμέρους μέτρα ενίσχυσης δεν αρκούν από μόνα τους. Μια χώρα σαν την Ελλάδα χρειάζεται να ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό σύστημα, τη Δικαιοσύνη, την παιδεία και τη δημόσια διοίκηση, αν θέλει να διατηρήσει μια σταθερή αναπτυξιακή πορεία. Αντιθέτως, η αδράνεια μας εκθέτει στις διακυμάνσεις της διεθνούς οικονομίας.
Συνολικά, η έκθεση του ΟΟΣΑ κρούει τον κώδωνα κινδύνου: η Ευρώπη, και ειδικότερα χώρες όπως η Ελλάδα, κινδυνεύουν να χάσουν το «τρένο» αν δεν συνεχίσουν ενεργά τις τολμηρές αλλαγές που χρειάζονται για να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα. Τα δημοσιονομικά εργαλεία υπάρχουν, η συνεργασία με την ΕΕ και τους διεθνείς οργανισμούς αποβαίνει χρήσιμη, αλλά στο τέλος της ημέρας, ο εγχώριος παράγοντας—η πολιτική βούληση και η επιμονή στο άνοιγμα της αγοράς—καθορίζει αν θα μετατρέψουμε τη θεωρία σε πράξη. Σε μια εποχή που ο κόσμος παρακολουθεί τις γεωπολιτικές αναταράξεις, το ελληνικό στοίχημα είναι ξεκάθαρο: ή επενδύουμε σε μια πραγματικά ελεύθερη και ευέλικτη οικονομία, ή κολλάμε σε ένα μοτίβο αναιμικής ανάπτυξης και ανακύκλωσης παθογενειών. Ο ΟΟΣΑ δίνει τον «χάρτη»—μένει να δούμε αν θα ακολουθήσουμε τη διαδρομή.