Η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού στη δημόσια διοίκηση της Ελλάδας παραμένει αναποτελεσματική και ασυντόνιστη. Σήμερα, οι προσλήψεις πραγματοποιούνται από μεμονωμένα υπουργεία και υπηρεσίες, τα οποία ανταγωνίζονται μεταξύ τους για περιορισμένους πόρους. Αυτή η προσέγγιση έχει οδηγήσει σε αβεβαιότητα, αναποτελεσματικότητα και τη συνεχή χρήση προσωρινού προσωπικού για την κάλυψη μόνιμων αναγκών. Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, που κάθε χρόνο καλούνται να καλύψουν κενές θέσεις σε σχολεία χωρίς να έχουν σταθερότητα στη δουλειά τους, καθώς και οι εποχικοί υπάλληλοι σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.
Αυτές οι προσλήψεις έχουν δημιουργήσει ένα παράδοξο: Οι ανάγκες να είναι μόνιμες, αλλά οι λύσεις να παραμένουν προσωρινές. Με την κάθε υπηρεσία να προσπαθεί να εξασφαλίσει προσωπικό για τον δικό της τομέα, χωρίς έναν βασικό προγραμματισμό, η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού παραμένει χαοτική και ατελέσφορη.
Η λύση σε αυτό το χρόνιο πρόβλημα είναι η δημιουργία ενός πραγματικού κεντρικού τμήματος ανθρώπινου δυναμικού (HR), το οποίο θα διαχειρίζεται στρατηγικά ολόκληρο το σώμα των δημοσίων υπαλλήλων. Ένα τέτοιο τμήμα θα μπορούσε να αναλάβει τις προσλήψεις, τις μετακινήσεις, την ανάπτυξη και την εξέλιξη των δημοσίων υπαλλήλων σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης. Η ύπαρξη ενός τέτοιου κεντρικού φορέα θα έδινε στο κράτος τη δυνατότητα να διαχειρίζεται τις ανάγκες του πιο αποτελεσματικά, εξαλείφοντας τις ανακολουθίες και την προσωρινότητα που παρατηρείται σήμερα.
Ένα από τα καλύτερα παραδείγματα τέτοιου οργανισμού είναι το Office of Personnel Management (OPM) της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ. Το OPM είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση του προσωπικού του ομοσπονδιακού τομέα, καθορίζοντας στρατηγικές για τις προσλήψεις, την εκπαίδευση, τις αμοιβές και τη διαχείριση των ανθρώπινων πόρων. Ο ρόλος του OPM δεν περιορίζεται απλώς στην πρόσληψη νέων υπαλλήλων, αλλά επεκτείνεται στη διαμόρφωση μακροπρόθεσμων σχεδίων για την ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων του δημόσιου τομέα. Με αυτόν τον τρόπο, το OPM διασφαλίζει ότι οι ανάγκες του δημόσιου τομέα καλύπτονται με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, αποφεύγοντας την εξάρτηση από προσωρινούς εργαζομένους ή τη διαρκή προσφυγή σε νέες προσλήψεις χωρίς στρατηγική κατεύθυνση.
Αυτό το μοντέλο θα μπορούσε να υιοθετηθεί και στην Ελλάδα, και μάλιστα υπάρχει ήδη ένας φορέας που θα μπορούσε να αναλάβει αυτόν τον ρόλο: το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ). Το ΑΣΕΠ έχει καταφέρει να εδραιωθεί στη συνείδηση των πολιτών ως αξιόπιστος θεσμός, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας σε μια χώρα που έχει πληγεί για αιώνες από το πελατειακό σύστημα, το νεποτισμό και τη διαφθορά. Μέσα από διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες, το ΑΣΕΠ έχει καθιερωθεί ως ένας θεσμός που προάγει τη δικαιοσύνη στις προσλήψεις. Ωστόσο, η λειτουργία του παραμένει περιορισμένη.
Με την επέκταση του ρόλου του ΑΣΕΠ, η Ελλάδα θα μπορούσε να αποκτήσει έναν κεντρικό φορέα που θα αναλαμβάνει όχι μόνο τις προσλήψεις, αλλά και τον ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό για το ανθρώπινο δυναμικό του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένης και της πολυπόθητης αξιολόγησης. Αυτός ο φορέας θα μπορούσε να προσφέρει προβλέψεις για τις μελλοντικές ανάγκες προσωπικού, να διαχειρίζεται την εκπαίδευση και ανάπτυξη των υπαλλήλων και να δημιουργεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων του κράτους.
Η σημασία αυτού του βήματος είναι τεράστια. Σήμερα, οι προσλήψεις στο δημόσιο καθοδηγούνται συχνά από πολιτικά κίνητρα και βραχυπρόθεσμες πρακτικές. Ένα κεντρικό HR τμήμα, με επικεφαλής το ΑΣΕΠ, θα μπορούσε να απομακρύνει τις πολιτικές πιέσεις και να εξασφαλίσει ότι οι προσλήψεις γίνονται με κριτήριο τις πραγματικές ανάγκες του δημοσίου και όχι τις πολιτικές σκοπιμότητες. Θα μπορούσε να προσφέρει μακροπρόθεσμες λύσεις, μειώνοντας την εξάρτηση από προσωρινούς και εποχικούς υπαλλήλους που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα και τη συνέχεια στις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και να μειώσει τη σπατάλη ανθρώπινων (και μη) πόρων που κατά κοινή ομολογία χαρακτηρίζει το σημερινό δημόσιο.
Είναι καιρός να προχωρήσουμε σε μια πιο δομημένη και αποτελεσματική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, μακριά από πελατειακές σχέσεις και πολιτικά συμφέροντα, και να δημιουργήσουμε ένα δημόσιο τομέα που να ανταποκρίνεται καλύτερα στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών.