Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία συνέπεσε με μία από τις πιο κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Με έντονη λαϊκιστική ρητορική, αντισυστημικά μηνύματα και συχνά διχαστικό λόγο, το κόμμα εκμεταλλεύτηκε την αγανάκτηση και τον θυμό της κοινωνίας κατά την κορύφωση της οικονομικής κρίσης. Αυτή η στρατηγική ήταν αρκετή για να του δώσει την ευκαιρία να κυβερνήσει.
Ωστόσο, το πρόβλημα με πολιτικά κινήματα που βασίζονται κυρίως στην αντίθεση προς κάτι είναι ότι, όταν οι συνθήκες εξομαλύνονται, χάνουν τον λόγο ύπαρξής τους. Χωρίς σαφή και θετικό προσανατολισμό, η επιρροή τους μειώνεται και συχνά οδηγούνται σε κατάρρευση.
Από το 2019, αυτή η προδιαγεγραμμένη πορεία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ελλάδα ξετυλίγεται ραγδαία και με στυλ. Πολλοί είχαμε προειδοποιήσει για αυτήν την εξέλιξη από τα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας του ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτικό διάλογο. Όταν για μεγάλο χρονικό διάστημα, το κόμμα δαιμονοποιούσε τους αντιπάλους του και κυριαρχούσε στον δημόσιο λόγο με επιθετική ρητορική. Όταν όμως ανέλαβε την εξουσία, αποδείχθηκε εξίσου αλαζονικός και αναποτελεσματικός με τις προηγούμενες κυβερνήσεις - ίσως και περισσότερο.
Είναι πιθανό ότι αυτά που ζούμε σήμερα είναι το αποτέλεσμα του εφιαλτικού για τη χώρα μας 2015. Η διαχείριση της διαπραγμάτευσης με τους διεθνείς δανειστές, το δημοψήφισμα και η τελική υπογραφή νέου μνημονίου, προεξόφλησαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάποια στιγμή θα επανέλθει στο επίπεδο επιρροής που βρισκόταν πριν την κρίση. Ο ισχυρισμός αυτός πηγάζει από τρία κυρίως σημεία:
Πρώτα, με τις αποφάσεις που έλαβε ο Αλέξης Τσίπρας το 2015, έκλεισε οριστικά την πόρτα της αντι-συστημικής πολιτικής. Ενώ κατόρθωσε να διατηρήσει τη ρητορική του για μερικά χρόνια, η ασυνέπεια λόγων και πράξεων του έχει στερήσει τη δυνατότητα να χτίσει ένα ευρύτερο αφήγημα που θα μπορούσε να καλλιεργήσει σε περίοδο κανονικότητας. Δεύτερον, η σφοδρή σύγκρουση του ΣΥΡΙΖΑ με την πραγματικότητα, τις ευθύνες και τις προκλήσεις διαχείρισης μία άτακτης χρεοκοπίας και την πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, άφησε ανεξίτηλα σημάδια στις “αγνές” αγωνιστικές καρδιές των συντρόφων της Κουμουνδούρου. Το χειρότερο όμως που άφησε, ήταν η ταμπέλα της αναξιοπιστίας που δικαιολογημένα του έβαλαν οι ίδιοι του οι υποστηρικτές. Τέλος, ο συμβιβασμός του 2015, εμπεριείχε και τους σπόρους που όταν μεγάλωναν θα ξερίζωναν το κατασκεύασμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλέξης Τσίπρας, για να παραμείνει στην εξουσία μετά τις εκλογές του 2015, θα έπρεπε να υλοποιήσει πολιτικές που μετά από λίγα χρόνια θα οδηγούσαν τη χώρα στην εξυγίανση. Αν έκανε πίσω, θα έχανε την εξουσία. Αν πήγαινε προς τα εμπρός - όπως και τελικά έκανε - το κόμμα του θα έχανε τα ερείσματά του στην κοινωνία λόγω της αναξιοπιστίας και του συμβιβασμού. Ευτυχώς, ο Αλέξης Τσίπρας προτίμησε το δρόμο που εν τέλει έκανε καλό στην πατρίδα και όχι εκείνον που θα του έδινε μεγαλύτερες ελπίδες παραμονής στο κεντρικό πολιτικό παιχνίδι.
Τώρα, με όλα αυτά που γίνονται τις τελευταίες μέρες, η παρακμή του ΣΥΡΙΖΑ είναι παραπάνω από εμφανής. Το κόμμα δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να προσφέρει ένα πειστικό όραμα για το μέλλον. Η κοινωνία προχώρησε, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε προσκολλημένος σε παρωχημένες πρακτικές και ιδεοληψίες.
Η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί έκπληξη για όσους είχαμε διαγνώσει εγκαίρως τις αδυναμίες του κόμματος. Η πολιτική που βασίζεται στον λαϊκισμό και τη διχόνοια δεν μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα, ειδικά σε καιρούς που οι πολίτες αισθάνονται ότι ζουν σε μία κανονικότητα. Πλέον, η ελληνική κοινωνία αναζητά ευημερία, σταθερότητα και προοπτική — στοιχεία που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να προσφέρει και δεν έχει και τα ιδεολογικά εργαλεία για να το πράξει πειστικά.
Η παρακμή του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα μάθημα για το πώς η πολιτική χωρίς ουσία και προσανατολισμό μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκαταστροφή. Για κάποιους από εμάς, που είχαμε προειδοποιήσει για αυτή την πορεία, η τρέχουσα κατάσταση αποτελεί δικαίωση (με μικρή ομολογουμένως δόση ικανοποίησης).