Μάριο Βάργκας Γιόσα: Μια σπάνια φωνή της ελευθερίας στον λογοτεχνικό κόσμο

Ο θάνατος του Μάριο Βάργκας Γιόσα, την Κυριακή που μας πέρασε, δεν σηματοδοτεί μόνο την απώλεια ενός κορυφαίου συγγραφέα, αλλά και το τέλος μιας σπάνιας πνευματικής παρουσίας που ανοιχτά και τολμηρά υπερασπίστηκε την ιδέα της ελευθερίας απέναντι στο ρεύμα της αριστερής διανόησης. Σε έναν κόσμο όπου οι περισσότεροι διακεκριμένοι λογοτέχνες κρύβονται πίσω από κλισέ περί κοινωνικής Δικαιοσύνης και συλλογικής ευθύνης, ο Γιόσα είχε το θάρρος να υπερασπίζεται τα ατομικά δικαιώματα, τον φιλελευθερισμό και τις ελεύθερες αγορές.

Ο Περουβιανός νομπελίστας ξεκίνησε την πορεία του, όπως πολλοί άλλοι της γενιάς του, γοητευμένος από τα σοσιαλιστικά ιδεώδη. Όμως, σε αντίθεση με τους περισσότερους, τόλμησε να εγκαταλείψει αυτή τη γοητεία όταν αντίκρισε τη σκοτεινή πραγματικότητα των ολοκληρωτικών καθεστώτων της Κούβας και της Σοβιετικής Ένωσης. Έκτοτε, αφιέρωσε τη ζωή του στην υπεράσπιση της ελευθερίας και στην καταδίκη κάθε μορφής ολοκληρωτισμού.

Τα έργα του, όπως το «Ο Πόλεμος της Συντέλειας του Κόσμου» και το «Συζήτηση στον Καθεδρικό Ναό», δεν ήταν απλώς υψηλή λογοτεχνία αλλά βαθιά ανατομία της εξουσίας και της ανθρώπινης αντίστασης απέναντι στον κρατικό αυταρχισμό. Μέσα από τη λογοτεχνία του, ο Γιόσα έδειξε πώς η ελευθερία του ατόμου είναι πάντα ο στόχος κάθε αυταρχικής εξουσίας και πως μόνο μέσω της ατομικής αντίστασης μπορεί να προστατευθεί η αξιοπρέπεια και η ανθρωπιά.

Στο καθαρά διανοητικό επίπεδο, το βιβλίο του «Το κάλεσμα της φυλής» έγινε μανιφέστο των φιλελεύθερων ιδεών, παρουσιάζοντας με τρόπο προσιτό τις θεμελιώδεις αρχές του κλασικού φιλελευθερισμού όπως εκφράστηκαν από διανοητές όπως ο Χάγεκ, ο Πόπερ και ο Άνταμ Σμιθ. Απέρριψε με σφοδρότητα τον ουτοπισμό και τον κρατικό συγκεντρωτισμό, προειδοποιώντας για την «καταστροφική επιθυμία να οργανωθεί η ζωή της κοινωνίας από κάποιο κέντρο εξουσίας». Ο Γιόσα υπερασπιζόταν έναν πλουραλισμό βασισμένο σε αντικειμενικές αξίες και όχι στον ηθικό σχετικισμό που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη πνευματική ζωή.

Δεν περιορίστηκε μόνο στην τέχνη και τη θεωρία: το 1990, τόλμησε να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία του Περού, προτείνοντας τολμηρές μεταρρυθμίσεις που θα ενίσχυαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των φτωχότερων και θα άνοιγαν τις αγορές, καταδικάζοντας τον κρατισμό, τον προστατευτισμό και τον κορπορατισμό που είχαν φτωχοποιήσει τη χώρα του.

Η προσωπική του μεταμόρφωση από θαυμαστή της αριστεράς σε παθιασμένο κήρυκα της φιλελεύθερης σκέψης δεν ήταν μόνο ιδεολογική αλλά και ηθική. Ο ίδιος τόνιζε πως «ο φιλελευθερισμός ξεκινά από ανθρωπιστικές αξίες, όπως η ανοχή αντί της στενομυαλιάς και ο πραγματισμός αντί της ιδεολογίας».

Ο Γιόσα είχε τη σπανιότητα της αυθεντικής φωνής που δεν φοβήθηκε ποτέ το πολιτικό κόστος της υπεράσπισης της ελευθερίας, ακόμα και όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με την αριστερή διανόηση της Λατινικής Αμερικής και της Ευρώπης, η οποία συχνά τον απομόνωσε και τον κατηγόρησε ως «νεοφιλελεύθερο». Σε αντίθεση με πολλούς διανοούμενους που επέλεξαν τη βολική οδό της συμμόρφωσης με τις ιδεολογικές μόδες, ο Γιόσα παρέμεινε σταθερός στις πεποιθήσεις του, αδιαφορώντας για τις επιθέσεις και τις επικρίσεις.

Σε μια εποχή όπου η λογοτεχνία και ο πολιτισμός φαίνεται συχνά να είναι όμηροι ενός αριστερού πολιτικού μονοπωλίου, η φωνή του Μάριο Βάργκας Γιόσα υπενθυμίζει ότι η ελευθερία της σκέψης, του λόγου και της οικονομικής επιλογής παραμένει ελκυστική ως πραγματικά επαναστατική πρόταση.

Ας τιμήσουμε τη μνήμη του παραμένοντας προσηλωμένοι στις ιδέες που εκείνος υπερασπίστηκε: στην ελευθερία έναντι της καταπίεσης, στον ορθολογισμό έναντι της ιδεολογίας, και στην ατομική ευθύνη έναντι του κρατισμού. Ο Γιόσα έδειξε πως η ελευθερία δεν είναι απλά ένας πολιτικός στόχος αλλά μια απαραίτητη συνθήκη για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και δημιουργικότητα. Αυτό, περισσότερο από κάθε λογοτεχνικό βραβείο, είναι το διαχρονικό δώρο του στην ανθρωπότητα.