© Habs Photography/Τα Νέα της Τέχνης 2018
Συνέντευξη στην Αννίτα Αποστολάκη
Πολύ πριν την εμφάνιση των YBAs, τα enfant terribles της βρετανικής καλλιτεχνικής σκηνής ήταν οι Gilbert & George. Ο Gilbert Prousch συνάντησε τον George Passmore στις 26 Σεπτεμβρίου 1967 στο Saint Martin's School of Art στο Λονδίνο και έκτοτε οι δυο τους πορεύονται μαζί, τροφοδοτώντας ο ένας τις ιδέες του άλλου και κάνοντας έργα σε πλήρη σύμπνοια. Πριν λίγους μήνες γιόρτασαν τον αδαμάντινο ιωβηλαίο αυτής της δημιουργικής πορείας, ο οποίος συνέπεσε με τη σειρά έργων τους «The Beard Pictures». Η σειρά περιλαμβάνει 172 έργα, δεκατρία από τα οποία παρουσιάζονται από σήμερα το απόγευμα αποκλειστικά στην Αθήνα, στην έκτη έκθεση των Gilbert & George στην γκαλερί Bernier/Eliades.
Χθες, μάλιστα, έδωσαν και μια απολαυστική ομιλία για το έργο τους στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), απαντώντας σε ερωτήσεις του συγγραφέα και επί μακρόν φίλου τους Michael Bracewell, ο οποίος έχει εκδώσει και το βιβλίο What is Gilbert & George? Το αξιαγάπητο καλλιτεχνικό δίδυμο μας έδωσε μια πολύ καλή ιδέα για το ξεκίνημα της καριέρας του, την εξέλιξη του έργου του και τις πηγές έμπνευσής του. Υπάρχουν, όμως, τόσα πολλά για να συζητήσει κανείς με δύο ζωντανούς θρύλους που ποτέ δεν μπήκαν σε καλούπια και πάντοτε δημιουργούσαν με το δικό τους, χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό ιδίωμα.
Γι' αυτό, η συνέντευξη που παραχώρησαν οι Gilbert & George σήμερα το πρωί στα Νέα της Τέχνης αποτελεί ουσιαστικά μια συνέχεια της συζήτησης που ξεκίνησε το προηγούμενο βράδυ.
Δύο σώματα = Ένα άγαλμα
Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, ήδη από το 1971, οι Gilbert & George ήταν γνωστοί στο κοινό ως «singing sculptures»: ως ζωντανά, δηλαδή, αγάλματατα που τραγουδούσαν και μιλούσαν στο κοινό. Παρόλο που για πολλούς αυτά τα πρώιμα έργα τοποθετούνται στις απαρχές της περφόρμανς και παρόλο που και οι ίδιοι λένε ότι προήλθε από το έργο τους, μου λένε ότι δε χρησιμοποιούν «ποτέ τη λέξη από π» (σ.σ. περφόρμανς) γι'' αυτά τα έργα:
«Εμείς ξεκινήσαμε από τη γλυπτική -αυτή ήταν η εκπαίδευσή μας. Αισθανόμασταν ότι, ως άνθρωποι, η ανθρωπότητα πρέπει να είναι στο επίκεντρο της τέχνης μας. Μας ενδιαφέρει το είδος της ζωής που βρίσκεται μπροστά μας. Έτσι, βάλαμε τους εαυτούς μας στα έργα μας και γίναμε αυτό: ζωντανή γλυπτική που κρατά για πάντα. Ακόμη και τώρα αισθανόμαστε ότι δεν απομακρυνθήκαμε ποτέ από αυτήν την αρχική ιδέα και ότι εξακολουθούμε να είμαστε αυτό -παρόλο που δεν τραγουδάμε.»
Με το έργο τους, μίλησαν για σεξ, για πολιτική, για τους νέους ανθρώπους, για τον τρόπο που διασκεδάζουν, που ντύνονται, για τη μοναξιά τους, για την ομοφυλοφιλία... Όλα αυτά που ένιωθαν οι ίδιοι ότι ήταν και δεν έβλεπαν να εκπροσωπούνται από την τέχνη της εποχής τους. Μια «συναισθηματική τέχνη», όπως την αποκαλούν.
© Habs Photography/Τα Νέα της Τέχνης 2018
Οι δυο τους ενάντια στο σύστημα
Εάν αναλογιστεί κανείς το μινιμαλιστικό κλίμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή στις σχολές καλών τεχνών και πόσο απέχουν τα έργα τους από αυτό, δεν μπορώ να μη σκεφτώ πόσο απόκληροι, πόσο outsiders ένιωθαν στο ξεκίνημα της καριέρας τους, αλλά και πώς αυτό τροφοδότησε το έργο τους. «Νιώθαμε πολύ μόνοι μας στη σχολή», παραδέχεται ο Gilbert. «Αλλά νομίζω πως το ότι ήμασταν εμείς ενάντια στον εχθρό ήταν αυτό που ουσιαστικά μας δημιούργησε. Ο Όρσον Γουέλς έλεγε "να διαλέγεις προσεκτικά τους εχθρούς σου" και, από αυτήν την άποψη, είχαμε πολλή βοήθεια από τους εχθρούς μας», συμπληρώνει ο George.
«Το 1969 όλοι μας έλεγαν: "α, πολύ ενδιαφέρον αυτό που κάνετε, αλλά φυσικά, δε θα μείνει." Αυτό νόμιζαν όλοι, επειδή ήταν υπερβολικά περίεργο και διαφορετικό για την εποχή. Οι διανοούμενοι μας ασκούσαν ασταμάτητα κριτική για τα θέματα των έργων μας: τους νέους, το ποτό, το σεξ -ειδικά στη σειρά Scapegoating Pictures. Αισθανόμασταν πάντοτε ότι δεχόμασταν επίθεση. Τελικά εκείνοι ήταν που δεν έμειναν.»
Τώρα πλέον η περφόρμανς έχει καθιερωθεί ως μορφή τέχνης και εκπροσωπείται ευρέως με δρώμενα σε κέντρα τέχνης παγκοσμίως. Οι Gilbert & George, όμως, θεωρούν ότι, παρά την αναβίωσή της, είναι πολύ περιορισμένη. Επιπλέον, όπως σχολιάζει ο George, «η περφόρμανς αποξενώνει τους λιγότερο εκπαιδευμένους ανθρώπους από την τέχνη». Μάλλον την κατατάσσουν στο 92% της τέχνης που κάνει το κοινό να αισθάνεται αποκομμένο από αυτήν, όπως είπαν χθες στο ΚΠΙΣΝ.
Ο Gilbert λέει ότι ενσωμάτωσαν το λόγο και το τραγούδι στα έργα τους, γιατί αισθάνονταν ότι διαφορετικά θα ήταν βαρετό. «Θέλαμε να μεταδώσουμε μηνύματα μέσα από την τέχνη μας.» Όπως είπαν και στο ΚΠΙΣΝ, είχαν πάντοτε μια πολύ ξεκάθαρη ιδέα του ποιοι ήταν και τι ήθελαν να μεταδώσουν μέσα από τα έργα τους. Κάτι που, όντως, κατάφεραν, μιας και είναι ιστορικά καταγεγραμμένος ο έντονος αντίκτυπος που είχαν στο κοινό τα Singing sculptures. Κάπως έτσι προέκυψε και η ενσωμάτωση λέξεων στα έργα τους, με πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη σειρά «Fuckosophy».
(Μας ρώτησαν πώς θα το λέγαμε στα ελληνικά και τους είπαμε «Γαμωσοφία». Είναι, άραγε, δόκιμο; Τους άρεσε το πώς ακούγεται πάντως.)