Τα ακόμη χαμηλότερα τιμολόγια ρεύματος τον Φεβρουάριο ευνοήθηκαν ασφαλώς από τη μείωση των διεθνών τιμών. Δίχως όμως τη παρέμβαση με το πράσινο τιμολόγιο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα τα βλέπαμε. Ο ανταγωνισμός πήρε μπροστά, αλλά αυτό δεν ήταν διόλου κάτι το αυτονόητο, τονίζει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης στο Liberal.
Αποτιμώντας την εικόνα της αγοράς δύο μήνες μετά την εφαρμογή του νέου συστήματος μιλά για τη σημασία του ενημερωμένου και απαιτητικού καταναλωτή, για τα «νέας γενιάς» τιμολόγια που προσεχώς θα δούμε - τα σταθερά διάρκειας τουλάχιστον 6μηνών καθώς και τα μεικτά προιόντα - καθώς και για τη σημασία ενός ισχυρού Ρυθμιστή, ικανού να εντοπίζει τις παραπλανητικές πρακτικές.
Αναφορικά με τους αγρότες, χαρακτηρίζει πολύ σημαντικά τα οφέλη από τη μείωση της τιμής στο ρεύμα, αναλύει τις παρεμβάσεις του Yπουργείου, σημειώνοντας παράλληλα ότι οι κοινωνικές διεκδικήσεις θέλουν ένα μέτρο, ενώ κάνει ειδική μνεία στα συνεργατικά σχήματα.
Θυμίζει πόσο ακριβά έχουν πληρώσει οι αγρότες τον λαϊκισμό και το εύκολο χρήμα που μοιράστηκε στους συνεταιρισμούς, τονίζει όμως ότι αποτελούν μονόδρομο και ότι γι’ αυτό και η κυβέρνηση δίνει τόση έμφαση στην υγιή συνεργατικότητα, για να επιτευχθεί ανταγωνιστικότητα και υψηλότερο εισόδημα για τους αγρότες.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Διανύουμε τον δεύτερο μήνα εφαρμογής του νέου συστήματος τιμολόγησης στο ρεύμα. Ποια είναι τα δικά σας συμπεράσματα;
Το πρώτο και βασικότερο συμπέρασμα είναι ότι οι καταναλωτές έχουν πολύ καλύτερη γνώση για την αγορά ηλεκτρικού ρεύματος από ό,τι είχαν όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Γνωρίζουν ποιος είναι ο φθηνότερος πάροχος κάθε μήνα και τα χαρακτηριστικά που διαθέτουν τα τιμολόγια που έχουν επιλέξει, ενώ χάρη στον πολύ εντονότερο ανταγωνισμό, μπορούν να απολαύσουν, χαμηλότερες τιμές, από ό,τι θα συνέβαινε αν δεν είχαμε κάνει τη σχετική παρέμβαση.
Ασφαλώς και μας βοήθησαν η πτωτική τροχιά των τιμών του φυσικού αερίου και των ρύπων, καθώς επίσης η διείσδυση στο ενεργειακό μείγμα των ΑΠΕ, όπου η Ελλάδα συγκαταλέγεται στους παγκόσμιους πρωταγωνιστές με την πιο αλματώδη ανάπτυξη. Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δεν αναιρούν την αναζωπύρωση του ανταγωνισμού και την ενίσχυση της διαφάνειας που επετεύχθη. Δεν ήταν αυτονόητο.
Τι άλλα συμπεράσματα μπορούμε να αντλήσουμε από το νέο σύστημα;
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι όταν οι καταναλωτές έχουν την απαραίτητη γνώση, είναι πολύ πιο ισχυροί απέναντι στους παρόχους, απ’ ότι όταν δεν είχαν εικόνα του πώς λειτουργεί η αγορά και ποιες είναι οι πραγματικές τιμές. Ισχυρός καταναλωτής είναι ο ενημερωμένος καταναλωτής. Η δύναμη του είναι η γνώση της αγοράς. Τον κάνει πιο δυνατό, άρα πιο απαιτητικό και πιο διεκδικητικό.
Σε συνέντευξη που είχαμε κάνει το Δεκέμβριο, μας είχατε πει ότι από τον Ιανουάριο θα είναι οι καταναλωτές αυτοί που θα επιλέγουν τους παρόχους ρεύματος, όχι το αντίστροφο, εννοώντας ότι μέχρι τότε ήταν οι πρακτικές μάρκετινγκ των εταιρειών που καθόριζαν το τοπίο, όχι αυτές καθ’ εαυτές οι τιμές. Έχουμε φτάσει στο επιδιωκόμενο σημείο ή έχουμε ακόμη δρόμο;
Σήμερα οι καταναλωτές βρίσκονται κατά 95% στο πράσινο τιμολόγιο, το οποίο δεν το επέλεξαν οι πάροχοι. Όντας, λοιπόν, στο «πράσινο», γνωρίζουν τον φθηνότερο και τον ακριβότερο πάροχο και έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ενδεχομένως καλύτερα τιμολόγια, λαμβάνοντας υπόψη και κάποια βασικά στοιχεία λειτουργίας της αγοράς.
Αυτό είναι η μεγάλη αλλαγή, σε σχέση με την προηγούμενη φάση. Σημειώστε ότι στο πράσινο τιμολόγιο, μετά από τον πρώτο μήνα, που κάποιοι πάροχοι είχαν εμφανιστεί ακριβοί, τώρα από την 1η Φεβρουαρίου και μετά, πιέστηκαν προς τα κάτω οι τιμές όλων.
Ο δικός σας πάροχος που όπως είχατε πει, ήταν ανάμεσα στους πιο ακριβούς, άλλαξε τακτική;
Ναι, αλλά χωρίς και πάλι να είναι ο φθηνότερος.
Εκτιμάτε ότι είναι θέμα χρόνου να εμφανιστούν στην αγορά και σταθερά τιμολόγια μίνιμουμ διάρκειας 6 μηνών; Το ρωτώ γιατί παρά την προ ημερών απόφαση που βγάλατε, η Ρυθμιστική Αρχή ζητά περαιτέρω αποσαφήνιση.
Το τοπίο είναι αρκετά σαφές. Από πλευράς μας, αποστείλαμε, χθες μια επιστολή στη Ρυθμιστική Αρχή με την ερμηνεία της Υπουργικής Απόφασης που βγάλαμε. Ξεκαθαρίζουμε ποια τιμολόγια θα έχουν ρήτρα πρόωρης αποχώρησης του πελάτη, δηλαδή πληρωμή πέναλτι λόγω εσπευσμένης εξόδου του από το συμβόλαιο, και ποια όχι.
Με βάση το νέο πλαίσιο, έχουμε τα εξής δεδομένα: Τα μπλε, σταθερά τιμολόγια, μπορούν, πλέον, να έχουν διάρκεια τουλάχιστον 6 μηνών και περιλαμβάνουν ρήτρα πρόωρης αποχώρησης του πελάτη.
Τα μεικτά τιμολόγια εμπίπτουν στα προϊόντα προμήθειας κίτρινης σήμανσης. Μπορούν να έχουν σταθερή χρέωση για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η οποία γίνεται κυμαινόμενη στη συνέχεια. Τα μεικτά δεν περιλαμβάνουν την επίμαχη ρήτρα αποχώρησης. Και αυτό, διότι δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε σύγχυση στον καταναλωτή, σε σχέση με τη φύση των μπλε τιμολογίων.
Τα μπλε επομένως, ανεξαρτήτως διάρκειας, είναι σταθερά και έχουν ρήτρα αποχώρησης, ενώ τα μεικτά δεν έχουν.
Παραπλανητικές πρακτικές στην αγορά συνεχίζουν να υπάρχουν;
Οι παραπλανητικές πρακτικές εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ρυθμιστικής Αρχής, η οποία πρέπει να τις εντοπίζει, να τις περιορίζει και να τις εξαφανίζει. Δική μας ευθύνη είναι αν ο Ρυθμιστής δεν διαθέτει τα εργαλεία για να κάνει τη δουλειά του, να παρεμβαίνουμε και να του τα παρέχουμε.
Επίσης, αν βλέπουμε ότι υπάρχουν αδυναμίες στον ελεγκτικό μηχανισμό της Αρχής, τότε τις αξιολογούμε για να εξετάσουμε πώς πρέπει να παρέμβουμε. Το σύστημα τιμολόγησης είναι ακόμη καινούριο. Θα παρακολουθούμε τη στάση των παρόχων και πως αυτή θα ελέγχεται από την Αρχή. Και ακριβώς επειδή πρόκειται για ένα καινούριο σύστημα, κάνουμε ό,τι μπορούμε, προκειμένου να έχουμε ενημερωμένους καταναλωτές.
Σε ό,τι αφορά τώρα στους αγρότες, παρά τα μέτρα που έχετε ανακοινώσει ως κυβέρνηση, δεν φαίνεται να έχουν ικανοποιηθεί και οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται. Θα δούμε και νέα μέτρα στήριξης;
Οι επαγγελματίες αγρότες αριθμούν, συνολικά, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες και η θεσμική, συλλογική τους εκπροσώπηση δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκην με όλες τις «φωνές» που ακούγονται στα κανάλια. Η δική μας δουλειά είναι να κάνουμε, κάθε φορά, αυτό που πρέπει σε σχέση με τη βοήθεια που μπορούμε να δώσουμε στους διάφορους τομείς της οικονομίας -εκ των οποίων ο πρωτογενής είναι πολύ σημαντικός.
Τα μέτρα που παρουσιάστηκαν την Παρασκευή είναι εξαιρετικά σύνθετα. Θα εξειδικευτούν, περαιτέρω, μέσα στις επόμενες ημέρες. Θεωρούμε ότι είναι σημαντικά και ότι θα δώσουν, μακροχρόνια, πολύ μεγάλη βοήθεια στον πρωτογενή τομέα.
Ωστόσο, θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε, ότι η όποια βοήθεια σε έναν τομέα, δίνεται με θυσία πόρων είτε από τον φορολογούμενο είτε από άλλους τομείς της οικονομίας. Συνεπώς πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο στις κοινωνικές διεκδικήσεις. Και η κυβέρνηση έχει, τελικά και αναπόφευκτα, την ευθύνη να αποφασίζει αυτούς τους συσχετισμούς. Εξάλλου κρίνεται γι’ αυτό, όταν έρχεται η ώρα.
Σας ανησυχεί μην τυχόν οι κινητοποιήσεις εξελιχθούν σε μεγαλύτερο πολιτικό πρόβλημα για την κυβέρνηση;
Η δική μου αποστολή ήταν να σχεδιάσουμε αποτελεσματικά και σημαντικά μέτρα σε σχέση με την τιμή του αγροτικού ρεύματος. Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι αυτά θα παράσχουν πολύ μεγάλη βοήθεια στον αγροτικό κόσμο, τόσο άμεση, όσο επίσης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Το πρώτο στοιχείο της παρέμβασης συνδέεται με τη ρύθμιση των πολύ μεγάλων συσσωρευμένων χρεών των Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ, ΓΟΕΒ), που λειτουργούν με ευθύνη των αγροτών. Η ετήσια κατανάλωσή τους ανέρχεται σε 43 εκατ. ευρώ και τα συσσωρευμένα τους χρέη φτάνουν σε 87 εκατ. ευρώ. Αυτές είναι κακοδαιμονίες ετών, που επιλύουμε και πρέπει όλοι να γνωρίζουν ότι το πρόβλημα δεν είναι ομοιόμορφο, καθώς υπάρχουν και οργανισμοί που δεν έχουν συσσωρεύσει μεγάλα χρέη.
Σε ό,τι αφορά τώρα στις τιμές του ρεύματος ανακοινώσαμε δύο πολύ σημαντικά, νέα μέτρα. Το πρώτο αφορά στη δυνατότητα σε όσους αγρότες ανήκουν σε συνεργατικά σχήματα (συνεταιρισμοί, ομάδες παραγωγών, κ.λπ.), να συνάπτουν διμερείς, μακροχρόνιες συμβάσεις με φωτοβολταϊκά παραγωγών, όπως π.χ. η ΔΕΗ και έτσι να «κλειδώνουν» μια χαμηλή (τουλάχιστον 30% κάτω σε σχέση με σήμερα), ανταγωνιστική τιμή.
Συγκεκριμένα, θα προτεραιοποιήσουμε και θα επιδοτήσουμε την κατασκευή φωτοβολταϊκών πάρκων με μπαταρία, των οποίων η ενέργεια θα διατίθεται, αποκλειστικά, στις παραπάνω κατηγορίες αγροτών, μέσα από μακροχρόνια συμβόλαια.
Ένα τέτοιο συμβόλαιο, θα επιτρέπει στους αγρότες, για παράδειγμα ενός συνεταιρισμού, να μην έχουν πια τον «πονοκέφαλο» του ακριβού ρεύματος, καθώς θα έχουν «κλειδώσει» μια σημαντική ποσότητα ενέργειας σε χαμηλές, προκαθορισμένες τιμές, με διάρκεια μια δεκαετία. Δεν υπήρχε ποτέ μέχρι σήμερα μια τέτοια δυνατότητα για τον αγροτικό κόσμο.
Όσον αφορά στο δεύτερο μέτρο, μεμονωμένοι αγρότες, οι οποίοι έχουν την οικονομική δυνατότητα, μπορούν να μπουν στο πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο Χωράφι», με έργα ισχύος μέχρι 50 κιλοβάτ και με «κλειδωμένο» ηλεκτρικό χώρο αποκλειστικά γι’ αυτούς.
Μέτρα σαν αυτά θα βρουν ανταπόκριση από τον αγροτικό κόσμο ή αυτό που ζητάει όσον αφορά στο ηλεκτρικό ρεύμα, είναι κάτι πιο άμεσο, δηλαδή επιδοτήσεις στο χέρι;
Η κυβέρνηση αυτό που κάνει στο ζήτημα του αγροτικού ρεύματος, είναι να δίνει τόσο βραχυχρόνια ανακούφιση στο ρεύμα όσο και μακροχρόνια λύση.
Από εκεί και πέρα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι οικονομίες, διεθνώς, έχουν «σκαμπανεβάσματα» και δεν υπάρχει κανένας τομέας στον οποίο να μπορεί μια κυβέρνηση να υποσχεθεί απόλυτη προστασία. Στην πράξη, απόλυτη προστασία σε ένα κλάδο μπορεί να δοθεί μόνο σε βάρος άλλων τομέων της οικονομίας.
Σε αυτή την υπόθεση όλοι έχουν δίκαιο από την πλευρά τους. Βοήθεια ζητούν τόσο οι μικρομεσαίοι όσο και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες και ακόμη το ενεργειακό μας μείγμα, παρά την αύξηση των ΑΠΕ δεν είναι το καλύτερο δυνατό, όσο παραμένουν σε αυτό το φυσικό αέριο σε μεγάλες ποσότητες όσο και προπαντός ο λιγνίτης.
Η δυσκολία για καλές τιμές ρεύματος είναι αντικειμενική. Και δεν είναι, δυστυχώς, το μόνο πρόβλημα. Κατά τη γνώμη μου, η πιο μεγάλη δυσκολία στον ελληνικό, πρωτογενή τομέα είναι η αδυναμία επαρκούς οργάνωσης σε συνεργατικά σχήματα και η πολυδιάσπαση του κλήρου. Ο κατακερματισμός αυτός δημιουργεί μια αντικειμενική δυσκολία σε ότι αφορά στην ανταγωνιστικότητα του, αφού δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τις σύγχρονες πρακτικές στον ίδιο βαθμό με άλλες αγροτικές οικονομίες.
Σας θυμίζω την εμπειρία που όλοι ζήσαμε όταν ο λαϊκισμός κατέστρεψε τους περισσότερους αγροτικούς συνεταιρισμούς στην Ελλάδα. Όταν υπονομεύτηκε η συνεργατικότητα στην Ελλάδα, από εύκολο χρήμα που μοιράστηκε χωρίς έλεγχο και γέμισε η χώρα με «κουφάρια» επενδύσεων και κατεστραμμένους συνεταιρισμούς.
Οι αγρότες πλήρωσαν πολύ ακριβά τον λαϊκισμό και αυτή την αποτυχία και πολλοί από αυτούς έχουν ακόμα έντονες (έμπρακτα φαίνεται αυτό) επιφυλάξεις απέναντι στα συνεργατικά σχήματα, τα οποία όμως αποτελούν μονόδρομο. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση δίνει τόση έμφαση στην υγιή συνεργατικότητα, για να επιτευχθεί ανταγωνιστικότητα και υψηλότερο εισόδημα για τους αγρότες.