Του James Pethokoukis
Είναι οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες όπως η Google, η Facebook και η Apple μονοπώλια; Μήπως συντρίβουν τον ανταγωνισμό εξαγοράζοντας προληπτικά νεοφυείς εταιρίες; Είναι οι αντιμονοπωλιακοί νόμοι μια βιώσιμη λύση έναντι στους φόβους των Αμερικανών σε ό,τι αφορά την ψηφιακή οικονομία; Πρόσφατα συζήτησα αυτά τα ερωτήματα, και πολλά ακόμη, με τον Nicolas Petit.
Ο Νικολά είναι καθηγητής δικαίου του ανταγωνισμού στο European University Institute και το Κολλέγιο της Ευρώπης στη Μπρυζ. Είναι ο συγγραφέας του προσφάτως εκδοθέντος βιβλίου Big Tech and the Digital Economy: The Moligopoly Scenario (Οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες και η ψηφιακή οικονομία: Το σενάριο του μολιγοπωλίου).
Ακολουθεί μια συντομευμένη μεταγραφή της συνομιλίας μας. Μπορείτε να διαβάσετε τη συζήτησή μας στο σύνολό της εδώ. Μπορείτε ακόμη να εγγραφείτε στο πόντκαστ μου στο Apple Podcasts ή το Stitcher, ή να το κατεβάσετε από το Ricochet.
Pethokoukis: Είναι αυτές οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες μονοπώλια;
Petit: Όχι, λέω πως είναι «μολιγοπώλια» -μία σύμφυρση του μονοπωλίου και του ολιγοπωλίου- γιατί δεν μπορούμε να κατανοήσουμε αυτές τις εταιρίες απλώς και μόνο κοιτάζοντας το μερίδιο της συμμετοχής τους σε στενές αγορές, όπως για την Google η διαδικτυακή έρευνα ή για την Amazon το ηλεκτρονικό εμπόριο. Όλες αυτές οι εταιρίες ανταγωνίζονται ως ολιγοπώλια σε ένα ευρύ πεδίο τμημάτων της αγοράς, και είναι ανόητο απλώς να κοιτάμε μόνο εκείνο το τμήμα αγοράς στο οποίο κατέχουν μεγάλο μερίδιο.
Η Google για παράδειγμα κατέχει ιδιαίτερα κυρίαρχη θέση στη διαδικτυακή έρευνα, αλλά ταυτόχρονα ανταγωνίζεται με την Apple σε ό,τι αφορά τις κινητές συσκευές, τοποθετώντας το λειτουργικό της σύστημα στα Android, ανταγωνίζεται με τη Microsoft στο λογισμικό και τις εφαρμογές παραγωγικότητας όπως τα docs και τα spreadsheets, και ούτω καθεξής. Και δεν μπορεί να κατανοήσει κανείς τι ακριβώς κάνει η Google στην έρευνα, χωρίς να κατανοήσει τι κάνει σε άλλες αγορές και το πώς αυτές οι δυναμικές συμπλέκονται.
Ακόμη, η συμπεριφορά αυτών των εταιριών είναι ασύμβατη με τη μονοπωλιακή συμπεριφορά. Ένα μονοπώλιο είναι μια νωθρή εταιρία που δεν επενδύει σε έρευνα και ανάπτυξη ή στο μάρκετινγκ. Όμως οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες κατά κανόνα επενδύουν στην επέκταση της ζήτησης σε επίπεδο τάξεις μεγέθους μεγαλύτερο απ’ ό,τι τα συνήθη μονοπώλια.
Τι εννοείτε με το «επενδύουν στην επέκταση της ζήτησης»;
Αυτές οι εταιρίες συνεχώς επενδύουν σε συμπληρωματικά προϊόντα που αυξάνουν την αξία για τους χρήστες που συνδέονται στο οικοσύστημά τους. Για παράδειγμα, όταν η Google προσθέτει email, λειτουργικότητα ημερολογίου και λειτουργικότητα προσανατολισμού στη μηχανή έρευνας, τότε η έρευνα μέσω Google μου παρέχει μεγαλύτερη ωφέλεια καθώς αυτά τα αλληλοσυμπληρωματικά στοιχεία συνεργάζονται για να παραγάγουν ακόμη μεγαλύτερη αξία. Ομοίως, τα AirPods της Apple δουλεύουν απρόσκοπτα με το iMac και ούτω καθεξής. Αυτά τα οικοσυστήματα αλληλοσυμπληρωματικών προϊόντων αυξάνουν την ωφέλεια για τους καταναλωτές.
Ακόμη, το σύνολο των οικοσυστημάτων που θα χρησιμοποιήσουμε ως καταναλωτές δεν είναι πεπερασμένο -μπορεί να υπάρξουν νέα οικοσυστήματα εφαρμογών που θα αναδυθούν, καθώς πρόκειται για ένα πολύ δυναμικό περιβάλλον. Αναλογιστείτε για παράδειγμα τι συνέβη με το Zoom κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ακόμη, οι αγορές B2B middleware -εταιρίες όπως η Stripe, η Salesforce, η Slack, η Nextdoor, η Twilio, η Shopify- δεν υπήρχαν πριν από 20 χρόνια. Και τα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό είναι ένα μεγάλο και χαμηλό φρούτο.
Δεν σας ανησυχεί που αυτές οι εταιρίες εξαγοράζουν όλες εκείνες τις μικρότερες εταιρίες για να αποφύγουν τον ανταγωνισμό; Δεν ήταν η εξαγορά του Instagram από το Facebook ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας εταιρίας που εξαγόρασε έναν δυνάμει ανταγωνιστή του οποίου το πλήρες δυναμικό δεν θα δούμε ποτέ;
Αν θέλουμε στην πραγματικότητα να βάλουμε τέλος σε αυτές τις εξαγορές από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες, πρέπει να ξέρουμε ότι αυτό θα έχει πολλές μη αναμενόμενες συνέπειες στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Οι περισσότεροι επενδυτές κεφαλαίων που χρηματοδοτούν αυτές τις μικρές νεοφυείς εταιρίες περιμένουν ότι αυτές οι εξαγορές θα γίνουν στα δύο τρίτα ή τα τρία τέταρτα των περιπτώσεων. Δεν περιμένουν ότι οι περισσότερες νεοφυείς θα έχουν αρχικές δημόσιες προσφορές. Συνεπώς, είναι βέβαιο ότι δεν θέλουμε να κλείσουμε τον δρόμο των εξαγορών για τις νεοφυείς.
Οι άνθρωποι μιλούν όλη την ώρα για την εξαγορά του Instagram από το Facebook ως το κατεξοχήν παράδειγμα ενός πράγματος που πήγε στραβά. Όμως τείνουν να ξεχνούν το εξής: Όταν το Facebook εξαγόρασε το Instagram, το Facebook ήταν μια πολύ νέα εταιρία με μεγάλη αβεβαιότητα. Και δεν σκότωσε το Instagram -αντιθέτως, το επεξέτεινε ώστε να γίνει πολύ πολύ μεγάλο. Οι δυνατότητες του Instagram έχουν αυξηθεί σε τεράστιο βαθμό υπό την ιδιοκτησία του Facebook. Έτσι, πρόκειται για ένα όχι και τόσο πετυχημένο παράδειγμα για το πώς οι εξαγορές αποτελούν πρόβλημα.
Δεν μου είναι σαφές το πώς η κατάτμηση αυτών των μεγάλων τεχνολογικών εταιριών απαντά όντως στις ανησυχίες για την ιδιωτικότητα ή τις «ψευδείς ειδήσεις». Εσείς βλέπετε κάποια σχέση μεταξύ των συχνότερων αυτών κριτικών εναντίον αυτών των εταιριών και της λύσης των αντιμονοπωλιακών μέτρων;
Όχι, συμφωνώ με σας. Νομίζω ότι το επιχείρημα υπέρ της κατάτμησης αυτών των εταιριών είναι ως ένα βαθμό συναισθηματικό -κάποιοι είναι θυμωμένοι με αυτές τις μεγάλες εταιρίες και η κατάτμηση είναι ένας εκδικητικός, τιμωρητικός τρόπος να κάνουν επίδειξη δύναμης εκφράζοντας την αγανάκτησή τους.
Υπάρχει ακόμη η πιο αναλυτική ιδέα ότι η κατάτμηση των εταιριών σε περισσότερες μονάδες δημιουργεί ανταγωνισμό μέσω άμιλλας, ο οποίος θα οδηγήσει σε καλύτερα αποτελέσματα καθώς ο ανταγωνισμός είναι γενικά κάτι καλό. Όμως αυτό παραγνωρίζει δύο προβλήματα. Πρώτον, αν δημιουργηθεί τέτοια άμιλλα μπορεί να παραχθούν διάφορα αποτελέσματα, που εντέλει, για παράδειγμα, να αυξήσουν τον όγκο των προσωποποιημένων διαφημίσεων και των ψευδών ειδήσεων. Δεύτερον, αυτές οι εταιρίες επωφελούνται από έντονα αποτελέσματα δικτύου στις πλευρές της προσφοράς και της ζήτησης, συνεπώς θα χάσουμε σε μεγάλο βαθμό αποτελεσματικότητα αν κατατμήσουμε αυτές τις εταιρίες σε πολλές επιχειρηματικές μονάδες.
Αυτές οι μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες είναι αμερικανικές. Γιατί οι μισές από αυτές δεν είναι ευρωπαϊκές;
Πρώτα απ’ όλα, οι Ευρωπαίοι είναι γενικώς πιο επιφυλακτικοί έναντι του ρίσκου απ’ ό,τι οι Αμερικανοί επιχειρηματίες. Ακόμη, οι Ευρωπαίοι δεν έχουμε στην πραγματικότητα μια ενιαία αγορά, αντιθέτως με το τι λέγεται συχνά. Για παράδειγμα, πολύ στοιχειώδη πράγματα, όπως να ανοίξει κανείς έναν τραπεζικό λογαριασμό από μια χώρα της Ευρώπης σε μια άλλη, είναι πολύ δύσκολα. Φανταστείτε λοιπόν πόσα εμπόδια υπάρχουν για μια νεοφυή εταιρία που θέλει να επεκτείνει τον αριθμό των γεωγραφικών αγορών στις οποίες δραστηριοποιείται στην Ευρώπη.
Υπάρχει ακόμη το «φαινόμενο των Βρυξελλών»: Την ίδια ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση υπαγορεύει κανόνες και πρότυπα στην παγκόσμια κοινότητα, προσπαθεί και να δημιουργήσει καινοτομία μέσω νομοθεσίας. Ιδιαίτερα, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι πιστεύουν βαθιά ότι είναι ο ανταγωνισμός που δημιουργεί καινοτομία. Και νομίζω ότι αυτή η πεποίθηση περιέχει μεγάλο βαθμό αλήθειας, αλλά πιστεύω ότι μάλλον ισχύει περισσότερο ότι η καινοτομία δημιουργεί ανταγωνισμό. Και οι Βρυξέλλες είναι υπερβολικά ενταγμένες στο παράδειγμα «ο ανταγωνισμός δημιουργεί καινοτομία» και όχι αρκετά στο αντίστοιχο «η καινοτομία δημιουργεί ανταγωνισμό».
--
Ο James Pethokoukis είναι αρθρογράφος και μπλόγκερ στο American Enterprise Institute (ΑΕΙ).
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 29 Δεκεμβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.