Βιβλιοπαρουσίαση: «Η οφθαλμαπάτη του σουηδικού σοσιαλισμού: Η οικονομική ιστορία ενός κράτους πρόνοιας» του Johan Norberg (Μέρος 1)
Shutterstock
Shutterstock

Βιβλιοπαρουσίαση: «Η οφθαλμαπάτη του σουηδικού σοσιαλισμού: Η οικονομική ιστορία ενός κράτους πρόνοιας» του Johan Norberg (Μέρος 1)

Γράφει ο Kristian Niemietz 

Η ρομαντική θεώρηση για τη Σκανδιναβία υπάρχει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Παίρνει όμως διαφορετικές μορφές σε διαφορετικές εποχές. Μέχρι τα μέσα περίπου της περασμένης δεκαετίας, η λέξη «Σκανδιναβία» -και πιο συγκεκριμένα η λέξη «Σουηδία» - χρησιμοποιούταν συχνά ως συντομογραφία για κάτι το «προοδευτικό», «κοινωνικά δίκαιο» ή «οτιδήποτε αρέσει στην Αριστερά». Ήταν ένας τόπος προβολής όσο και ένας πραγματικός τρόπος. 

Έκτοτε, και στο πλαίσιο της επιστροφής του σοσιαλισμού ως ενός μοντέρνου και δημοφιλούς κινήματος νεολαίας, έχει αποκτήσει ένα μάλλον διαφορετικό νόημα. Μερικοί σοσιαλιστές άρχισαν να χρησιμοποιούν τη λέξη «Σουηδία» ή τη «Σκανδιναβία» ως μια κάρτα «βγες από τη φυλακή – είσαι ελεύθερος» για να αποφύγουν την ερώτηση που οι σοσιαλιστές μισούν όσο καμία άλλη: «Μπορείτε να αναφέρετε μια επιτυχημένη σοσιαλιστική οικονομία;» 

Για να είμαστε δίκαιοι: δεν το κάνουν όλοι οι σοσιαλιστές αυτό. Πολλοί δεν το κάνουν. Έχω διαβάσει τουλάχιστον μια ντουζίνα άρθρα και κεφάλαια βιβλίων από σύγχρονους σοσιαλιστές που αποστασιοποιούνται ρητά από τη Σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία και καθιστούν πολύ σαφές ότι το σύστημα που έχουν στο μυαλό τους δεν έχει καμία σχέση με τη Σουηδία. Ο σοσιαλισμός, λένε, δεν έχει καμία σχέση με το πόσο μεγάλος είναι ο δημόσιος τομέας ή με το πόσο γενναιόδωρο είναι το κράτος πρόνοιας. Αφορά αντιθέτως το ποιος κατέχει τα μέσα παραγωγής. Για να είναι μια οικονομία σοσιαλιστική, ένα μεγάλο κράτος πρόνοιας δεν είναι ούτε αναγκαίο, ούτε επαρκές. 

Αλλά κάνοντάς το αυτό, εκείνοι οι σοσιαλιστές πρέπει επίσης να παραδεχτούν, τουλάχιστον σιωπηρά, ότι δεν μπορούν να παραθέσουν κανένα παράδειγμα όπου το είδος του συστήματος που έχουν στο μυαλό τους έχει ποτέ λειτουργήσει. Πρέπει να παραδεχτούν ότι σας ζητούν να κάνετε ένα μεγάλο άλμα πίστης. Στην πραγματικότητα, λένε: «Αυτό που προτείνω εδώ δεν λειτούργησε ποτέ και πουθενά. Ξέρω όμως ότι αυτή τη φορά θα λειτουργήσει. Αυτή η φορά διαφέρει. Απλά εμπιστευθείτε με.» 

Αυτό τους εξυπηρετεί τέλεια όταν μιλούν σε ένα φίλα προσκείμενο κοινό. Μπορούν να το κάνουν αυτό στο περιοδικό Jacobin, στο Novara Media, στο περιοδικό Teen Vogue, στο περιοδικό Tribune, στο The World Transformed, στο Marxism Festival, στο Twitter, ή σε μια συζήτηση στο πανεπιστήμιο. Αλλά αυτό λειτουργεί λιγότερο καλά για έναν πολιτικό υποψήφιο που συνομιλεί με ψηφοφόρους ή στη συνέντευξη από έναν εχθρικό δημοσιογράφο. Σε μια τέτοια κατάσταση, η «Σουηδία» μπορεί να μην είναι μια ειλικρινής απάντηση. Αλλά αν το κοινό σας δεν γνωρίζει πολλά για τη Σουηδία, τότε πιθανότατα μπορείτε να τη χρησιμοποιήσετε χωρίς επιπτώσεις. 

Άλλωστε δεν είναι καν ένα εντελώς ψέμα. Απλώς, όταν οι σοσιαλιστές αναφέρονται στη Σουηδία, δεν μιλούν για την πραγματική χώρα: σίγουρα όχι όπως αυτής είναι τώρα, ή ακόμα όπως ήταν ποτέ στην πραγματικότητα. Μιλούν για τη χώρα στην οποία η Σουηδία φαινόταν κάποτε να μετατρέπεται. Μιλούν για μια πολύ συγκεκριμένη περίοδο στην ιστορία της Σουηδίας, και ακόμη και τότε, αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με το τι συνέβη πραγματικά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά με την πολιτική ατμόσφαιρα που επικρατούσε εκεί εκείνη την εποχή, και τι φαινόταν πιθανό τότε. 

Θα φτάσουμε εκεί. 

Στο νέο του βιβλίο The Mirage of Swedish Socialism: The Economic History of a Welfare State, ο Johan Norberg χωρίζει την οικονομική ιστορία της σύγχρονης Σουηδίας σε τέσσερις διακριτές περιόδους: τη φιλελεύθερη περίοδο (1870 – 1970), τη σοσιαλιστική περίοδο (1970 – 1990) , την κρίση (1990 – 1995), και το καπιταλιστικό κράτος πρόνοιας (1995 – ?). 

Η Σουηδία μπήκε όψιμα στη βιομηχανοποίηση. Η Βιομηχανική της Επανάσταση δεν απογειώθηκε πλήρως παρά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, και κατά συνέπεια, η Σουηδία ήταν πολύ φτωχότερη από τον μέσο όρο της Δυτικής Ευρώπης εκείνη την εποχή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, η σουηδική οικονομία ήταν περισσότερο φεουδαρχική παρά καπιταλιστική, με τη μη γεωργική παραγωγή να ελέγχεται από ένα συντεχνιακό σύστημα και το εξωτερικό εμπόριο να είναι πολύ περιορισμένο. Όλα αυτά άλλαξαν με μια σειρά φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που μετέτρεψαν τη Σουηδία σε μια σύγχρονη οικονομία της αγοράς. 

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ξεκίνησαν μια σχετικά χρυσή εποχή, κατά την οποία η Σουηδία μετατράπηκε γρήγορα από μια φτωχή αγροτική χώρα σε μια από τις πλουσιότερες χώρες στον κόσμο. Μεταξύ του 1870 και του 1950, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπερτετραπλασιάστηκε, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε από τα 45 στα 71 χρόνια, η βρεφική θνησιμότητα μειώθηκε από πάνω από 22% σε κάτω από 3%, και η μητρική θνησιμότητα μειώθηκε από πάνω από έξι ανά 1.000 γεννήσεις σε λιγότερο από μία. Ορισμένες κορυφαίες σουηδικές εταιρείες παγκοσμίως, οι οποίες είναι σήμερα ακόμα μαζί μας (ή έστω οι διάδοχοί τους), ιδρύθηκαν αυτήν την περίοδο. 

Στη δεκαετία του 1920, οι σοσιαλδημοκράτες έγιναν η κυρίαρχη πολιτική δύναμη: ήταν στην κυβέρνηση για κάτι περισσότερο από 70 από τα τελευταία 100 χρόνια, μια περίοδο που περιλαμβάνει 40 χρόνια χωρίς διακοπή. Ωστόσο, ο Norberg δεν το βλέπει αυτό, από μόνο του, ως μια απόκλιση από τη φιλελεύθερη περίοδο. Καταδεικνύει ότι για το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιόδου, οι σοσιαλδημοκράτες δεν ήταν ένα ιδιαίτερα αντικαπιταλιστικό κόμμα. Άφησαν σε μεγάλο βαθμό ανέπαφη την οικονομία της αγοράς και ενώ δημιούργησαν ένα κράτος πρόνοιας, ακόμη και οι δημόσιες δαπάνες παρέμειναν εξαιρετικά μετριοπαθείς. Μέχρι το 1970, το σουηδικό κράτος ξόδευε λιγότερο από το 30% του ΑΕΠ, και επομένως λιγότερο από τις αντίστοιχες δαπάνες στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία ή τη Δυτική Γερμανία. 

Αλίμονο όμως, οι φιλελεύθερες περίοδοι πάντα τελειώνουν. Και η Σουηδία δεν αποτελεί εξαίρεση. 

(Συνεχίζεται…) 

--  

Ο Kristian Niemietz είναι επικεφαλής ζητημάτων Πολιτικής Οικονομίας στο Institute of Economic Affairs.       

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Σεπτεμβρίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.