Γράφει ο Pierre Lemieux
Έχει παρατηρηθεί πολλές φορές ότι υπάρχει μια θεμελιώδης διαιρετική τιμή στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν την ιδέα της δικαιοσύνης, με τη μία πλευρά να βλέπει τη δικαιοσύνη ως προσανατολισμένη στη διαδικασία, ενώ η άλλη τη θεωρεί προσανατολισμένη στο αποτέλεσμα. Στη σκοπιά της διαδικασίας, εφόσον όλοι παίζουν με τους ίδιους κανόνες, τα πράγματα είναι δίκαια και τα αποτελέσματα θα είναι επίσης δίκαια επειδή προέκυψαν ως αποτέλεσμα μιας δίκαιης διαδικασίας. Από την άλλη άποψη, δικαιοσύνη σημαίνει να έχουν όλοι ίσες πιθανότητες επιτυχίας και εάν όλοι όσοι παίζουν με τους ίδιους κανόνες παράγουν άνισα αποτελέσματα, τότε αυτή είναι μια άδικη διαδικασία και οι κανόνες θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να παράγουν ένα δίκαιο αποτέλεσμα.
Σύμφωνα με τη σκοπιά της διαδικασίας, ένας αγώνας πυγμαχίας ανάμεσα σ’ εμένα και τον σημερινό παγκόσμιο πρωταθλητή, όπου και οι δύο μαχητές θα τηρούσαμε όλους τους κανόνες και θα μας διεύθυνε ένας αμερόληπτος διαιτητής, θα ήταν ένας δίκαιος αγώνας παρά το γεγονός ότι σχεδόν σίγουρα θα τελείωνε σε νοκ άουτ στον πρώτο γύρο. (Ευτυχώς για τον πρωταθλητή, είμαι ικανοποιημένος με τις σημερινή ζωή μου, οπότε ο τίτλος του δεν κινδυνεύει). Από την άποψη του αποτελέσματος, καθώς οι δύο μαχητές δεν μπαίνουν στο ρινγκ με την ίδια πιθανότητα επιτυχίας, ο αγώνας δεν είναι δίκαιος. Στο όριο, από τη σκοπιά του αποτελέσματος, ένα δίκαιο σύστημα θα ήταν αυτό που ευνοεί κάποιους μαχητές και δυσκολεύει άλλους στο σημείο που κάθε αγώνας να τελειώνει πάντα ισόπαλος.
Πιο πρόσφατα, αυτή η γενική διαιρετική τομή έχει μετατοπιστεί σε συζητήσεις για την «ισότητα» (equality) και τη «δίκαιη κατανομή» (equity). Σύμφωνα με μια περιγραφή που υποστηρίζει την προσέγγιση της δίκαιης κατανομής, «Ισότητα σημαίνει ότι κάθε άτομο ή ομάδα ανθρώπων έχει τους ίδιους πόρους ή ευκαιρίες. Η δίκαιη κατανομή αναγνωρίζει ότι κάθε άτομο έχει διαφορετικές συνθήκες και κατανέμει τους ακριβείς πόρους και τις ευκαιρίες που απαιτούνται για να επιτευχθεί ένα ίσο αποτέλεσμα».
Βλέπουμε εδώ μια παρόμοια διαιρετική τομή στη σκέψη – η μία πλευρά πιστεύει ότι εφόσον η διαδικασία είναι δίκαιη, το ίδιο ισχύει και για τα αποτελέσματα, ενώ η άλλη πιστεύει ότι εάν τα αποτελέσματα είναι άδικα (αναλόγως του το πόσο πολύ αντιστοιχούν με τα προεπιλεγμένα αποτελέσματα), το ίδιο ισχύει και για τη διαδικασία.
Προσωπικά, κλίνω πολύ περισσότερο προς την πλευρά της διαδικασίας σ’ αυτό τον διάλογο παρά προς την πλευρά του αποτελέσματος – εν μέρει για πρακτικούς λόγους. Η θεμελιώδης ιδέα της πλευράς των αποτελεσμάτων είναι ότι «εμείς» (δηλαδή: οι πολιτικές ελίτ) πρέπει να αποφασίσουμε εκ των προτέρων ποια θα είναι τα αποτελέσματα και «εμείς» (πάλι οι πολιτικές ελίτ) έχουμε τόσο τη γνώση όσο και την ικανότητα να σχεδιάσουμε αποτελεσματικά κανόνες που ευνοούν ορισμένες ομάδες σε βάρος άλλων με τρόπο που θα παράγει αξιόπιστα ένα προκαθορισμένο αποτέλεσμα.
Εγώ πιστεύω ότι οι τεχνοκράτες δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε την ικανότητα να φέρουν εις πέρας ένα τέτοιο έργο, και νομίζω ότι η ιδέα οι πολιτικές να ασκούν εξουσία ώστε να μεταχειρίζονται τους ανθρώπους άνισα στην υπηρεσία της δημιουργίας ενός επιθυμητού αποτελέσματος είναι απαίσια, διότι [δείχνω εδώ με μια χειρονομία ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία].
Όλα αυτά όμως είναι απλώς πρακτικές ανησυχίες. Μια πιο θεμελιώδης αντίρρηση μου αφορά την ιδέα ότι τα σωστά αποτελέσματα είναι κάτι που υπάρχει πριν από τη διαδικασία δημιουργίας τους. Αυτό το είδος αντίρρησης μου ήρθε πρόσφατα στο μυαλό από μια πρόσφατη ανάρτηση στο Twitter του Daron Acemoglu, ο οποίος υποστήριζε ότι ίσως είμαστε στα πρόθυρα του να αποκτήσουμε το είδος εκείνο της υπερυπολογιστικής ισχύος που θα μας επέτρεπε να λύσουμε εκείνα τα προβλήματα γνώσης που απασχολούσαν τον Φρίντριχ Χάγιεκ. Ο Acemoglu παρεξήγησε θεμελιωδώς το πρόβλημα που περιέγραφε ο Hayek. Δεν ισχύει ότι οι οικονομικές πληροφορίες υπάρχουν απλώς «εκεί έξω», εξωγενώς, και ότι αν είχαμε αρκετή υπολογιστική ισχύ θα μπορούσαμε να τις αξιοποιήσουμε αποτελεσματικά. Οι οικονομικές πληροφορίες δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από το οικονομικό σύστημα – οι αγορές δεν συγκεντρώνουν απλώς τις οικονομικές πληροφορίες - τις παράγουν οι ίδιες.
Οι οικονομικές πληροφορίες δεν υπάρχουν πριν, και ανεξάρτητα από τη διαδικασία της αγοράς, αλλά δημιουργούνται συνεχώς στη διαρκή διαδικασία της αγοράς. Ο Ατζέμογλου μίλησε σαν οι πληροφορίες να υπάρχουν απλώς δοσμένες, και το μόνο που χρειάζεται να είναι να εισάγουμε αυτές τις προϋπάρχουσες πληροφορίες σε ένα σύστημα με επαρκή υπολογιστική ισχύ για να λύσουμε το πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού. Παρεξήγησε έτσι πλήρως το επιχείρημα του Χάγιεκ.
Αυτό είναι ανάλογο με το θεμελιώδες λάθος που εντοπίζω στη σκοπιά του αποτελέσματος. Κι εκεί, υπάρχει η ιδέα ότι τα «σωστά αποτελέσματα» είναι κάτι που έχει τη δική του εξωγενή ύπαρξη, ανεξάρτητα από το τι κάνουν οι άνθρωποι για να δημιουργήσουν αυτά τα αποτελέσματα, και επομένως ο στόχος είναι να σχεδιαστεί ένα σύστημα που να δημιουργεί αυτά τα προϋπάρχοντα «σωστά» αποτελέσματα.
Ποτέ όμως δεν μπόρεσα να κατανοήσω αυτή την άποψη. Ο βαθμός που πρέπει να λάβει ένας μαθητής για μια εργασία δεν είναι κάτι που υπάρχει απλώς εκεί έξω στον αιθέρα, περιμένοντας να αποκαλυφθεί η σωστή διαδικασία βαθμολόγησης - αντιθέτως είναι κάτι που δημιουργείται στη διαδικασία ολοκλήρωσης αυτής της εργασίας και το τελικό αποτέλεσμα που παράγεται από αυτή τη διαδικασία.
Ομοίως, το «σωστό» αποτέλεσμα ενός αθλητικού διαγωνισμού δεν υπάρχει πριν από τον ίδιο τον αγώνα - δημιουργείται ως αποτέλεσμα της συμμετοχής σε αυτόν. Και παρομοίως, το αποτέλεσμα που «πρέπει» να λάβει κάποιος σε ένα οικονομικό σύστημα δεν υπάρχει πριν από την παραγωγική δέσμευση αυτού του ατόμου σε αυτό το σύστημα – προκύπτει από το τι παράγει αυτό το άτομο όπως αυτό εκτιμάται από άλλους ανθρώπους.
Για παράδειγμα, ο Steve Jobs δεν «άξιζε» κατά κάποιο τρόπο εκ των προτέρων να βγάλει πολλά χρήματα με την αγορά απλώς να αποκάλυψε σωστά αυτή την προϋπάρχουσα πληροφορία. Αντίθετα, η διαδικασία της αγοράς απέφερε στον Steve Jobs πολλά χρήματα, επειδή, συμμετέχοντας σε αυτή τη διαδικασία, εκείνος παρήγαγε πολλά πράγματα που εκτιμούσαν οι άλλοι άνθρωποι.
Πριν από τη συμμετοχή του σε αυτή τη διαδικασία, δεν υπήρχε απάντηση στο ερώτημα πόσα «πρέπει» να κερδίσει ο Steve Jobs και οποιαδήποτε θεωρία που αντιμετωπίζει αυτές τις απαντήσεις ως μια δεδομένη, ανεξάρτητη ύπαρξη κάνει το ίδιο λάθος που έκανε ο Acemoglu για τον Hayek.
* Ο Kevin Corcoran είναι βετεράνος πεζοναύτης και σύμβουλος οικονομικών και ανάλυσης υγείας.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Ιουνίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.