Προσοδοθηρία και οικονομική μετάβαση στην Κούβα
Shutterstock
Shutterstock

Προσοδοθηρία και οικονομική μετάβαση στην Κούβα

Γράφει ο Carlos Martinez 

Η επινόηση της έννοιας της προσοδοθηρίας «rent-seeking» είχε ισχυρό αντίκτυπο στην οικονομική επιστήμη. Τα συγκριτικά οικονομικά, ειδικά η μελέτη των οικονομικών μεταβάσεων, έχουν επηρεαστεί ιδιαίτερα από αυτήν καθώς η προσοδοθηρία εξηγεί αποτελεσματικά τη συμπεριφορά και τους θεσμούς που εμπλέκονται στις διαδικασίες και τις απρόθετες συνέπειες της μετάβασης σε διαφορετικά οικονομικά συστήματα. Για το λόγο αυτό, η περίπτωση της Κούβας μπορεί τέλεια να εξηγηθεί με όρους προσοδοθηρίας και αναζήτησης προνομίων. 

Η ιδέα της προσοδοθηρίας –όπως περιγράφεται εναργώς από τον David R. Henderson– είναι ότι οι επιχειρηματίες αποκτούν ορισμένα οφέλη και προνόμια μέσω της πολιτικής αρένας. Η προσοδοθηρική συμπεριφορά μπορεί να περιλαμβάνει τα πάντα, από δασμούς ή επιδοτήσεις που προστατεύουν μια συγκεκριμένη ομάδα συμφερόντων, μέχρι διπλώματα ευρεσιτεχνίας και άδειες. 

Η επιλογή της ενασχόλησης με την προσοδοθηρία είναι ορθολογική όταν το αναμενόμενο κόστος της μεταφοράς πλούτου μέσω πολιτικών επιδιώξεων είναι χαμηλότερο από εκείνο της συμμετοχής στη διαδικασία της αγοράς. Στα σύγχρονα οικονομικά, η προσοδοθηρία κατηγοριοποιείται ως παίγνιο μηδενικού αθροίσματος ή σπάταλη συμπεριφορά. Οι προσοδοθήρες δεν δημιουργούν αξία μέσω της παραγωγής. Αντίθετα, συλλαμβάνουν πλούτο από άλλους επιχειρηματίες, σπαταλώντας πιθανώς στο μεταξύ πόρους και καταστρέφοντας πλούτο. 

Αντίθετα, οι επιχειρηματίες της αγοράς δημιουργούν τον πλούτο τους παράγοντας τα καλύτερα ποιοτικά προϊόντα στις χαμηλότερες και πιο προσιτές τιμές. Και, υπό το πρίσμα του συγκριτικού πλεονεκτήματος και της εξειδίκευσης, εξασφαλίζουν αυτόν τον πλούτο μέσω αμοιβαίως επωφελών συναλλαγών με τους καταναλωτές και άλλους πωλητές. Με άλλα λόγια, αποκομίζουν κέρδη από το εμπόριο. 

Εδώ είναι που διαφέρουν οι επιχειρηματίες και οι προσοδοθήρες: ενώ είναι και οι δύο επιχειρηματίες που επιδιώκουν το κέρδος, μόνο οι επιχειρηματίες της αγοράς κερδίζουν κάνοντας την κοινωνία καλύτερη. Ωστόσο, η προσθήκη τους στο απόθεμα πλούτου είναι διαφορετική. 

Παρά το γεγονός ότι η προσοδοθηρία συνιστά μια καθαρή αποστράγγιση για την κοινωνία, δεν παύει ποτέ να υπάρχει, αν και διαφέρει από χώρα σε χώρα. Οι διαφορές αυτές προκύπτουν από διαφορές στις θεσμικές ρυθμίσεις που καθορίζουν πόσο κερδοφόρα είναι η προσοδοθηρική δράση και, επομένως, πόσο συμβαίνει. Όπως το έθεσε ο Αμερικανός οικονομολόγος William Baumol, «Οι αλλαγές στους κανόνες και σε άλλες συνακόλουθες περιστάσεις μπορούν, φυσικά, να τροποποιήσουν τη σύνθεση της τάξης των επιχειρηματιών καθώς και να αλλάξουν το μέγεθός της». Όταν το κράτος δικαίου απουσιάζει, και ο νόμος είναι απρόβλεπτος, άδικος και δεν ισχύει για όλους, η προσοδοθηρία βασιλεύει. 

Μόλις η προσοδοθηρία συνδεθεί με την έννοια των θεσμών, μπορούμε να προτείνουμε μια μελέτη περίπτωσης για να εξηγήσουμε τα φαινόμενα των οικονομικών μεταβάσεων. Με την πρόσφατη έγκριση ενός νόμου που νομιμοποιεί τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, πολλοί σχολιαστές ισχυρίστηκαν ότι ο καπιταλισμός μπορεί να επιστρέψει στην Κούβα. Αν και αυτός ο ισχυρισμός δεν πρέπει να απαξιωθεί πλήρως, η αποσαφήνιση της πραγματικής κατάστασης εξακολουθεί να είναι απαραίτητη. 

Στην πολιτική οικονομία της Κούβας, η νομοκρατία απουσιάζει, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας δεν προστατεύονται και νόμιμες συναλλαγές συχνά δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν – αυτοί οι παράγοντες συνδυαστικά καθιστούν αδύνατη την ελεύθερη αγορά. Επιπλέον, η κατανομή των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας με πολιτικά μέσα δεν μπορεί να θεωρηθεί καπιταλισμός, καθώς υποκαθιστά τον ανταγωνισμό στη σφαίρα της αγοράς με τον πολιτικό ανταγωνισμό. Με άλλα λόγια, οι Κουβανοί δεν ανταγωνίζονται στην αγορά αλλά για το δικαίωμα εισόδου σε αυτήν. Επιπλέον, το 18ο άρθρο του κουβανικού συντάγματος αναφέρει ότι: 

«Η Δημοκρατία της Κούβας διέπεται από ένα σοσιαλιστικό οικονομικό σύστημα που βασίζεται στην κατοχή από όλους τους ανθρώπους των θεμελιωδών μέσων παραγωγής ως πρωταρχικής μορφής ιδιοκτησίας καθώς και στη σχεδιαζόμενη διοίκηση της οικονομίας, που εξετάζει, ρυθμίζει και παρακολουθεί την οικονομία σύμφωνα με τα συμφέροντα της κοινωνίας». 

Ενώ η κουβανική κυβέρνηση μπορεί να έχει αλλάξει τους παίκτες, οι κανόνες του παιχνιδιού, δηλαδή οι θεσμοί, παρέμειναν οι ίδιοι. Ακόμη και ο Gil Fernandez, υπουργός Οικονομικών της Κούβας, δήλωσε ότι η Κούβα εξακολουθεί να είναι μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία παρά τους πρόσφατους νόμους που στρέφονται προς την αγορά. Αυτό το φαινόμενο είναι παρόμοιο με την περίοδο της Περεστρόικα στη Σοβιετική Ένωση, όπως τόνισε ο Peter Boettke στο βιβλίο του Calculation and Coordination

«Έτσι, παρά τη ρητορική που υπόσχεται επιχειρηματική αυτονομία, ο Νόμος για τις Κρατικές Επιχειρήσεις – το επίκεντρο της περεστρόικα – δεν είχε ποτέ σκοπό να αλλάξει ουσιαστικά τη βάση του κρατικού κεντρικού σχεδιασμού (βλ. Ericson, 1988, 1989). Πιο πρόσφατα διατάγματα και νόμοι «μεταρρυθμίσεων» ισχυρίστηκαν παρομοίως ότι επιτυγχάνουν πολλά, αλλά στην πραγματικότητα έκαναν ελάχιστη ουσιαστική διαφορά». 

Παραμερίζοντας το γεγονός ότι αυτές οι επιχειρήσεις θα διαδραματίσουν δευτερεύοντα ρόλο στην οικονομία, οι νομικές, χρηματοοικονομικές και οικονομικές ρυθμίσεις που αντιμετωπίζουν επιβάλλουν σημαντικό αναμενόμενο κόστος για τους επιχειρηματίες του νησιού. Το νομοθετικό διάταγμα 46/2021 εισάγει μια μυριάδα κανονισμών που φαινομενικά στοχεύουν στη ρύθμιση του αναδυόμενου ιδιωτικού τομέα, αλλά οι οποίες, στην πράξη, συχνά καταλήγουν σε αδικαιολόγητους περιορισμούς στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Αυτοί οι περιορισμοί επεκτείνονται στον αριθμό των εργαζομένων και των εταίρων που μπορεί να έχει μια επιχείρηση και στους τομείς στους οποίους επιτρέπεται να δραστηριοποιούνται. Μη γηγενείς ιδιώτες και νομικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επενδυτών, αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς όταν ξεκινούν μια επιχειρηματική επιχείρηση. Τέτοιοι περιορισμοί δίνουν προτεραιότητα στους κατοίκους, περιορίζοντας έτσι το πεδίο των πιθανών συμμετεχόντων. 

Μια έντονη ανησυχία προκύπτει με την ίδρυση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς η διαδικασία υπόκειται στην έγκριση του Υπουργείου Οικονομίας και Σχεδιασμού. Αυτή η απαίτηση ενθαρρύνει ακούσια ένα περιβάλλον που ευνοεί την προσοδοθηρία, όπου οι πολιτικές διασυνδέσεις γίνονται το μέσο για την εξασφάλιση έγκρισης και όχι η ισχύς της επιχειρηματικής πρότασης. Αυτό το φαινόμενο αυξάνει περαιτέρω το αναμενόμενο κόστος συμμετοχής στην αγορά. Επιπλέον, οι φορολογικοί κανονισμοί, οι οποίοι έχουν ως στόχο να παρέχουν μια ροή εσόδων για την κυβέρνηση, δεν είναι προσαρμοσμένοι για να διευκολύνουν μια απλή πορεία για τους επιχειρηματίες για την επίτευξη κερδοφορίας. Κατά συνέπεια, αυτό το περίπλοκο φορολογικό σύστημα προσθέτει στο ήδη επαχθές βάρος της επιχειρηματικότητας, επιδεινώνοντας το χάσμα μεταξύ του κόστους συμμετοχής σε νόμιμες δραστηριότητες της αγοράς και εκείνων της αναζήτησης πολιτικής εύνοιας. 

Μια άλλη κρίσιμη σύγχυση είναι η υπόθεση ότι η απελευθέρωση ορισμένων περιορισμένων και ρυθμιζόμενων αγορών υποδηλώνει μια ελεύθερη αγορά — στην πραγματικότητα, τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα. Η παρουσία ορισμένων καταναλωτικών αγορών δεν υποδηλώνει καπιταλισμό εάν το κράτος δεν διαθέτει τους ίδιους τους θεσμούς που χρειάζονται για να είναι καπιταλιστικό. Ένα άλλο ερώτημα που πρέπει να θέσουμε, λαμβάνοντας υπόψη αυτόν τον νόμο για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, είναι: μπορεί ο καθένας να ανοίξει εξαρχής μια από αυτές τις νέες νόμιμες εταιρείες; Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η Κούβα θα επέτρεπε σε οποιονδήποτε από τους 1037 πολιτικούς κρατουμένους της ή τα μέλη της οικογένειάς τους να ανοίξουν μια επιχείρηση. 

Ούτε μπορεί κανείς να εμπιστευτεί τον χρηματοοικονομικό τύπο της Κούβας ότι παρέχει ακριβή περιγραφή του τι συμβαίνει, καθώς και τα στελέχη του έχουν υποστεί πολιτική πίεση, όπως αποδεικνύεται από τους πολλούς περιορισμούς που τίθενται στον elToque, ο οποίος ανέφερε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες μεταξύ του πέσο της Κούβας και του Αμερικάνικο δολλάριο. Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία είναι δύσκολο αποκτηθούν και ακόμα πιο δύσκολο γίνουν πιστευτά. Σε πολλές περιπτώσεις, οι χρονοσειρές που δημοσιεύει η κουβανική κυβέρνηση είναι είτε μη προσβάσιμες είτε ανύπαρκτες. Αυτό καθιστά πιο δύσκολο να αποδειχθεί ότι η Κούβα μεταβαίνει σε μια οικονομία φιλική προς την αγορά. 

Μέχρι στιγμής, οι προσδοκίες για την κουβανική οικονομία είναι μια οικονομική μετάβαση στο πρότυπο της Ρωσίας. Στην πραγματικότητα, η Κούβα έχει ζητήσει τη συμβουλή Ρώσων αξιωματούχων και οικονομολόγων για την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών που χρειάζεται η οικονομία για να είναι πιο παραγωγική ή τουλάχιστον πιο συνδεδεμένη με τον ορθολογικό οικονομικό υπολογισμό. 

Η έννοια της προσοδοθηρίας έχει αποδειχθεί πολύτιμο αναλυτικό εργαλείο για την κατανόηση των οικονομικών μεταβάσεων, όπως αναδεικνύει και η περίπτωση της Κούβας. Η διάκριση μεταξύ των προσοδοθήρων και των επιχειρηματιών της αγοράς υπογραμμίζει τις αντικρουόμενες διαδρομές προς τη δημιουργία πλούτου και τον κοινωνικό αντίκτυπο. Η ανάλυση της οικονομικής κατάστασης της Κούβας αποκαλύπτει τις επίμονες προκλήσεις των θεσμικών περιορισμών και του κεντρικού σχεδιασμού. Καθώς η χώρα ξεκινάει πιθανές αλλαγές, η προσεκτική αξιολόγηση των προσοδοθηρικών συμπεριφορών και των συνεπειών τους παραμένει αναγκαία για τη εκτίμηση της οικονομικής μελλοντικής τροχιάς της Κούβας. 

* O Carlos Martinez είναι Κουβανοαμερικανός και σπουδάζει οικονομικά στο Rockford University.  

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Αυγούστου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών