Με τις τιμές των ομολόγων να παίρνουν την κατιούσα πέρυσι μετά τις αυξήσεις επιτοκίων της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, μερικές από τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας επέλεξαν μια λογιστική «μανούβρα» ώστε να αποφύγουν ζημιές δισεκατομμυρίων στα βιβλία τους.
Αποφάσισαν ότι θα διακρατούσαν μεγάλο μέρος των ομολόγων που εμφάνιζαν ζημιές μέχρι τη λήξη τους και ότι δεν θα τα πωλούσαν. Η λογιστική μεταχείριση των ομολόγων αυτών στα βιβλία τους «πάγωσε» την αξία τους στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, ανεξάρτητα με το τι συνέβαινε με τις τιμές τους στην αγορά.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, έξι μεγάλες τράπεζες άλλαξαν την κατηγοριοποίηση σε ομόλογα αξίας άνω των $500 δισ. πέρυσι. Η κίνηση αυτή επέτρεψε στις τράπεζες να αποφύγουν τις λογιστικές ζημιές των ομολόγων τους στους ισολογισμούς τους και να εμφανίσουν ισχυρά επίπεδα κεφαλαίων όταν στην πραγματικότητα το ενεργητικό τους άξιζε λιγότερο.
Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank έχει αναθερμάνει τη συζήτηση για τους λογιστικούς κανόνες που συχνά επιτρέπουν σε εταιρείες να εμφανίζουν αξίες για το ενεργητικό τους που διαφέρουν από τις πραγματικές, ανάλογα με το τι προτίθενται να κάνουν με το ενεργητικό αυτό.
Οι κανόνες αυτοί επιτρέπουν στις εταιρείες να αλλάζουν τις προθέσεις τους και κατά συνέπεια να επηρεάζουν την εικόνα του ισολογισμού τους. Οι έξι αμερικανικές τράπεζες κατάφεραν να «ωραιοποιήσουν» τους ισολογισμούς τους αλλάζοντας τη λογιστική μεταχείριση των ομολόγων στα χαρτοφυλάκιά τους.
Οι τράπεζες μπορούν να διακρατούν στοιχεία ενεργητικού στην κατηγορία «διαθέσιμο προς πώληση», που σημαίνει ότι τα στοιχεία αυτά αποτιμώνται στην αγοραία τους αξία.
Μία άλλη επιλογή είναι να τα τοποθετούν στην κατηγορία «διακράτηση μέχρι τη λήξη», που σημαίνει ότι δεν πρόκειται να πωληθούν. Στην περίπτωση αυτή η αξία των ομολόγων στα βιβλία των τραπεζών είναι το κόστος κτήσης. Η λογική στην λογιστική αυτή μεταχείριση είναι ότι οι τιμές της αγοράς δεν έχουν ουσία για στοιχεία ενεργητικού που οι τράπεζες δεν πρόκειται να πωλήσουν.
Τα ομόλογα των τραπεζών που διακρατούνται μέχρι τη λήξη είχαν συνολική αξία $1,14 τρισ. στους ισολογισμούς τους στο τέλος Δεκεμβρίου του 2022, μία αύξηση 681 δισ. από το 2021. Η αξία αυτή στους ισολογισμούς των τραπεζών ήταν 12% υψηλότερη από τη δίκαιη τιμή των ομολόγων με βάση τις τιμές τους στην αγορά, μία διαφορά $118 δισ. που αντιστοιχούσε στο 18% των ιδίων κεφαλαίων τους.
Πριν ένα χρόνο η διαφορά ανάμεσα στην αγοραία αξία των ομολόγων και στην αξία με την οποία εμφανίζονται στην κατηγορία «διακράτηση μέχρι τη λήξη» στους ισολογισμούς ήταν μηδαμινή.
Η μεγάλη διαφορά σήμερα έχει εντείνει τις ανησυχίες για το αν ένα σημαντικό κομμάτι των κεφαλαίων πολλών τραπεζών αποτελεί ψευδαίσθηση. Τα ίδια κεφάλαια μιας τράπεζας είναι το μαξιλάρι που μπορεί να απορροφήσει μελλοντικές ζημιές.
Γύρω στο 48% των ομολόγων στα χαρτοφυλάκια τραπεζών άλλαξαν κατηγορία πέρυσι και μεταφέρθηκαν σε «διακράτηση μέχρι τη λήξη» στο τέλος του 2022, μία αύξηση 34% από την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων (FDIC) των ΗΠΑ. Οι λογιστικές ζημιές ανέρχονταν σε $620 δισ. και τα $341 δισ. είχαν να κάνουν με ομόλογα της κατηγορίας «διακράτηση μέχρι τη λήξη».
Στην περίπτωση της Silicon Valley Bank, η τράπεζα είχε από την αρχή τοποθετήσει τα ομόλογα της στην κατηγορία διακράτηση μέχρι τη λήξη, ουσιαστικά στοιχηματίζοντας ότι τα επιτόκια θα παρέμεναν χαμηλά μακροπρόθεσμα. Οι λογιστικές ζημιές στα ομόλογα αυτά είχαν σχεδόν φτάσει το ποσό των ιδίων κεφαλαίων της τράπεζας στο τέλος του 2022. Το σφοδρό χτύπημα στα ίδια της κεφάλαια από τη ρευστοποίηση τους ήταν αναπόφευκτο.