H αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την κερδοφορία του τραπεζικού κλάδου το 2023 ήταν απόλυτα αναμενόμενη μετά τα εξαιρετικά αποτελέσματα εξαμήνου των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.
Η τάξη μεγέθους αυτής της αναθεώρησης είναι 20 - 25% ανάλογα την τράπεζα. Υπό αυτό πρίσμα το μπαράζ αναλύσεων που δημοσιεύθηκαν από το ξεκίνημα της εβδομάδας ήρθε απλά να επιβεβαιώσει το προφανές: Το εύρος των αποτιμήσεων απέκτησε νέο ανοδικό περιθώριο το οποίο προέρχεται αμιγώς από οργανικές επιδόσεις. Το αποτέλεσμα εκτοξεύει πλέον την κερδοφορία της χρήσης (προ εκτάκτων αποτελεσμάτων) στα 3,9 δισ. ευρώ όταν στο εξάμηνο οι ελληνικές τράπεζες είχαν φέρει 1,8 δισ. ευρώ καθαρής κερδοφορίας.
Με αυτές τις επιδόσεις οι ελληνικές τράπεζες έχουν μέσο δείκτη ΡΕ κάτω από 6 φορές με φθηνότερη όλων την Πειραιώς (5,1x) και ακριβότερη την Eurobank (5,8x). Κοιτάζοντας τις εκτιμήσεις της χρήσης του 2024 το μέσο PE προσεγγίζει τις 5,5 φορές και αυτή είναι μια σημαντική συνθήκη για να κινητοποιηθούν επενδυτικά πιο μακροπρόθεσμα κεφάλαια. Μάλιστα, αν σε αυτή την συνθήκη προστεθεί ο παράγοντας μέρισμα που τελεί υπό την αίρεση των εγκρίσεων του επόπτη, το επενδυτικό στόρι γίνεται ακόμα πιο ελκυστικό: Ένα χαμηλό ΡΕ με μια μερισματική απόδοση 3,5% εκτός από υποσχόμενα κέρδη δικαιολογεί και το κόστος ευκαιρίας.
Οι αποτιμήσεις ωστόσο των ελληνικών τραπεζών δεν είναι πια τόσο ανταγωνιστικές με τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Σε όρους καθαρής θέσης είναι ακριβότερες κατά 10% με καλύτερους ωστόσο ρυθμούς αύξησης κερδοφορίας αφού πλέον οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις τοποθετούν τη μέση απόδοση των κεφαλαίων άνω του 14%, όταν οι ευρωπαϊκές τρέχουν με 11 και 12%. Εκεί που οι ελληνικές τράπεζες υπερτερούν είναι στη σύγκριση της καθαρής κερδοφορίας. Το δυνητικό περιθώριο προσαρμογής είναι από 10 έως 20%, αλλά σπάνια οι δείκτες αυτοί έρχονται σε ευθυγράμμιση με τους δείκτες της καθαρής θέσης λόγω των άλλων επιμέρους διαφοροποιήσεων στον ισολογισμό.
Αν μη τι άλλο οι ελληνικές τράπεζες είναι αυτήν τη στιγμή στην κορυφή των επιλογών των ξένων επενδυτών και το πιθανότερο είναι αυτή η οπτική να ενισχυθεί αφού ακόμα δεν έχουμε δει την κορύφωση των οργανικών επιδόσεων. Το τρίτο τρίμηνο θα αποτελεί μια πιο ασφαλή προσέγγιση αφού η δυναμική της αύξησης των επιτοκίων παρέμβασης δεν είχε αποτυπωθεί πλήρως στα χαρτοφυλάκια δανείων στο εξάμηνο, ενώ η μετακύλιση του κόστους επί των επιτοκίων των καταθέσεων είναι σταθερά χαμηλότερη από την αναμενόμενη. Την ίδια στιγμή η πιστωτική επέκταση αναμένεται να επιταχυνθεί, ενώ οι επισφάλειες δεν φαίνεται να αυξάνονται σε σημείο που να απαιτούνται σημαντικές πρόσθετες προβλέψεις.
Η κερδοφορία των τραπεζών το α’ εξάμηνο του 2023