Oι Αμερικανοί φαίνεται πως θέλουν να πληρώσουν τους Ρώσους με το ίδιο νόμισμα, δηλαδή να δημιουργήσουν μία σύγχυση ως προς την πολιτική που ακολουθούν, στέλνοντας αμφίσημα μηνύματα. Ένας σοβαρός κίνδυνος ωστόσο προκύπτει από την εμπλοκή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ουκρανία και την παγίδα που είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί η Ρωσία.
Από τη μία, υπάρχει η διαρροή πως πρόκειται να ενισχυθούν οι αμερικανικές δυνάμεις σε αρκετές χώρες πέριξ της Ουκρανίας, επίκεται μεγαλύτερη αποστολή οπλισμού στην Ουκρανία και η αμερικανική στήριξη σε περίπτωση ρωσικής επίθεση παραμένει ισχυρή. Από την άλλη βέβαια, υπάρχουν δηλώσεις Μπλίνκεν πως δεν πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις στη Ρωσία σε αυτή τη φάση, ώστε να συνεχιστεί ο διάλογος και να μείνουν ανοικτά τα κανάλια επικοινωνίας, δείχνοντας πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν μια ειρηνική επίλυση.
Η πρόθεση των Αμερικανών για στρατιωτικές ενισχύσεις στην Ανατολικής Ευρώπης είδε το φως της δημοσιότητας, ύστερα από τον διαχωρισμό που έκανε ο Μπάιντεν μεταξύ μεγάλης και μικρής ρωσικής επέμβασης, τον οποίο έσπευσε να ανακαλέσει μέσα σε λίγες ώρες ο Λευκός Οίκος, αλλά και ο ίδιος ο Μπάιντεν. Η απόπειρα στρατιωτικοποίησης του ζητήματος της Ουκρανίας, από πλευράς Αμερικανών εξηγείται οπότε ως αντίδραση της Ουάσιγκτον στις ατυχείς δηλώσεις Μπάιντεν. Προφανώς, οι Αμερικανοί θέλουν να στείλουν ένα μήνυμα αποφασιστικότητας προς τους Ρώσους με αυτές τις κινήσεις.
Από την άλλη πλευρά, και η Ρωσία συνεχίζει να στέλνει αμφίσημα μηνύματα. Από τη μία, παραμένει η συγκέντρωση άνω των 100.000 ρωσικών στρατευμάτων γύρω από την Ουκρανία και από την άλλη, η Μόσχα απορρίπτει μετά βδελυγμίας την προοπτική εισβολής στην Ουκρανία. Αυτή ακριβώς την πολιτική σύγχυσης του αντιπάλου επέλεξαν να ακολουθήσουν και οι Αμερικάνοι. Η αλήθεια είναι ότι τα περιθώρια στενεύουν για τον Λευκό Οίκο, καθώς οι Ουκρανοί και άλλοι νατοϊκοί εταίροι τους στην ανατολική Ευρώπης και τη Βαλτικής είχαν κλονιστεί για τον βαθμό δέσμευσης τους.
Η πολύ μεγαλύτερη εμπλοκή του Ηνωμένου Βασιλείου στο ζήτημα περιπλέκει βέβαια την κατάσταση τις τελευταίες ημέρες. Το Λονδίνο διαχωρίζει τη θέση του από την Ευρώπη και κυρίως από τη Γερμανία, η οποία είναι απρόθυμη να χρεωθεί οποιαδήποτε κλιμάκωση της έντασης ενώ είναι ακόμα σαφέστερο ότι δεν θέλει σε καμιά περίπτωση να χρειαστεί να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως είπε και ο ίδιος ο καγκελάριος Σολτς, ενδεχόμενες κυρώσεις θα πλήξουν κι εκείνους που επιβάλουν τις κυρώσεις, εννοώντας προφανώς τη χώρα του τη Γερμανία, η οποία έχει πληθώρα εμπορικών συναλλαγών, με πάνω από 6.000 γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία.
Υπάρχουν ταυτόχρονα δύο διαστάσεις που σχετίζονται με το φυσικό αέριο. Η πρώτη διάσταση είναι το τι μέλλει γενέσθαι με τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2. Η δεύτερη διάσταση είναι η αύξηση των τιμών της ενέργειας, ακόμα κι αν δεν ευθύνεται εξ’ ολοκλήρου η Ρωσία για το ζήτημα. Αλλά, ως ολιγοπωλιακή δύναμη, η Gazprom μπορεί, εφόσον θέλει, να διατηρεί υψηλά τις τιμές φυσικού αερίου για την Ευρωπαϊκή αγορά. Μέχρι να βρεθούν οι τρόποι αντιμετώπισης του ζητήματος, μπορεί να έχει περάσει ο χειμώνας και θα έχει πλήξει τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Όπως φαίνεται κι από τις σημερινές δηλώσεις Μπορέλ, στο συμβούλιο των υπουργών εξωτερικών, πως δεν πρέπει να δραματοποιούμε την κατάσταση στην Ουκρανία, το δυτικό μέτωπο κάθε άλλο παρά αρραγές είναι.
Η παραφιλολογία για την πιθανότητα εισβολής θα πρέπει να λάβει υπόψιν ευρύτερες παραμέτρους. Ξεκινώντας από τον λιγότερο καθοριστικό λόγο, η Ρωσία δεν θα ήθελε να δυσαρεστήσει την Κίνα, με την οποία έχει θερμάνει τις σχέσεις της κι η οποία αυτή την περίοδο διοργανώνει τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Ως η πρώτη χώρα στον κόσμο, που στην ίδια πόλη της, διοργανώνονται Χειμερινοί αλλά και οι Ολυμπιακοί αγώνες, το Πεκίνο θέλει να δώσει τη δική του αίσθηση μεγαλείου, εν μέσω διπλωματικού εμπάργκο που έχει επιβληθεί από τις δυτικές χώρες. Στη Μόσχα δεν θα ήθελαν να ταυτιστούν με στρατιωτικές ενέργειες, καθώς το 2008, την πρώτη μέρα των ολυμπιακών αγώνων, είχαμε την έναρξη των εχθροπραξιών μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας.
Πολύ πιθανότερο είναι η Μόσχα να μην κάνει την πρώτη κίνηση για οικονομικούς λόγους βέβαια. Οι αγορές έχουν στείλει ένα μήνυμα πως μια ρωσική επιθετική ενέργεια θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες στη ρωσική οικονομία, καθώς υπάρχει υποτίμηση του ρουβλίου και πτώση των μετοχών, η οποία συμπαρασύρει το χρηματιστήριο. Το ρωσικό οικονομικό σύστημα δείχνει αρκετό ευάλωτο, με αρκετές αναταράξεις τις τελευταίες μέρες, κάτι το οποίο λαμβάνεται υπόψιν για τις επόμενες κινήσεις της ρωσικής ηγεσίας.
Η εμπλοκή ωστόσο της Μεγάλης Βρετανίας ρίχνει μόνο λάδι στη φωτιά, καθώς στο Λονδίνο γνωρίζουν εξαρχής πως να ερεθίζουν τα αντανακλαστικά των Ρώσων. Δεν είναι μόνο οι δηλώσεις του Μπόρις Τζόνσον, ότι η Ουκρανία μπορεί να γίνει η νέα Τσετσενία των Ρώσων, ένα πολύ ευαίσθητο ζήτημα για τη Μόσχα. Οι αναφορές πως οι Ρώσοι ετοιμάζουν κάποιο πραξικόπημα στην Ουκρανία, τοποθετώντας κάποιον δικό τους εγκάθετο στην ηγεσία της, ακόμα κι αν ισχύουν, σίγουρα προκαλούν τη Μόσχα.
Ίσως ο σκοπός του Ηνωμένου Βασιλείου να είναι η αποτροπή της Ρωσίας, αλλά το αποτέλεσμα είναι η κλιμάκωση της έντασης και η ενεργοποίηση ενός φαύλου κύκλου, καθώς συνήθως η Ρωσία αφήνει να πέσουν στην παγίδα της οι αντίπαλοι της. Όπως είδαμε στην περίπτωση της Κριμαίας το 2014, αλλά και με τη Γεωργία το 2008 τα πράγματα είναι πιο πολύ πολύπλοκα. Αν είναι να κάνει η Ρωσία κάποια, θα έχει βρει πρώτα κάποιο άλλοθι, ώστε να τεκμηριώνεται πως δεν αφορά δική της πρωτογενή ενέργεια, αλλά αντίδραση σε μία ενέργεια άλλου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση περισσότερο επίφοβοι είναι οι Ουκρανοί να υποπέσουν σε κάποια λανθασμένη κίνηση. Γι’ αυτό και η προσέγγιση της Βρετανίας, να φουσκώνει τα μυαλά των Ουκρανών και να προκαλεί τους Ρώσους, είναι άκρως παρακινδυνευμένη.