Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν παρουσίασε χθες Τετάρτη ενώπιον του Κογκρέσου την εικόνα μιας Αμερικής ξανά όρθιας έπειτα από μια σειρά κρίσεων και εμφανίστηκε έτοιμος να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, ζητώντας από τους πιο πλούσιους να “πληρώσουν το δίκαιο μερίδιο που τους αναλογεί”.
Μία ημέρα πριν το συμβολικό όριο των 100 ημερών του στην προεδρία, ο Μπάιντεν παρουσίασε τη φορολογική του μεταρρύθμιση που έχει στόχο να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα American Families Plan (Σχέδιο για τις Αμερικανικές Οικογένειες) με ένα ποσό ύψους σχεδόν 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω της αύξησης των φόρων.
Ο Μπάιντεν επεσήμανε ότι η χώρα όταν ανέλαβε αυτός την προεδρία βρισκόταν “σε κρίση”, υγειονομική και οικονομική, ενώ χαρακτήρισε την επίθεση εναντίον του Καπιτωλίου στις 6 Ιανουαρίου από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ “τη χειρότερη επίθεση εναντίον της δημοκρατίας μας μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο”.
Ωστόσο υπογράμμισε και τον δρόμο που έχει διανύσει.“Έπειτα από 100 ημέρες μπορώ να πω στη χώρα: Η Αμερική προχωρά ξανά”, τόνισε.
Για πρώτη φορά στην Ιστορία δύο γυναίκες βρίσκονταν πίσω από τον Αμερικανό πρόεδρο: η Νάνσι Πελόζι πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και η Κάμαλα Χάρις η πρώτη γυναίκα που έγινε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.
“Είχε έρθει η ώρα!”, υπογράμμισε ο Μπάιντεν υπό τα χειροκροτήματα των μελών του Κογκρέσου λίγο πριν ξεκινήσει την ομιλία του.
“Ξεχασμένοι” Αμερικανοί
Ο Μπάιντεν εμφανίστηκε ως υπερασπιστής της μεσαίας τάξης και υπερασπίστηκε το τεράστιο σχέδιο επενδύσεών του που έχει στόχο τη δημιουργία “εκατομμυρίων θέσεων εργασίας” για τους Αμερικανούς που νιώθουν περιθωριοποιημένοι.
“Γνωρίζω ότι μερικοί από εσάς αναρωτιέστε αν αυτές οι θέσεις εργασίας είναι για εσάς. Αισθάνεστε περιθωριοποιημένοι και ξεχασμένοι σε μια οικονομία που αλλάζει γρήγορα”, σχολίασε ο Δημοκρατικός πρόεδρος.
“Σχεδόν το 90% των θέσεων εργασίας στις υποδομές (σ.σ. τα έργα που προβλέπεται να γίνουν βάσει του σχεδίου του που παρουσίασε τον προηγούμενο μήνα) δεν απαιτούν πανεπιστημιακά πτυχία”, εξήγησε.
Το σχέδιο αυτό έχει ήδη προκαλέσει την οργή των Ρεπουμπλικάνων. Είναι ιδιαίτερα φιλόδοξο καθώς προβλέπει 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε επενδύσεις, κυρίως στην εκπαίδευση, και 800 δισεκατομμύρια δολάρια σε μειώσεις φόρων για τη μεσαία τάξη.
Για να το χρηματοδοτήσει ο Μπάιντεν προτείνει να καταργηθούν οι μειώσεις φόρων για τους πιο πλούσιους, που ψηφίστηκαν επί προεδρίας Τραμπ, και να αυξηθεί η φορολογία των κεφαλαιουχικών κερδών του 0,3% των πιο πλούσιων Αμερικανών.
“Έχει έρθει η ώρα οι αμερικανικές εταιρείες και το 1% των πιο πλούσιων Αμερικανών να αρχίσουν να πληρώνουν το δίκαιο μερίδιό τους”, τόνισε.
Εξάλλου υπογράμμισε ότι κανένας Αμερικανός με ετήσιο εισόδημα κάτω των 40.000 δολαρίων δεν θα δει τους φόρους του να αυξάνονται.
Αν και το σχέδιο του Μπάιντεν για τη στήριξη της οικονομίας με 1,9 τρισεκ. δολάρια πέρασε από το Κογκρέσο χωρίς πραγματική δυσκολία, οι συζητήσεις για τα τεράστια προγράμματα επενδύσεων που επιθυμεί στις υποδομές και την παιδεία αναμένεται να είναι πιο δύσκολες.
“Σοσιαλιστικό όραμα”
Στην πρώτη του ομιλία στο Κογκρέσο ο Αμερικανός πρόεδρος εκτίμησε ότι το σχέδιο εμβολιασμού κατά της covid-19 που εφαρμόζεται στις ΗΠΑ είναι “μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες από τη σκοπιά του εφοδιασμού” στην ιστορία της χώρας.
Περισσότερα από 96 εκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν το 30% του πληθυσμού της χώρας, θεωρούνται πλήρως εμβολιασμένοι.
Στρεφόμενος σε ένα άλλο φλέγον ζήτημα για την κοινωνία, ο Μπάιντεν κάλεσε τη Γερουσία να υιοθετήσει ως τον Μάιο ένα μεγάλο σχέδιο μεταρρύθμισης της αστυνομίας με την ευκαιρία της πρώτης επετείου από τον θάνατο του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ κατά τη σύλληψή του από λευκούς αστυνομικούς.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος παρότρυνε τη Γερουσία να δείξει “θάρρος” και να εγκρίνει οριστικά το κείμενο, που έχει ήδη υιοθετηθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων και προβλέπει κυρίως την καταπολέμηση της ευρείας δικαστικής ατιμωρησίας των αστυνομικών.
Στο διπλωματικό πεδίο ο Μπάιντεν εμφανίστηκε αυστηρός απέναντι στην Κίνα και τη Ρωσία, δηλώνοντας ωστόσο έτοιμος για διάλογο.
Διαβεβαιώνοντας ότι δεν “επιζητεί τη σύγκρουση με την Κίνα”, επέμεινε ότι είναι “έτοιμος να υπερασπιστεί τα αμερικανικά συμφέροντα σε όλους τους τομείς”.
Ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τεντ Κρουζ κατήγγειλε το “σοσιαλιστικό όραμα” του Δημοκρατικού προέδρου.
Όχι διχαστικός λόγος
Λόγω της πανδημίας του κορονοϊού μόνο 200 άνθρωποι, έναντι περισσοτέρων από 1.600 συνήθως, βρέθηκαν στο ημικύκλιο της Βουλής των Αντιπροσώπων για να παρακολουθήσουν την ομιλία του Αμερικανού προέδρου.
Από τους κοινοβουλευτικούς ζητήθηκε να παρουσιάσουν φέτος έναν κατάλογο “διαδικτυακών καλεσμένων”.
Ο Τζον Ρόμπερτς ήταν ο μοναδικός δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου που ήταν παρών στην ομιλία Μπάιντεν. Παρόντες ήταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνεν και ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν, όμως οι υπόλοιποι υπουργοί παρακολούθησαν την ομιλία από την τηλεόραση.
“Δεν ήμουν ποτέ τόσο αισιόδοξος και σίγουρος για την Αμερική”, κατέληξε ο 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ στο τέλος της ομιλίας του που διήρκησε λίγο περισσότερο από μία ώρα.
Η ατμόσφαιρα ήταν σαφώς λιγότερο τεταμένη σε σχέση με την προηγούμενη ομιλία του Τραμπ στο Κογκρέσο, τον Φεβρουάριο του 2020. Τότε ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ είχε αποφύγει να κάνει χειραψία με την Πελόζι, η οποία έσκισε το αντίτυπο της ομιλίας Τραμπ όταν αυτός την ολοκλήρωσε.