Με άνοδο έκλεισαν τη Δευτέρα οι βασικοί δείκτες στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης με την αγορά να συνεχίζει την επιστροφή της από το επίπεδο διόρθωσης στο οποίο βρέθηκε μετά από μια πτώση τεσσάρων εβδομάδων. Η πτωτική τάση επιδεινώθηκε από τη χαοτική, όπως χαρακτηρίζουν οι οικονομολόγοι, εφαρμογή της πολιτικής δασμών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ καθώς και την πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones κινήθηκε ανοδικά κατά 0,85%, στις 41.841,63 μονάδες, κερδίζοντας 353 μονάδες. Ο ευρύτερος δείκτης S&P 500 κατέγραψε κέρδη 0,65%, στις 5.675,12 μονάδες. Ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq κέρδισε 0,31% στις 17.808 μονάδες.
Το κλίμα στη Wall Street άρχισε να γίνεται θετικό μετά την έκθεση για τις λιανικές πωλήσεις του Φεβρουαρίου, καθώς οι traders φάνηκαν να ανακουφίζονται από τα στοιχεία τα οποία ήταν καλύτερα από αυτά που ανέμεναν.
Οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 0,2% τον μήνα, κάτω από την εκτίμηση του Dow Jones για αύξηση 0,6%. Ωστόσο, εξαιρουμένων των αυτοκινήτων, η αύξηση ήταν 0,3%, η οποία ήταν σύμφωνη με τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων.
Ο S&P 500 έκλεισε με διόρθωση την Πέμπτη, σημειώνοντας πτώση άνω του 10% από το υψηλό ρεκόρ του στα τέλη Φεβρουαρίου. Στη συνέχεια σημείωσε άνοδο 2% την Παρασκευή, καθώς οι επενδυτές εκμεταλλεύτηκαν τις μετοχές τεχνολογίας που βρίσκονταν σε χαμηλά επίπεδα.
«Βρισκόμαστε σε ένα βραχυπρόθεσμο ράλι αντίθετης τάσης», δήλωσε στο CNBC ο Sam Stovall, επικεφαλής επενδυτικός στρατηγικός αναλυτής της CFRA Research, προσθέτοντας ότι πιστεύει ότι η διόρθωση μπορεί να ολοκληρωθεί γύρω από το επίπεδο των 5.400 μονάδων για τον S&P 500. Αυτό θα σήμαινε πτώση άνω του 4% από το κλείσιμο της Παρασκευής.
«Όχι πολύ περισσότερο προς τα κάτω, αλλά ... νομίζω ότι αυτό θα επιτρέψει στην αγορά να προσπαθήσει να βρει έναν πυθμένα», συνέχισε.
Παρά την άνοδο της Παρασκευής, η προηγούμενη εβδομάδα ήταν πτωτική. Ειδικά ο Dow Jones κατέγραψε τη μεγαλύτερη ενδομαδιαία πτώση από το 2023. Ο Nasdaq παραμένει σε περιοχή διόρθωσης, μειωμένος κατά 12% από το ρεκόρ του μέχρι το κλείσιμο της Παρασκευής.
Οι επενδυτές προσπαθούν να συγχρονιστούν με τις ταχέως μεταβαλλόμενες δασμολογικές πολιτικές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, μαζί με τις επιθετικές προσπάθειες περικοπής κόστους του τμήματος DOGE του Έλον Μασκ, που έχουν φέρει τις αγορές σε τέλμα και έχουν εγείρει ανησυχίες για την εταιρική και καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Τα σχόλια της κυβέρνησης ότι θα μπορούσε να είναι ανεκτή μια κρίση τόσο στην οικονομία όσο και στην αγορά προκειμένου να αναμορφωθούν οι περισσότεροι κυβερνητικοί οργανισμοί, παράλληλα με την παγκόσμια εμπορική πολιτική έχουν επίσης επιβαρύνει τις αγορές.
«Είμαι στον χώρο των επενδύσεων εδώ και 35 χρόνια και μπορώ να σας πω ότι οι διορθώσεις είναι υγιείς. Είναι φυσιολογικές», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ την Κυριακή στο NBC. «Αυτό που δεν είναι υγιές, είναι να έχεις αυτές τις ευφορικές αγορές. Έτσι δημιουργείται μια χρηματοπιστωτική κρίση. Θα ήταν πολύ πιο υγιές αν κάποιος είχε βάλει φρένο το '06, '07. Δεν θα είχαμε τα προβλήματα του '08».
Ο Μπέσεντ ο οποίος προηγουμένως δήλωσε ότι θα μπορούσε να χρειαστεί μια περίοδος «αποτοξίνωσης» για να μεταβεί η οικονομία από τις κρατικές δαπάνες σε περισσότερες ιδιωτικές δαπάνες, πρόσθεσε ότι δεν υπάρχουν «εγγυήσεις» ότι θα αποφευχθεί μια ύφεση.
Σύμφωνα με τον Derek Harris, στρατηγικό αναλυτή χαρτοφυλακίου της Bank of America Securities, «η αμερικανική “αποτοξίνωση” που θα επιτευχθεί με την αποτελεσματικότητα της απορρύθμισης και του εμπορίου θα “δώσει πόνο” στην αγορά πριν από τα ορατά κέρδη του ΑΕΠ»