Όλοι έχουμε αισθανθεί την επιτακτική ανάγκη να ξύσουμε εδώ και τώρα κάποιο σημείο στο δέρμα μας, αλλά το γιατί αναπτύσσεται η φαγούρα (ή κνησμός, όπως λέγεται επιστημονικά) είναι κάτι που σε μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να αποτελεί μυστήριο για τους επιστήμονες.
Μελέτες έχουν δείξει ότι στην ανάπτυξή της παίζουν ρόλο πολύπλοκοι βιολογικοί μηχανισμοί, οι οποίοι ενεργοποιούνται ανάλογα με διάφορα εξωτερικά και εσωτερικά αίτια και μερικές φορές δίχως εμφανή λόγο.
Το σίγουρο είναι πως ο κνησμός είναι εξαιρετικά ενοχλητικός, αλλά όπως συμβαίνει με τον πόνο, έτσι κι αυτός συχνά είναι ωφέλιμος, αφού μπορεί να μας προειδοποιήσει για έναν πιθανό κίνδυνο (π.χ. ότι αγγίξαμε μια τσουκνίδα ή μας τσίμπησε ένα έντομο) ή για να αναζητήσουμε θεραπεία για κάποιο υποκείμενο πρόβλημα (π.χ. μια αλλεργική αντίδραση).
Όπως εξηγεί ο Δρ. Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος, η πιο συχνή αιτία του κοινού κνησμού είναι η ξηροδερμία, η οποία συνήθως οφείλεται στην προχωρημένη ηλικία ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως: η παρατεταμένη χρήση κλιματισμού ή κεντρικής θέρμανσης και το υπερβολικό πλύσιμο και μπάνιο. Η ξηροδερμία συνήθως αντιμετωπίζεται εύκολα με τα κατάλληλα μέτρα αυτοφροντίδας, αλλά αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να εξελιχθεί σε δερματίτιδα (φλεγμονή στο δέρμα), οίδημα (πρήξιμο) ή μόλυνση του δέρματος.
Ο κοινός κνησμός μπορεί επίσης να οφείλεται σε παροδικές δερματοπάθειες όπως αυτές της παιδικής ηλικίας (π.χ. ανεμευλογιά), η ψώρα ή ακόμα και οι ψείρες, οπότε συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα όπως κοκκίνισμα και ερεθισμός του δέρματος, σπυράκια κ.λπ. Μπορεί ακόμα να είναι συνέπεια δερματικής αλλεργικής αντίδρασης (π.χ. στα μάλλινα υφάσματα, σε σαπούνια, φυτά, προϊόντα περιποίησης του δέρματος) ή τροφικής αλλεργίας, ενώ μερικές γυναίκες μπορεί να εκδηλώσουν κνησμό στο δέρμα της κοιλιάς και των μηρών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αυτού του είδους η φαγούρα, όμως, κατά κανόνα είναι παροδική και υποχωρεί, ειδικά όταν αντιμετωπίζεται η υποκείμενη αιτία της.
Υπάρχουν, όμως, πολλοί άνθρωποι που υποφέρουν από χρόνιο κνησμό, δηλαδή από παρατεταμένη και επίμονη φαγούρα (συνήθως διαρκεί πάνω από 6 εβδομάδες) η οποία δεν έχει πάντοτε συγκεκριμένη αιτία και η αντιμετώπισή της είναι δύσκολη, με συνέπεια να πλήττεται σημαντικά η ποιότητα της ζωής τους.
"Υπολογίζεται ότι 1 στους 10 ανθρώπους ταλαιπωρούνται από χρόνιο κνησμό κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ανάλογα με την αιτία του και την αντίδραση του ασθενή σε αυτόν, μπορεί το δέρμα να φαίνεται φυσιολογικό ή να είναι κόκκινο, σκληρό και να έχει εξογκώματα και φουσκάλες", εξηγεί ο κ.Μιχελάκης.
Ο χρόνιος κνησμός μπορεί να είναι εκτεταμένος (συχνά προσβάλλει ολόκληρο το σώμα), καθώς και να συνοδεύεται από ξηροδερμία ή «πλάκες» (φολίδες) στο δέρμα. Μπορεί επίσης να εντείνεται όταν κάποιος ξύνει ή τρίβει την προσβεβλημένη περιοχή, με συνέπεια να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αφού όσο περισσότερο ξύνεται ο ασθενής τόσο περισσότερη φαγούρα έχει, οπότε αν δεν σταματήσει, κινδυνεύει να τραυματίσει το δέρμα του ή και να υποστεί μόλυνση.
"Όταν ένας ασθενής έχει γενικευμένο κνησμό ή όταν ο κνησμός διαρκεί επί περισσότερο από δύο εβδομάδες και δεν βελτιώνεται με απλά μέτρα αυτοφροντίδας, είναι απαραίτητο να αξιολογείται από έναν γιατρό", συνιστά ο Δρ. Μιχελάκης. "Το ίδιο και όταν ο κνησμός είναι τόσο σοβαρός ώστε εμποδίζει τον ύπνο ή/και τις καθημερινές δραστηριότητες, όταν εμφανίζεται ξαφνικά και ανεξήγητα και όταν συνοδεύεται από άλλες εκδηλώσεις, όπως έντονη κόπωση, απώλεια βάρους, αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου ή της ούρησης, πυρετό ή ερυθρότητα στο δέρμα".
Οι πιθανές αιτίες του χρόνιου κνησμού είναι πολλές.
Είναι συνηθισμένος σε πάσχοντες από διάφορα νοσήματα, όπως δερματοπάθειες (π.χ. έκζεμα, ψωρίαση, κνίδωση), νευρολογικές παθήσεις (π.χ. πολλαπλή σκλήρυνση), ορισμένες μορφές καρκίνου (π.χ. λέμφωμα, λευχαιμία), νεφρολογικά ή ηπατικά προβλήματα και ορμονικές διαταραχές (π.χ. υποθυρεοειδισμός, νεοπλάσματα ενδοκρινών αδένων). Ακόμα και η σιδηροπενική αναιμία και ο σακχαρώδης διαβήτης μπορεί να τον προκαλέσουν.
Υπάρχουν επίσης μερικά φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν φαγούρα, όπως ισχυρά οπιοειδή αναλγητικά, ορισμένα φάρμακα για την ελονοσία ή τις μυκητιάσεις, αντιβιοτικά, αντισυλληπτικά κ.λπ.
"Όταν ο χρόνιος κνησμός οφείλεται σε συγκεκριμένη αιτία, η αντιμετώπισή της συνήθως τον καταπραΰνει", εξηγεί ο κ. Μιχελάκης. "Υπάρχουν όμως αρκετές περιπτώσεις στις οποίες δεν ανευρίσκεται εμφανής αιτία, με επακόλουθο να υποφέρουν για καιρό οι ασθενείς έως ότου βρούμε κάτι που μπορεί να τους βοηθήσει".
Μην ξεχνάμε επίσης ότι συχνή αιτία κνησμού είναι το στρες/άγχος (το χαρακτηριστικό αυτής της κατάστασης είναι η επιδείνωση της φαγούρας τις νυχτερινές ώρες).
Η διερεύνηση των ασθενών με χρόνιο κνησμό βασίζεται στη λήψη λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού, την προσεκτική επισκόπηση του δέρματος και, όταν χρειάζεται, αιματολογικές εξετάσεις, ειδικές εξετάσεις της λειτουργίας του θυρεοειδούς, του ήπατος και των νεφρών, ακτινογραφίες θώρακος ή ακόμα και βιοψία δέρματος.
Μέτρα αυτοβοήθειας
Για να καταπραΰνετε τον κνησμό, ο Δρ. Μιχελάκης συνιστά τα εξής:
* Βάλτε σε μια πετσέτα στο δέρμα ψυχρά, υγρά επιθέματα ή παγοκύστη για 5-10 λεπτά ή έως ότου υποχωρήσει ο κνησμός.
* Να χρησιμοποιείτε καλής ποιότητας ενυδατικές κρέμες χωρίς χημικά πρόσθετα, αρώματα ή αλκοόλ. Να τις εφαρμόζετε στο προσβεβλημένο δέρμα τουλάχιστον μία φορά την ημέρα.
* Να δροσίζετε το δέρμα σας με κρέμες και λοσιόν που περιέχουν 1% μενθόλη ή καλαμίνη ή να βάζετε στο ψυγείο την ενυδατική κρέμα σας για να πετύχετε την ίδια δράση.
* Να αποφεύγετε τις επαλείψεις με οινόπνευμα.
* Μην ξύνεστε. Το ξύσιμο δημιουργεί την ψευδαίσθηση της ανακούφισης του κνησμού, αλλά στην πραγματικότητα ερεθίζει το δέρμα, εντείνει τον κνησμό και μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση και ουλές.
* Να κάνετε ένα σύντομο, χλιαρό ή δροσερό ντους (ανάλογα με το τι σας ανακουφίζει). Όταν τελειώσετε, σκουπίστε απαλά - ταμποναριστά (χωρίς τρίψιμο) το δέρμα σας και αλείψτε το απαλά με υδατική κρέμα.
Για να αποφύγετε τον κνησμό, να κάνετε μπάνιο με χλιαρό νερό (ποτέ με καυτό), να αποφεύγετε το αφρόλουτρο, να χρησιμοποιείτε λοσιόν, σαπούνια και καθαριστικά χωρίς αρώματα και αλκοόλ, να φοράτε χαλαρά, βαμβακερά ρούχα, να διατηρείτε το σπίτι σας σχετικά δροσερό με ουδέτερη υγρασία και να χρησιμοποιείτε υγραντήρα τον χειμώνα εάν είστε επιρρεπείς στην ξηροδερμία και το έκζεμα.
Αν όλ' αυτά δεν αποδίδουν και χρειάζεστε πρόσθετη, φαρμακευτική βοήθεια (π.χ. αντισταμινικές αλοιφές, τοπικά κορτικοστεροειδή), συμβουλευθείτε έναν δερματολόγο.