Κράκεν, Όρθρος, BQ.1., BQ.1.1 και πάει λέγοντας… Οι παραλλαγές του κορονοϊού μοιάζουν να είναι ατελείωτες και οι επιστήμονες διεθνώς να «έχουν χάσει τη μπάλα» στην αξιολόγηση της καθεμιάς από αυτές.
Το τελευταίο διάστημα, κάθε μήνα εμφανίζεται και από μια νέα παραλλαγή! Από τον Οκτώβριο μέχρι σήμερα, υπήρξαν 4 στελέχη του κορονοϊού που θορύβησαν τους ειδικούς.
Γύρω στα μέσα Οκτωβρίου, εμφανίστηκαν οι BQ.1 και BQ.1.1, με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νόσων (ECDC) να συστήνει επαγρύπνηση εκτιμώντας ότι τα δύο στελέχη θα κυριαρχήσουν σταδιακά στην Ευρώπη.
Λίγο αργότερα, σήμανε συναγερμός στις Ηνωμένες Πολιτείες για την υποπαραλλαγή XBB.1.5 η οποία πήρε το όνομα Κράκεν και έχει πλέον εξαπλωθεί σε περισσότερες από 40 χώρες. Ανάμεσα σε αυτές είναι και η Ελλάδα, με συνολικά 7 κρούσματα Κράκεν έως σήμερα.
Τα μαθηματικά μοντέλα που χρησιμοποιούν οι αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές δείχνουν ότι το στέλεχος XBB.1.5 θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην Ευρώπη μετά από έναν ή δύο μήνες. Για την Ευρώπη, το ECDC αξιολογεί τον συνολικό κίνδυνο ως χαμηλό για τον γενικό πληθυσμό. Ο κίνδυνος είναι μέτριος έως υψηλός για ευπαθή άτομα όπως οι ηλικιωμένοι, οι ανεμβολίαστοι και οι ανοσοκατεσταλμένοι.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η XBB.1.5 εμφανίζει τη μεγαλύτερη αντοχή στα αντισώματα, μαζί με τις υποπαραλλαγές BQ.1 και BQ.1.1.
Τώρα, μια ακόμη παραλλαγή προκαλεί και πάλι νέες ανησυχίες. Είναι το στέλεχος CH.1.1 που έλαβε το όνομα του μυθικού τέρατος Όρθρος.
Και ενώ όλοι νομίζαμε ότι προέκυψε στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ήδη αντιπροσωπεύει περίπου ένα τέταρτο των κρουσμάτων, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει στην Ελλάδα εδώ και δύο μήνες! Ο Εθνικός Οργανισμός Υγείας (ΕΟΔΥ) ταυτοποίησε 93 περιπτώσεις της εν λόγω παραλλαγής οι οποίες χρονολογούνται από τον περασμένο Οκτώβριο έως και τα τέλη Δεκεμβρίου.
Είναι, λοιπόν, πολύ πιθανό ο Όρθρος να κυκλοφορεί ήδη και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Είναι στενός «συγγενής» της ΒΑ.2.75, που ονομάστηκε Κένταυρος και επίσης είχε προκαλέσει συναγερμό όταν πρωτο-εμφανίστηκε, το περασμένο καλοκαίρι.
Με ποια κριτήρια αξιολογούνται οι υποπαραλλαγές
Όλα τα παραπάνω στελέχη του κορονοϊού ανήκουν στην «οικογένεια» της μετάλλαξης Όμικρον η οποία διαδέχτηκε και σταδιακά εκτόπισε τη Δέλτα. Από την εμφάνιση της Όμικρον, το Νοέμβριο του 2021 μέχρι σήμερα, έχουν προκύψει περισσότερες από 500 υποπαραλλαγές της.
Αυτές οι υποπαραλλαγές είναι κατά κανόνα εξαιρετικά μεταδοτικές, αναπαράγονται στην ανώτερη αναπνευστική οδό, αλλά τείνουν να προκαλούν λιγότερο σοβαρή νόσο, παρ’ ότι τα γενετικά χαρακτηριστικά τους της βοηθούν να «ξεφεύγουν» πιο εύκολα από την ανοσία.
Πλέον οι επιστήμονες χρησιμοποιούν κάποια κριτήρια για να αξιολογήσουν τις νέο-εμφανιζόμενες υποπαραλλαγές, ωσότου υπάρξουν επαρκή δεδομένα για την συμπεριφορά τους.
Το κύρια ζητούμενα είναι εάν το εκάστοτε στέλεχος είναι «παρακλάδι» της Όμικρον και πως συμπεριφέρεται στην κοινότητα. Με άλλα λόγια, εξετάζεται η μεταδοτικότητα της κάθε υποπαραλλαγής, η ικανότητά της να προκαλεί βαριά νόσο και η ικανότητα των διαθέσιμων όπλων – δηλαδή των εμβολίων και των αντιικών φαρμάκων - να την καταπολεμήσουν.
Μέχρι σήμερα, τα αντιικά φάρμακα θεωρούνται αποτελεσματικά απέναντι σε όλες τις γνωστές υποπαραλλαγές της Όμικρον. Χορηγούνται σε ασθενείς υψηλού κινδύνου με στόχο να αποτραπεί η βαριά νόσηση. Επιπλέον, ο εμβολιασμός – τόσο με τα αρχικά όσο και με τα επικαιροποιημένα εμβόλια – θεωρείται βέβαιο ότι προστατεύουν από τη βαριά νόσο, αποτρέποντας την εισαγωγή στο νοσοκομείο. Μειώνουν, εννοείται, και την πιθανότητα θανάτου ειδικά στους ασθενείς υψηλού κινδύνου.
Μια εντελώς νέα μετάλλαξη του κορονοϊού θα μπορούσε να φέρει «τα πάνω κάτω» στην πορεία της πανδημίας. Αυτό γιατί κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πόσο επικίνδυνη θα μπορούσε να είναι, ούτε να εγγυηθεί ότι τα διαθέσιμα μέσα θα είναι αποτελεσματικά απέναντί της.
Κανείς επιστήμονας δεν είναι σε θέση να προβλέψει αν και πότε θα μπορούσε να προκύψει μια νέα μετάλλαξη.
Το μόνο που μπορεί να κάνει η παγκόσμια κοινότητα είναι να παρακολουθεί τη συμπεριφορά του ιού, ώστε να εντοπίσει έγκαιρα τις ενδείξεις νέας μετάλλαξης.
Ωστόσο, εκφράζονται ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα των επιστημονικών «αντανακλαστικών», με δεδομένο ότι έχουν μειωθεί παγκοσμίως οι έλεγχοι και οι γονιδιακές αναλύσεις για τη νόσο Covid-19. Αυτό σημαίνει ότι μια νέα μετάλλαξη μπορεί να μην εντοπιστεί όσο έγκαιρα απαιτείται για την αποτελεσματική ανταπόκριση εναντίον της.