Από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της γενιάς του ΄60, ο Χρίστος Καράς παρουσιάζει στη Sianti Gallery (Βασ. Αλεξάνδρου 2, πίσω από την Εθνική Πινακοθήκη) μια αναδρομή της πλούσιας διαδρομής του, καθώς και ένα αντιπροσωπευτικό κομμάτι από την εικαστική παραγωγή των τελευταίων περίπου είκοσι χρόνων.
Γεννημένος στα Τρίκαλα Θεσσαλίας το 1930, ο Καράς σπούδασε ζωγραφική με τον Γιάννη Μόραλη και γλυπτική με τον Γιάννη Παππά. Το 1957, με υποτροφία του ΙΚΥ, έφυγε για το Παρίσι και συνέχισε τις σπουδές του στην École des Beaux-Arts. Έμεινε περίπου έξι χρόνια στη Γαλλία και, όπως άλλοι Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, αναζήτησε το εκφραστικό του ιδίωμα μέσα στο ευρωπαϊκό καλλιτεχνικό περιβάλλον. Η πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα και στον ιστορικό Ζυγό (1962), έδειχνε στροφή προς την αφαίρεση, η οποία πάντως είχε μικρή διάρκεια.
Στην επόμενη φάση της δουλειάς του, μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1963, κυριαρχούν βαθμιαία τα νεοπαραστατικά στοιχεία και η ανθρώπινη φιγούρα, με έργα ενταγμένα στο πολιτικοποιημένο κλίμα της εποχής, με κριτικές αναφορές στα δεινά του πολέμου, αλλά και στις απειλές της σύγχρονης πραγματικότητας. Στο σημερινό πισωγύρισμα του χρόνου, μπορούμε να δούμε συναφείς αναφορές, να νιώσουμε τον παλμό της εποχής και το νεύρο του καλλιτέχνη.
«Δεν συμπίπτω με τη στρατευμένη τέχνη, δεν ζωγραφίζω τα δεινά του πολέμου με έναν ρεαλιστικό τρόπο, αν το είχα κάνει θα έχανα το παιχνίδι από την αρχή. Ο καλλιτέχνης όμως είναι μια κεραία που δέχεται τα μηνύματα της εποχής του, όποια είναι αυτά, τα ρίχνει στο χωνευτήριο της ψυχής του, απ’ όπου προκύπτει και το έργο του. Οπότε κανένας δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από την επικαιρότητα, ιδιαίτερα όταν είναι τόσο έντονη όσο αυτή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου» εξηγεί σε συνέντευξή του (Καθημερινή, 2009).
Από τότε η τέχνη του Καρά θα παραμείνει ανθρωποκεντρική, κυρίως ως προς το περιεχόμενο των έργων, το οποίο εκφράζει πάντα έναν προβληματισμό για την ανθρώπινη κατάσταση, παρά τις θεματικές και μορφοπλαστικές εναλλαγές που παρουσιάζει η ζωγραφική του.
Το 1973, με υποτροφία Ford, πήγε στη Νέα Υόρκη, όπου έμεινε ως το 1975 και ταξίδεψε σε Αμερική και Καναδά. Η ζωγραφική του, μετά τη δεκαετία του 1970, παραπέμπει σε ένα είδος μαγικού ρεαλισμού, με στοιχεία σουρεαλιστικά ή φανταστικά που συνδυάζονται με εικόνες της πραγματικότητας και αναφορές στην τεχνολογία. Ανάλογα ποιητικά στοιχεία χαρακτηρίζουν και τη γλυπτική ή τις κατασκευές του. Στις πιο ώριμες αναζητήσεις του η λυρική αντιμετώπιση της πραγματικότητας υπακούει σε μια ακριβή σχεδιαστική δομή, συνδυάζοντας τις κατακτήσεις της ποπ-αρτ με την προσωπική γραφή του καλλιτέχνη και με ιδιαίτερη έμφαση στη γυναικεία παρουσία.
Την ιδέα της μεταφυσικής σχεδόν προβολής της καθημερινότητας στο έργο του Καρά, επιχειρεί να αναδείξει στην αθηναϊκή αίθουσα ο ιστορικός τέχνης Μάνος Στεφανίδης. Ο ίδιος γράφει χαρακτηριστικά: «Ονομάζουμε ζωγραφική εκείνη τη διαδικασία που χρησιμοποιώντας ιδιοτελώς το φως, δημιουργεί εικόνες μίας ανιδιοτελούς αθανασίας.
Και είναι τότε που η ζωγραφική μπορεί να λειτουργεί κατευναστικά - παρηγορητικά και να ταξιδεύει τον θεατή με την ψευδαισθητική της ικανότητα σε τόπους και χρόνους ονειρικούς. Σε τόπους και χρόνους ελευθερίας. Να υπερασπίζεται, δηλαδή, έναν άλλο κόσμο πιο γοητευτικό από τον ισχύοντα και άρα, έστω και sotto voce, να διαμορφώνει μια συνθήκη επαναστατική.
Για να μιλήσω για την τέχνη του Χρίστου Καρά χρησιμοποίησα τις μαγικές λέξεις «ελευθερία» και «επανάσταση». Άρα, αν προσθέσετε και τη λέξη «όνειρο», έχετε το τρίπτυχο διαμορφωμένο: χωρίς τις αναγκαίες δύο, καμιά από τις υπόλοιπες δεν μπορεί να ισχύσει πραγματικά.
Ενώ αντίθετα και οι τρεις μαγικά αλληλοσυμπληρώνονται. Πολύ απλά μπορούμε να υποστηρίξουμε πως η τέχνη (οφείλει να) ανανεώνει ή και να καταργεί παλιότερες μορφές έκφρασης που έχουν εξαντλήσει το περιεχόμενό τους, να εφευρίσκει καινούριες και να ονειρεύεται το μέλλον της. Αυτό και αν είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη».
Ο Χρίστος Καράς δημιουργούσε εικόνες που πηγάζουν από την αντικειμενική πραγματικότητα και μεταπλάθονταν σε ευαίσθητες μνήμες. Όπως ο ίδιος σημειώνει το τραγικό αποδίδεται και με αθώα πράγματα, νεκρές φύσεις με λουλούδια ή ακόμα και με ιπτάμενα αντικείμενα. Αναλόγως σε μία προσπάθεια να επικοινωνήσει με το κοινό αποτυπώνει τραγικές φιγούρες.
Μία όμορφη ξαπλωμένη γυναίκα μπορεί να εκφράζει ό,τι το τραγικότερο μέσα από μία αβίαστη πραότητα. Είναι αυτή που μαγνητίζει τον θεατή όταν αντικρίζει σε κάθε έργο την πληρότητα του απλού, της ίδιας της ζωής.
Το 2001 ο Καράς βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο της δουλειάς του. Ανάμεσα στα μνημειακά έργα του, θα ξεχωρίζαμε τη σύνθεση «Διαστημική Ποίηση» για το Μετρό, στον σταθμό Χαλανδρίου. Πέρα, όμως, από τις διακρίσεις και το ίχνος του στον δημόσιο χώρο, περισσότερο συγκινεί η συνεπής και βαθιά θέληση για δουλειά.
Ο ίδιος δηλώνει: «Ο απώτερος χρόνος δεν λογαριάζει ποιος πρόλαβε ή δεν πρόλαβε. Λογαριάζει ποιος άφησε έργο…» (στο περιοδικό «Η λέξη», Φεβρουάριος 1982). Κοσμογυρισμένος, πολυβραβευμένος, με διεθνείς εκθέσεις έργων του, ο Χρίστος Καράς όχι μόνο πληροί τον όρο που ζητά ο χρόνος, αφήνοντας έργο σημαντικό, αλλά εξακολουθεί να αποζητά την επαφή με το κοινό, την κοινωνία του έργου του στον κόσμο.
Παρασκευή 7 Οκτωβρίου στις 19.30 τα εγκαίνια της έκθεσης με τίτλο «Χρίστος Καράς, Ο μεγάλος ονειρικός». Το ομότιτλο βιβλίο θα κυκλοφορήσει στα κεντρικά βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Νίκας. Διάρκεια έως το Σάββατο 29 Οκτωβρίου.