Η Credit Suisse βρίσκεται εν μέσω μιας περίπλοκης αναδιάρθρωσης, σε μία συγκυρία που φέρνει ένα ευρύ sell off στον χρηματοπιστωτικό τομέα αλλά και ανησυχίες για την οικονομική ευρωστία των τραπεζών παγκοσμίως, μετά την κατάρρευση των Silvergate Capital, Silicon Valley Bank και Signature Bank.
Στα τέλη του 2022 η τράπεζα γνωστοποίησε ότι παρατηρούσε «σημαντικά υψηλότερες αναλήψεις καταθέσεων μετρητών, μη ανανέωση προθεσμιακών καταθέσεων που λήγουν και καθαρές εκροές περιουσιακών στοιχείων σε επίπεδα που ξεπερνούσαν σημαντικά τα ποσοστά που σημειώθηκαν το τρίτο τρίμηνο του 2022».
Στην ετήσια έκθεσή της, η Credit Suisse αποκάλυψε ότι είχε εντοπίσει «ορισμένες ουσιώδεις αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης» για τα έτη 2021 και 2022.
Η μετοχή της ελβετικής τράπεζας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση με βουτιά που αγγίζει το 20%.
Κίνδυνος ρευστότητας
Η Credit Suisse είδε πελάτες να αποσύρουν περισσότερα από 110 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα το τέταρτο τρίμηνο, καθώς μια σειρά από σκάνδαλα, κινδύνους κληρονομιάς και αποτυχίες συμμόρφωσης συνέχισαν να την ταλαιπωρούν.
«Οι εκροές αυτές σταθεροποιήθηκαν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα, αλλά δεν είχαν ακόμη αντιστραφεί κατά την ημερομηνία της παρούσας έκθεσης. Αυτές οι εκροές μας οδήγησαν στη μερική χρήση των αποθεμάτων ρευστότητας σε επίπεδο ομίλου και νομικών οντοτήτων και πέσαμε κάτω από ορισμένες κανονιστικές απαιτήσεις σε επίπεδο νομικών οντοτήτων» ανακοίνωσε η τράπεζα.
Η Credit Suisse αναγνώρισε ότι οι συνθήκες αυτές «επιδείνωσαν και ενδέχεται να συνεχίσουν να επιδεινώνουν» τους κινδύνους ρευστότητας. Η μείωση των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων αναμένεται να οδηγήσει σε μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους και των επαναλαμβανόμενων προμηθειών και αμοιβών, επηρεάζοντας με τη σειρά της τους στόχους της τράπεζας για την κεφαλαιακή της θέση.
«Η αποτυχία να αντιστρέψουμε αυτές τις εκροές και να αποκαταστήσουμε τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία και τις καταθέσεις μας θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στα αποτελέσματα των εργασιών και την οικονομική μας κατάσταση», αναφέρεται στην έκθεση.
Απορρίπτει σχέδια κρατικής βοήθειας
Σε σημερινές του δηλώσεις, ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Credit Suisse, Axel Lehmann, ανέφερε ότι πιθανή κρατική στήριξη στην τράπεζα «δε συζητείται καν», παρά τα πρόσφατα προβλήματα που έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών στον όμιλο.
«Έχουμε ισχυρούς κεφαλαιακούς δείκτες, ισχυρό ισολογισμό», δήλωσε ο Lehmann σε συνέδριο του χρηματοοικονομικού τομέα στη Σαουδική Αραβία. Και πρόσθεσε ότι δεν θα είναι σωστό να συγκρίνουμε τα τρέχοντα προβλήματα της Credit Suisse με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank.
Την ίδια στιγμή πάντως, ο μεγαλύτερος μέτοχος της Credit Suisse απέκλεισε την παροχή μεγαλύτερης οικονομικής βοήθειας στην ελβετική τράπεζα που βρίσκεται σε άκρως δυσχερή θέση, επικαλούμενος ρυθμιστικά ζητήματα.
"Η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι, για πολλούς λόγους εκτός του απλούστερου, που είναι ρυθμιστικός και καταστατικός", δήλωσε ο πρόεδρος της Saudi National Bank, Ammar Al Khudairy σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg την Τετάρτη, όταν ρωτήθηκε αν ήταν πρόθυμος να βοηθήσει την Credit Suisse εάν υπάρξει νέα πρόσκληση για πρόσθετη ρευστότητα.
Η Saudi National Bank, η οποία ανήκει κατά 37% στο κρατικό επενδυτικό ταμείο του βασιλείου, έγινε ο μεγαλύτερος μέτοχος της Credit Suisse στα τέλη του περασμένου έτους, αφού απέκτησε μερίδιο 9,9%.
Βουτιά για τη μετοχή λόγω αδυναμιών πληροφόρησης
Οι «ουσιώδεις αδυναμίες» στις διαδικασίες χρηματοοικονομικής πληροφόρησης για το 2022 και το 2021 από την Credit Suisse οδήγησαν χθες σε ισχυρή πτώση της τιμής της μετοχής.
Η τράπεζα δήλωσε την Τρίτη ότι οι καθαρές εκροές περιουσιακών στοιχείων της μειώθηκαν αλλά «δεν έχουν ακόμη αντιστραφεί», δημοσιεύοντας την ετήσια έκθεση που ήταν προγραμματισμένη για την περασμένη Πέμπτη, η οποία καθυστέρησε λόγω καθυστερημένης κλήσης από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC).
Στην ετήσια έκθεση, η Credit Suisse αποκάλυψε ότι είχε εντοπίσει «ορισμένες ουσιώδεις αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης» για τα έτη 2021 και 2022.
Τα ζητήματα αυτά αφορούσαν την «αποτυχία σχεδιασμού και διατήρησης μιας αποτελεσματικής διαδικασίας εκτίμησης κινδύνου για τον εντοπισμό και την ανάλυση του κινδύνου ουσιωδών ανακριβειών» και διάφορες αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο και την επικοινωνία.
Παρόλα αυτά, η τράπεζα δήλωσε ότι ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει ότι οι οικονομικές καταστάσεις της για τα εν λόγω έτη «παρουσιάζουν εύλογα, από κάθε ουσιώδη άποψη, την ενοποιημένη οικονομική κατάσταση [της]».
Η Credit Suisse επιβεβαίωσε τα αποτελέσματα του 2022 που ανακοίνωσε στις 9 Φεβρουαρίου, τα οποία έδειξαν καθαρή ζημία 7,3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (8 δισεκατομμυρίων δολαρίων) για το σύνολο του έτους.
Η μετοχή της τράπεζας υποχώρησε κατά 5% σε νέο ιστορικό χαμηλό, ενώ το τελευταίο πενθήμερο κατέγραψε συνολική βουτιά της τάξεως του 19,45%.
Η μετοχή της Credit Suisse καταγράφει σήμερα βουτιά μέχρι και 20% στη Ζυρίχη.
Τα hedge funds βλέπουν ευκαιρίες
Τα hedge funds, συμπεριλαμβανομένης της Citadel, προχωρούν σε αγορές μετοχών μικρότερων τραπεζών μετά το ξεπούλημα που προκάλεσε η χρεοκοπία της Silicon Valley Bank και της Signature Bank, στέλνοντας μήνυμα εμπιστοσύνης, καθώς οι πελάτες έσπευσαν να αποσύρουν κεφάλαια και οι επενδυτές φοβήθηκαν μια ευρύτερη χρηματοπιστωτική κρίση.
Η Citadel, ένα από τα πιο κερδοφόρα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου στον κόσμο, ανακοίνωσε χθες ότι αγόρασε μερίδιο 5,3% στην Western Alliance Bancorporation. Η τιμή της μετοχής της Western Alliance, η οποία είχε σημειώσει βουτιά τη Δευτέρα, κατέγραψε άλμα έως και 46% την Τρίτη.
Η Anson Funds, η οποία διαχειρίζεται 1,6 δισ. δολάρια, απέκτησε τη Δευτέρα μετοχές της First Republic Bank.
Οι μετοχές της First Republic ανέκαμψαν κατά 33%, αλλά συνολικά υποχωρούν κατά 63% τις τελευταίες πέντε ημέρες.