Ανησυχία για τη γερμανική οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Ανησυχία για τη γερμανική οικονομία

Η Γερμανία, η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, έχει χάσει τη δυναμική της και η επισκευή της δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Η μεγαλύτερη οικονομία της Γηραιάς Ηπείρου και τέταρτη μεγαλύτερη του κόσμου συρρικνώθηκε πέρυσι, επεκτείνοντας μια εξαετή κατάπτωση που προκαλεί ανησυχίες αποβιομηχανοποίησης.

Το ΑΕΠ της Γερμανίας συρρικνώθηκε 0,3% στο τελευταίο τρίμηνο του 2023 σε τριμηνιαία βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η στατιστική υπηρεσία της χώρας τη Δευτέρα.

Η γερμανική οικονομία είναι μόλις 0,7% μεγαλύτερη σήμερα απ' ό,τι ήταν το 2019, πριν από την πανδημία Covid-19, σε αντίθεση με άλλες μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης όπως της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας που πέτυχαν ανάπτυξη το 2023.

Μετωπικοί άνεμοι χτυπούν ταυτόχρονα τη Γερμανία και έχουν φέρει τα πάνω κάτω στο οικονομικό της μοντέλο που εστίαζε στις εξαγωγές.

Η χαμηλότερη ανάπτυξη στην Κίνα, το ακριβό κόστος της ενέργειας, τα υψηλά επιτόκια, η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και οι γεωπολιτικές εντάσεις που επηρεάζουν το παγκόσμιο εμπόριο επιδρούν αρνητικά στη γερμανική οικονομία και οι προοπτικές δεν δείχνουν ενθαρρυντικές.

Προσαρμοσμένο για τον πληθωρισμό, το ΑΕΠ της Γερμανίας είναι μόνο 1% μεγαλύτερο σήμερα από ό,τι ήταν στο τέλος του 2017. Αντίθετα, η αμερικανική οικονομία μεγεθύνθηκε 13% την ίδια περίοδο, προσαρμοσμένη για τον πληθωρισμό, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat και του Bureau of Economic Research.

Τη νέα χρονιά, η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες οικονομικές απειλές, την κατρακύλα της αγοράς ακινήτων και τη σύρραξη στη Μέση Ανατολή που προκαλεί αναστάτωση στις εφοδιαστικές αλυσίδες Ασίας-Ευρώπης.

Ο δημοσιονομικός σχεδιασμός της γερμανικής κυβέρνησης έχει ανατραπεί από την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου που περιορίζει τον κρατικό δανεισμό.

Η δυσφορία τροφοδοτεί ευρύτερη δυσαρέσκεια. Την περασμένη εβδομάδα οι αγρότες μπλόκαραν δρόμους στο Βερολίνο, διαμαρτυρόμενοι για τις μειώσεις των επιχορηγήσεων. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτικοί για τη Γερμανία (ΑfD)» μπορεί να αναδειχθεί ως η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη στη Γερμανία στις ευρωεκλογές του Ιουνίου.

Η εικόνα ξαναζωντανεύει την ετικέτα του «αρρώστου της Ευρώπης» που χαρακτήριζε τη χώρα τη δεκαετία του 1990, όταν έχανε την ανταγωνιστικότητά της μετά την ενοποίηση της Δυτικής με την Ανατολική Γερμανία.

Η αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας ταλαιπωρείται από τον ανταγωνισμό της Tesla και των νέων ανταγωνιστών από την Κίνα που αυξάνουν τις πωλήσεις των ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην Ευρώπη.

Η παραγωγή αυτοκινήτων στη Γερμανία είναι 25% χαμηλότερη απ' ό,τι στα μέσα της δεκαετίας του 2010 και γενικότερα η βιομηχανική παραγωγή είναι μικρότερη από το 2019 και συρρικνούμενη, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.

Σήμερα η σύρραξη στην Ερυθρά Θάλασσα προκαλεί αναστάτωση στις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων και απειλεί με νέα εφοδιαστική κρίση τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες.

Την προηγούμενη εβδομάδα η Tesla ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει την παραγωγή της στο μεγαλύτερο της εργοστάσιο στην Ευρώπη, λίγο έξω από το Βερολίνο, από τις 29 Ιανουαρίου μέχρι τις 12 Φεβρουαρίου λόγω έλλειψης εξαρτημάτων.

Μερικοί οικονομολόγοι διατηρούν την ψυχραιμία τους. Η Γερμανία συνεχίζει να έχει χαμηλή ανεργία και χαμηλό δημόσιο χρέος. Όπως εκτιμά ο Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg, η Γερμανία μπορεί να έχει ήδη προσαρμοστεί στο υψηλότερο κόστος ενέργειας και τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Κίνα.

Όταν το παγκόσμιο εμπόριο ανακάμψει, η οικονομία της Γερμανίας θα δεχτεί δυσανάλογη τόνωση.

Ωστόσο, πρόσφατη δημοσκόπηση βιομηχανιών από το γερμανικό εμπορικό και βιομηχανικό επιμελητήριο έδειξε τα χειρότερα αποτελέσματα από το 2008.

«Η Γερμανία χάνει την ελκυστικότητά της για τη βιομηχανία και τους συγγενείς κλάδους με ταχύ ρυθμό. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν γίνονται οι αναγκαίες επενδύσεις» επισημαίνει η δημοσκόπηση του επιμελητηρίου.

Πρόσφατα η Bank of America μείωσε την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη της Γερμανίας και της Ευρωζώνης φέτος. Βλέπει συρρίκνωση 0,1% στη Γερμανία αντί για ανάπτυξη 0,3% που προέβλεπε πριν.

Το άλγος δεν περιορίζεται στην οικονομία. Μόνο το 19% των ψηφοφόρων δηλώνει ικανοποιημένο με τον Καγκελάριο Olaf Scholz, το χαμηλότερο ποσοστό από το 1997.

Η δημοτικότητα του κυβερνητικού συνασπισμού του Scholz έχει υποστεί καθίζηση επίσης. Νωρίτερα αυτόν το μήνα το κόμμα FDP, το μικρότερο που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, ζήτησε ψηφοφορία για το αν θα πρέπει να αποχωρήσει από την κυβέρνηση. Μόλις 52% ψήφισε υπέρ της παραμονής του στον συνασπισμό.