Η απόφαση της κυβέρνησης για την επαναφορά της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στον έλεγχο του Δημοσίου, από το Υπερταμείο στο οποίο είχαν υπαχθεί, λόγω των επιπλέον μνημονιακών δεσμεύσεων της κυβέρνησης Τσίπρα - Καμένου, απασχολεί ιδιαίτερα την επενδυτική κοινότητα.
Και ο λόγος είναι απλός. Πώς είναι δυνατόν μια φιλελεύθερη κυβέρνηση να επαναφέρει στα χέρια του Δημοσίου, δυο εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες, όπως είναι η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ; Ειδικά όταν αυτές οι εταιρείες είχαν εκχωρηθεί στο Υπερταμείο με σκοπό την ιδιωτικοποίηση τους; Τι πισωγύρισμα είναι αυτό, από μια κυβέρνηση που ασκεί αναπτυξιακή και φιλοεπενδυτική πολιτική και που πιστεύει στη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα;
Ας δούμε πως έχει η ιστορία.
Το 2016 η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου είχε εντάξει τις συμμετοχές του Δημοσίου τόσο της ΕΥΔΑΠ όσο και της ΕΥΑΘ, αλλά και άλλων επιχειρήσεων όπως της ΣΤΑΣΥ (Σταθερές Συγκοινωνίες), της ΟΣΥ (Οδικές Συγκοινωνίες), του ΟΚΑΑ (Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας), του ΟΑΣΑ (Συγκοινωνίες Αθηνών), των ΕΛΤΑ, της ΔΕΘ / HELEXPO, του ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου), της ΕΚΔ (Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου), του ΤΧΣ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και των Συμμετοχών 5G, στο περίφημο Υπερταμείο.
Τον Φεβρουάριο του 2022 το ΣτΕ εξέδωσε μια απόφαση, απαιτώντας την επιστροφή των μετοχών της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, που είχαν μεταβιβαστεί στο Υπερταμείο, πίσω στο Δημόσιο. Δηλαδή το ΣτΕ αποφάσισε πως δεν αρκεί το ελληνικό Δημόσιο να έχει την εποπτεία στο «νερό» μέσω εταιρείας που ελέγχει το ίδιο, δηλαδή μέσω του Υπερταμείου. Στο οποίο έχει μεταβιβαστεί το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Αλλά πρέπει να έχει και τον έλεγχο της διοίκησής της, διότι αυτό επιτάσσει το Σύνταγμα, κρίνοντας σαν αντισυνταγματικές τις διατάξεις του νόμου του 2016.
Τον Μάρτιο του 2023, τις ημέρες που η Βουλή ψήφιζε την ένταξη των εταιρειών ύδρευσης κάτω από την ομπρέλα μιας νέας ρυθμιστικής αρχής, η τριμελής Επιτροπή Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι το Δημόσιο δεν είχε συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του ΣτΕ σχετικά με την επιστροφή των μετοχών της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, από το Υπερταμείο στο Δημόσιο.
Οπότε η κυβέρνηση μέσω της προχθεσινής δέσμευσης της, στην ουσία εφαρμόζει τις αποφάσεις του ΣτΕ, επαναφέροντας την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ στις αγκαλιές του Δημοσίου.
Η κυβερνητική απόφαση δεν αναμένεται να επηρεάσει την πορεία των τιμών των μετοχών της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ. Αφού η ελεύθερη διασπορά των μετοχών στο ευρύ επενδυτικό κοινό θα παραμείνει σταθερή στο 29% για την ΕΥΔΑΠ και στο 20,5% για την ΕΥΑΘ. Το δε ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών επενδυτών στη μετοχική τους βάση, εξαντλείται στο 10% του Paulson της Τράπεζας Πειραιώς στην ΕΥΔΑΠ και στο 5,5% που κατέχει η γαλλική Suep Group που εξειδικεύεται στη διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Το γεγονός πως χρειάστηκαν 6 έτη για να κρίνει το ΣτΕ σαν αντισυνταγματικές τις διατάξεις του νόμου του 2016, για το πέρασμα της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο και να επιστρέψουν οι δυο εταιρείες στην αγκαλιά του Δημοσίου, είναι προβληματικό.
Και σίγουρα δεν αποτελεί θετικό δείγμα γραφής για τους ξένους επενδυτές. Τι θα είχε συμβεί άραγε αν εν τω μεταξύ είχαν γίνει σημαντικές μεταβολές στη μετοχική βάση των εταιρειών; Αν το Paulson Group ή η Suez Group είχαν ενισχύσει της μετοχικές θέσεις τους λόγω του Υπερταμείου;
Επομένως, μπροστά μας έχουμε μια κυβερνητική απόφαση, που απλά θα εφαρμόσει την απόφαση του ΣτΕ. Δεν κρίνεται επομένως ο φιλελεύθερος χαρακτήρας της κυβέρνησης. Κρίνεται όμως η ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης σε χώρους ευαίσθητους, όπως είναι οι επενδύσεις και οι αγορές.
Ο χρόνος των 6 ετών που μεσολάβησε από την ψήφιση του νόμου του 2016, μέχρι την απόφαση περί αντισυνταγματικότητας του, είναι τεράστιος στον χώρο των επενδύσεων και εκτοξεύει τον βαθμό του επενδυτικού ρίσκου στην στρατόσφαιρα.