Το βασικότερο πρόβλημα στην οικονομία των ΗΠΑ, είναι το τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα και το διογκωμένο δημόσιο χρέος. Γνωρίζουμε καλά, από την περίπτωση της χώρας μας, ότι τα ελλείμματα δεν είναι λευκές επιταγές. Ο δημοσιονομικός εξορθολογισμός είναι αναπόφευκτος. Οι ομοιότητες μεταξύ των δύο οικονομιών είναι λίγες.
Ο κανόνας βέβαια, είναι απαράβατος. Τα σημάδια ότι βρισκόμαστε σε ένα τέτοιο σημείο καμπής φαίνονται στις αγορές. Οι μετοχές φέτος παρουσιάζουν εξαιρετική μεταβλητότητα, χωρίς να έχουν κέρδη. Τα ομόλογα, ως το κατ’ εξοχήν ασφαλές καταφύγιο, κινούνται ανοδικά.
Η κυβέρνηση Τραμπ, γνωρίζει ότι τα ελλείμματα είναι εκτός ελέγχου. Η ατζέντα της όμως είναι εξίσου ελλειμματική. Έχει ως στόχο τη μείωση της φορολογίας έτι περαιτέρω. Ένας πρωτοετής φοιτητής γνωρίζει ότι αυτό είναι αδύνατο χωρίς αύξηση φόρων και περικοπή δαπανών. Κοινώς, επιβολή λιτότητας. Αλλιώς, επανιδιωτικοποίηση της οικονομίας, όπως λέει ο υπουργός οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ. Μερικές εβδομάδες μετά την ορκωμοσία, το κυβερνητικό σχέδιο, φαίνεται ότι παίρνει σάρκα και οστά. Ο Ελον Μασκ, έχει αναλάβει τον δημοσιονομικό εξορθολογισμό.
Είναι γνωστό ότι κάθε χρόνο, το αμερικανικό δημόσιο, ξοδεύει περίπου 250 δισεκατομμύρια σε λάθος και απροσδιόριστες πληρωμές. Ο Μασκ, έχει ως στόχο, τον εντοπισμό και την περικοπή αυτών των δαπανών. Παράλληλα, θέλει να μειώσει δαπάνες που ο ίδιος και ο πρόεδρος θεωρούν αντιπαραγωγικές. Παράλληλα ο Μπέσεντ, μαζί με τον υπουργό εμπορίου, Λούτνικ, πιστεύουν ότι οι δασμοί, θα αποτελέσουν ένα εύκολο δημοσιονομικό έσοδο.
Έσοδο, που όπως υποστηρίζουν θα είναι σχετικά ανώδυνο. Από τη μια θα βοηθήσει τον προϋπολογισμό και από την άλλη θα δώσει κίνητρα στον επαναπατρισμό της βιομηχανίας με συνέπεια την οικονομική ανάπτυξη. Η έκβαση των παραπάνω άγνωστη. Σε κάθε περίπτωση, όπως και να θέλει κάποιος να τα ονομάσει, οι αυξήσεις φόρων και οι περικοπές δαπανών, αποτελούν δημοσιονομική λιτότητα.
Η δημοσιονομική λιτότητα έχει προκαλέσει αναταραχή στις μετοχές. Το ξεπούλημα της περασμένης Δευτέρας είναι ενδεικτικό. Οι αγορές πλέον κατανοούν ότι, μέχρι να ισορροπήσει η οικονομία, τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιρειών θα παραμείνουν αβέβαια. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι οι αποτιμήσεις των μετοχών βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά, παρά την πρόσφατη πτώση της αμερικανικής αγοράς.
Υψηλά τα οποία δεν δικαιολογούνται από την κερδοφορία τους. Σε βαθμό που η διόρθωση είναι σε λογικά πλαίσια, μπορεί να δώσει πνοή στις αγορές στο μέλλον. Μέχρι στιγμής, ένα κραχ δεν φαίνεται ως πιθανό σενάριο, αλλά είναι υπαρκτό. Τα ομόλογα, βλέποντας την αβεβαιότητα που δημιουργείται, ανεβαίνουν σε αξία. Οι επενδυτές, αναζητούν ασφαλές καταφύγιο. Η λιτότητα και η δημοσιονομική πειθαρχία, αποτελούν επιπλέον κίνητρο για τοποθέτηση κεφαλαίων σε ομόλογα. Βέβαια, τον τελευταίο ένα χρόνο έχουμε δει μεγάλες μεταβολές και σε αυτήν την αγορά. Η αβεβαιότητα κυριαρχεί. Μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση, οι επενδυτές δεν θα κοιμούνται άνετα.
Η σκληρή αλήθεια είναι, ότι πολιτικές επιλογές του παρελθόντος έσκαψαν έναν λάκκο χρέους και ελλειμμάτων. Αυτήν τη στιγμή, η αύξηση του χρέους βρίσκεται σε μη βιώσιμη πορεία. Η δημοσιονομική προσαρμογή σε καμία περίπτωση δεν είναι ευχάριστη. Είναι όμως απαραίτητη για την αποφυγή προ τετελεσμένων γεγονότων. Στη χώρα μας άλλωστε, έχουμε μεγάλη εμπειρία.
*Ο Ηλίας Αρβανιτάκης είναι Οικονομολόγος - Αναλυτής, Morgan Stanley