Ηχηρό μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις έστειλε το βράδυ της Παρασκευής η DBRS Morningstar, αναβαθμίζοντας την ελληνική οικονομία ένα σκαλί ακόμα πιο ψηλά στην «επενδυτική βαθμίδα». Ο πρώην καναδικός οίκος αξιολόγησης - και από το 2019 θυγατρική της αμερικανικής Morningstar - δίνει τα εύσημα στην ελληνική κυβέρνηση για την οικονομική διαχείριση της τελευταίας πενταετίας και τονίζει ότι η χώρα θα πρέπει να συνεχίσει στο μονοπάτι της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και των μεταρρυθμίσεων.
Η σημασία της πολιτικής σταθερότητας και συνέχεια αναδεικνύεται μέσω των παραγόντων που θεωρεί η DBRS σημαντικούς για να προχωρήσει είτε σε νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, είτε σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
Ο οίκος θα αποφασίσει θα αποφασίσει να υποβαθμίσει την Ελλάδα στην περίπτωση που εξασθενήσει για παρατεταμένη περίοδο η δημοσιονομική πειθαρχία ή λάβουν χώρα εξελίξεις που θα θέσουν εκ νέου σε ανοδική τροχιά τον λόγο του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ. Θα το πράξει, επίσης, στο σενάριο που η Ελλάδα σταματήσει ή και ακυρώσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αλλά και στο σενάριο που επιδεινωθεί δραματικά η θέση της Ελλάδας διεθνώς.
Όσο για την πιθανότητα νέας αναβάθμισης, η DBRS δίνει στην Ελλάδα «σταθερές» προοπτικές που συνεπάγεται ότι δεν εξετάζει το ενδεχόμενο αυτό μέσα στους επόμενους 12-18 μήνες. Παρ’ όλα αυτά, ο οίκος θα μπορούσε να αλλάξει γνώμη στην περίπτωση που μειωθεί σημαντικά το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ με στήριξη από τα πρωτογενή πλεονάσματα ή συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις που δίνουν ώθηση στις επενδύσεις, γεγονός που θα βελτιώσει σημαντικά τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Η DBRS δίνει στην Ελλάδα αξιολόγηση «ΒΒΒ» ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας εν μέσω σοβαρών αναταράξεων στις αγορές ομολόγων. Σε μία συγκυρία που το κόστος δανεισμού των χωρών της Ευρωζώνης εκτινάσσεται με φόντο την αύξηση των αμυντικών δαπανών και την πρόθεση Γερμανίας και Κομισιόν να δανειστούν για να υλοποιήσουν μεγάλες επενδύσεις υποδομών, κάθε θετική αξιολόγηση για την Ελλάδα αποτελεί σημαντικό αντίβαρο. Πόσω μάλλον, όταν η αβεβαιότητα χτυπάει… κόκκινο διεθνώς και το γεωπολιτικό σκηνικό είναι το πιο εύθραυστο των τελευταίων δεκαετιών.
Μετά την απροσδόκητη ψήφο εμπιστοσύνης από την DBRS, η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της την πολυσυζητημένη αξιολόγηση από τον οίκο Moody’s. Στις 14 Μαρτίου, η Moody’s έχει προγραμματίσει την πρώτη αξιολόγηση του έτους για το ελληνικό αξιόχρεο. Και ενώ συνήθως είναι πολύ δύσκολο να γίνει κάποια πρόβλεψη για τις κινήσεις των οίκων, υπάρχει κάτι που θεωρείται σίγουρο. Ανεξάρτητα από το αν η Moody’s θα αποφασίσει να αναβαθμίσει επιτέλους την Ελλάδα στην «επενδυτική βαθμίδα», εκτιμάται ότι θα στείλει αυστηρό μήνυμα προειδοποιώντας για τυχόν εκτροχιασμό που θα επαναφέρει την οικονομία στις δύσκολες καταστάσεις του παρελθόντος.
Πάντως, οι ειδικοί θεωρούν δεδομένη την αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα και από τη Moody’s, είτε τον Μάρτιο, είτε τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, παρά το γεγονός ότι τελευταία έχει αυξηθεί η πολιτική αβεβαιότητα, γεγονός που ενισχύει και την αβεβαιότητα αναφορικά με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και της πειθαρχημένης δημοσιονομικής πολιτικής.
Η DBRS επισημαίνει ότι από το 2021 η Ελλάδα υπεραποδίδει σταθερά του μέσου όρου ανάπτυξης της Ευρωζώνης και αναμένεται να συνεχίσει να το κάνει στην επόμενη διετία. Το ελληνικό ΑΕΠ εκτιμάται ότι μεγεθύνθηκε κατά 2,2% το 2024 και προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2025.
Επιπλέον, επισημαίνεται η ισχυρή πολιτική δέσμευση να συνεχιστεί η εφαρμογή συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής, μίας πολιτικής που αντικατοπτρίζεται στη ραγδαία βελτίωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, παρά τις πολλαπλές αναταράξεις που έχει αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία από το 2020, όπως η πανδημία και η ενεργειακή κρίση. Τονίζει δε, ότι η αξιολόγηση της Ελλάδα περιορίζεται από το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό, το μέγεθος της οικονομίας μικρό, ενώ παραμένει και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.