Το ξεκίνημα της νέας χρονιάς στη χρηματιστηριακή αγορά της Wall Street μέχρι στιγμής είναι ένα από τα χειρότερα εδώ και δεκαετίες και οι ελπίδες των επενδυτών για μια σύντομη ανοδική αντίδραση μάλλον θα απογοητευτούν. Η ιστορία δεν είναι με το μέρος τους.
Η μόνη έκπληξη για την τσουλήθρα 6% του δείκτη S&P 500 στις πρώτες τρεις εβδομάδες του 2022 είναι ο χρονισμός. Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι τις χρονιές που ο δείκτης καταγράφει τις μικρότερες διορθώσεις ακολουθούν πτώσεις τον επόμενο χρόνο που είναι πάντοτε βαθύτερες και οι τελικές αποδόσεις κατά κανόνα χαμηλότερες, αν όχι αρνητικές.
Το ξεκίνημα του 2022 ακολουθεί πιστά αυτό τον σχηματισμό, αν και απομένουν 11 μήνες για την αγορά να ανακάμψει και να κλείσει σε υψηλότερα επίπεδα, όπως συμβαίνει συχνά, ακόμη και σε χρονιές που ακολουθούν μικρές διορθώσεις.
Πέρυσι η μεγαλύτερη διόρθωση του δείκτη S&P 500 ήταν 5,2% από τον Ιανουάριο μέχρι τις 4 Οκτωβρίου, μία από τις μικρότερες διορθώσεις από το 1950. Το εύρος αυτών των δέκα διορθώσεων κυμάνθηκε από 2,5% έως 5,8%. Ο μέσος όρος αυτών των διορθώσεων ήταν 4% και η μέση απόδοση του δείκτη τις χρονιές αυτές ήταν 29%, σχεδόν η ίδια με την απόδοση του το 2021.
Αυτό που συμβαίνει την επόμενη χρονιά ίσως να είναι διδακτικό. Ο μέσος όρος των μεγαλύτερων πτώσεων είναι 13% με το εύρος να κυμαίνεται από -6% έως -27% και η μέση απόδοση ήταν μόλις 7%, δηλαδή χαμηλότερη από το consensus των αναλυτών για τα αναμενόμενη αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων το 2022 που είναι 8,6%.
Η Wall Street λυγίζει υπό το βάρος της στροφής των προσδοκιών για την πορεία των επιτοκίων, με τον πληθωρισμό σε υψηλό 40ετίας και τους αξιωματούχους της Fed να στέλνουν σήμα ότι είναι έτοιμοι να κινηθούν επιθετικά.
Από την άλλη, η πεποίθηση ότι θα ακολουθήσει ένα ριμπάουντ δεν έχει εγκαταλείψει τους επενδυτές. Ο δείκτης S&P 500 κινείται ανοδικά όταν η οικονομία αναπτύσσεται και το ΑΕΠ των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί γύρω στο 4% φέτος, που σημαίνει ότι το ρίσκο μιας ύφεσης είναι χαμηλό.
Ωστόσο, τα προειδοποιητικά λαμπάκια «φλασσάρουν». Η μεταβλητότητα αυξάνεται, οι ενδοσυνεδριακές διακυμάνσεις του δείκτη S&P500 διευρύνονται και η αγορά διορθώνει ανεξάρτητα από το αν οι αποδόσεις των ομολόγων ανεβαίνουν η κατεβαίνουν.
Οι δυνάμεις αυτές έχουν διπλάσιο βάρος στις μετοχές του κλάδου της τεχνολογίας και ο δείκτης Nasdaq έχει χάσει γύρω στο 16%.
Οι συνθήκες αυτές μάλλον θα έχουν διάρκεια για όσο διάστημα επιμένουν οι ανησυχίες και η αβεβαιότητα για την σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ. Ενώ οι χρηματαγορές προεξοφλούν τέσσερεις αυξήσεις επιτοκίων της τάξης των 25 μονάδων βάσης εκάστη αρχίζοντας από τον Μάρτιο, οι επενδυτές έχουν μείνει πίσω.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Bank of America σε 329 διαχειριστές κεφαλαίων με συνολικό ενεργητικό υπό διαχείριση 1,1 τρισ.δολάρια, ποσοστό μικρότερο από 20% προβλέπει τέσσερεις αυξήσεις επιτοκίων φέτος. Οι περισσότεροι αναμένουν μόνο δύο αυξήσεις. Η έρευνα δείχνει ότι η προσαρμογή της χρηματιστηριακής αγοράς δεν έχει τελειώσει ακόμη. Η φετινή χρονιά θα έχει αναταράξεις.