Γιατί τα Χρηματιστήρια γυρίζουν την πλάτη σε γερμανική και γαλλική κρίση

Γιατί τα Χρηματιστήρια γυρίζουν την πλάτη σε γερμανική και γαλλική κρίση

Στη Γαλλία η κυβέρνηση μειοψηφίας του Μισέλ Μπαρνιέ όπως όλα δείχνουν διανύει τις τελευταίες ημέρες της, καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατέθεσαν πρόταση μομφής.

O πρωθυπουργός Μπαρνιέ κατά την προσπάθεια του να περάσει τον Προϋπολογισμό του 2025 που περιλάμβανε περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων της τάξης των 60 δισ. ευρώ, συνάντησε σφοδρή αντίσταση τόσο από το ακροδεξιό κόμμα Εθνικό Ράλι -RN- υπό την ηγεσία της Μαρίν Λεπέν όσο και από το αριστερό Νέο Λαϊκό Μέτωπο, NFP.

Η αδυναμία της γαλλικής κυβέρνησης να εξασφαλίσει ευρεία συναίνεση για τον Προϋπολογισμό, ο οποίος θα πρέπει να έχει ψηφιστεί μέχρι τις 21 Δεκεμβρίου το αργότερο, ωθεί τη Γαλλία σε μια πρωτοφανή πολιτική κρίση, με τα γαλλικά ομόλογα στα πρόθυρα μιας «ελληνικού τύπου» κρίσης, καθώς οι  χρηματοπιστωτικές αγορές γίνονται ολοένα και πιο νευρικές για την ικανότητα της Γαλλίας να διαχειριστεί τις δημοσιονομικές προκλήσεις και να επιτύχει τους στόχους μείωσης του ελλείμματος. 

Πέραν όμως της δραματικής ανταπόκρισης της αγοράς των ομολόγων, η αγορά των μετοχών φαίνεται πιο ψύχραιμη. Αν και σαφώς υποαποδίδει ο δείκτης CAC 40, καθώς είναι από τους λίγους διεθνείς δείκτες που έχει επανέλθει πέριξ των χαμηλών του Αυγούστου, εντούτοις απέχει μόλις 12% από τα ιστορικά υψηλά του, στις 8.259 μονάδες.

Ο κλάδος με τη μεγαλύτερη ταλαιπωρία είναι ο τραπεζικός, ειδικά μετά τα σενάρια για επιπλέον φορολογία. Ακόμα και οι τραπεζικές μετοχές όμως, δεν έχουν υποστεί τις πιέσεις που θα περίμενε κανείς διαβάζοντας τους τρομακτικούς τίτλους ειδήσεων για τη γαλλική οικονομία.

Τι συμβαίνει, λοιπόν, και μέχρι στιγμής η επενδυτική κοινότητα δείχνει αξιοπρόσεκτη ψυχραιμία όσον αφορά το γαλλικό χρηματιστήριο;

H αλήθεια είναι ότι ενώ αρκετοί αναλυτές κάνουν παραλληλισμούς με την κρίση χρέους της Ελλάδας, η κατάσταση της Γαλλίας παραμένει θεμελιωδώς διαφορετική. 

Βλέπετε, αν και οι χρηματοδοτικές ανάγκες του γαλλικού χρέους φτάνουν για το 2025 τα 300 δισ. ευρώ – μόλις ένα 23% λιγότερο από το σύνολο του χρέους της Ελλάδας – η χώρα τουλάχιστον προς το παρόν διατηρεί ισχυρή πρόσβαση στην αγορά και πρόσφατα συγκέντρωσε 8,3 δισ. ευρώ με σχετικά μέτριες αποδόσεις.

Οι γαλλικές μετοχές ναι μεν δέχονται πιέσεις εδώ και μήνες, σημειώνοντας χαμηλότερες επιδόσεις, αλλά επουδενί λόγο μπορεί κανείς να μιλήσει για sell off, ενώ το ευρώ ναι μεν έχει αποδυναμωθεί, αλλά δεν παρουσιάζει καμία από τις δραματικές κινήσεις που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια προηγούμενων ευρωπαϊκών κρίσεων. 

Τι υποδηλώνουν όλα αυτά; Ότι οι αγορές μέχρι στιγμής δεν θεωρούν τη γαλλική πολιτική κρίση ως μια ευρύτερη απειλή για την Ευρωζώνη.

Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι ο Δεκέμβριος είναι ο παραδοσιακός μήνας για το «ράλι του Άη Βασίλη» και έτσι εν μέσω της ανάκαμψης των ευρωπαϊκών αγορών, είναι πολύ πιθανόν να συμπαρασυρθεί και το γαλλικό χρηματιστήριο. 

Τον τόνο άλλωστε τον δίνει η μητέρα των αγορών, ο S&P500, τον οποίο ονομάζουμε έτσι, ακριβώς γιατί λίγο πολύ «διαχέει» το κλίμα που επικρατεί στο ταμπλό του στις περισσότερες αγορές. 

Με τον S&P500, λοιπόν, να σκαρφαλώνει από το ένα ιστορικό υψηλό στο άλλο, η επενδυτική κοινότητα δεν έχει ιδιαίτερη όρεξη για προβληματισμούς.

Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιες εταιρείες έχουν αυξημένη βαρύτητα στον CAC 40. Για παράδειγμα, οι Hermes και LVMH έχουν κάθε λόγο να γιορτάζουν παρά το γαλλικό δράμα, καθώς μια εκ των σημαντικότερων αγορών τους, η Κίνα, πρόκειται να ανακοινώσει τους στόχους του ΑΕΠ για το 2025 μαζί με ένα νέο πακέτο μέτρων τόνωσης της κατανάλωσης. 

Συμπερασματικά, αν και η πολιτική κρίση, οι φόβοι για το δημόσιο χρέος και οι εμπορικοί πόλεμοι είναι οι τρεις νέοι υπαρξιακοί φόβοι που αντιμετωπίζει το γαλλικό χρηματιστήριο, εντούτοις η επενδυτική κοινότητα δεν διακατέχεται ακόμα από το στρες του «κατεπείγοντος».

Βλέπετε, ακόμη και αν η τεχνοκρατική κυβέρνηση του Μπαρνιέ πέσει αυτή την εβδομάδα, ο Πρόεδρος θα μπορούσε να επιλέξει άλλη και ο Προϋπολογισμός να περάσει από το Κοινοβούλιο χρησιμοποιώντας έκτακτα μέτρα έως τις 21 Δεκεμβρίου. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι δεν μπορούν να γίνουν βουλευτικές εκλογές μέχρι το καλοκαίρι του 2025. 

Εν ολίγοις, οι γαλλικές ανησυχίες δεν έχουν εξαφανιστεί, αλλά είναι απίθανο να υπάρξει δημοσιονομική κρίση μέχρι το επόμενο έτος. 

Εάν γίνουν εκλογές το επόμενο καλοκαίρι και αν τα πιο ριζοσπαστικά κόμματα μπορέσουν να σχηματίσουν κυβέρνηση, τότε σίγουρα το σοκ θα είναι μεγαλύτερο για τη γαλλική αγορά ομολόγων. Αυτό, όμως, είναι ένα σενάριο που αφορά το δεύτερο σκέλος του 2025. 

Οι κίνδυνοι του γαλλικού Προϋπολογισμού, λοιπόν, και της αναχρηματοδότησης του γαλλικού χρέους θα συνεχίσουν να αποτελούν αγκάθι για τις αγορές, ωστόσο, ο πραγματικός κίνδυνος είναι μάλλον πιο κάτω χρονικά.

Γι’ αυτό προφανώς και οι αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων ήταν σταθερές χθες και το ζεύγος eur/usd βρήκε αξιοπρεπή στήριξη στα 1,05 δολάρια. 

To spread επίσης μεταξύ των γαλλικών και των γερμανικών ομολόγων παραμένει γύρω στις 85 μονάδες βάσης. Αν και εξακολουθεί να είναι κοντά στο υψηλότερο επίπεδο από το 2012, εντούτοις το επίπεδο του υποδηλώνει ότι η αγορά δεν είναι διατεθειμένη να ωθήσει τα γαλλικά ομόλογα σε οριακό σημείο σε αυτό το στάδιο.

Τέλος, όσον αφορά τους εμπορικούς πολέμους, αυτοί θα αποτελέσουν  ανησυχία για όλες τις αγορές και όχι μόνο για τη γαλλική, αλλά αφού ο Ντόναλντ Τραμπ μπει στον Λευκό Οίκο και εφαρμόσει τη στρατηγική του. 

Το γερμανικό δράμα και οι 20.000 μονάδες του Dax

Η Γερμανία απέφυγε για λίγο την ύφεση για το τρίτο τρίμηνο του έτους, αλλά τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι η χειμερινή ύφεση είναι αναπόφευκτη το νέο έτος. 

Η χώρα μαστίζεται από υψηλό πληθωρισμό τα τελευταία χρόνια, οι βιομηχανικές παραγγελίες και η παραγωγή έχουν επίσης μειωθεί, ενώ οι γερμανικές εταιρείες είναι ολοένα και πιο απαισιόδοξες για το μέλλον.

Ως εκ τούτου, άσχημη είναι η εικόνα και για την αγορά εργασίας, με εμβληματικές εταιρείες  όπως η Thyssenkrupp και η Bosch να έχουν αναγγείλει ένα μεγάλο κύμα περικοπών προσωπικού, ενώ την ίδια στιγμή η ιστορική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen έχει αναγγείλει εδώ και μήνες το κλείσιμο εργοστασίων, με αποτέλεσμα αυτή την εβδομάδα οι εργαζόμενοι να έχουν προχωρήσει σε πολύωρες απεργίες σε εννέα εργοστάσια αυτοκινήτων και εξαρτημάτων της Volkswagen σε όλη τη Γερμανία.

Οι εσωκομματικές διαμάχες στον κυβερνώντα συνασπισμό των τριών κομμάτων της χώρας σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της σοβαρής οικονομικής δυσπραγίας της χώρας οδήγησαν στην κατάρρευση της κυβέρνησης πρόσφατα, με τις πρόωρες εκλογές να προγραμματίζονται για τον Φεβρουάριο.

Η πολιτική αβεβαιότητα αλλά και οι αναμενόμενες οικονομικές πολιτικές της επερχόμενης αμερικανικής κυβέρνησης είναι πιθανό να επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο το κλίμα στη Γερμανία τους επόμενους μήνες.

Όμως, αν και η γερμανική οικονομία  φλερτάρει συνέχεια με την ύφεση, ο γερμανικός δείκτης DAX σημείωσε χθες νέο ιστορικό υψηλό στις 20.038 μονάδες. 

Πού οφείλεται η εκ διαμέτρου αντίθετη εικόνα μεταξύ του χρηματιστηρίου και των επιδόσεων της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης;

Πέραν του ότι διανύουμε όπως εξηγήσαμε και παραπάνω την περίοδο του Santa Claus rally, το μεγαλύτερο ίσως επιχείρημα για την αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ των οικονομικών επιδόσεων και της απόδοσης της χρηματιστηριακής αγοράς της Γερμανίας, είναι το εξής: ένα μεγάλο μέρος των εσόδων για τις 40 εταιρείες που απαρτίζουν τον δείκτη DAX, δεν προέρχεται από τη Γερμανία.

Οι πελάτες λιανικής και οι εγκαταστάσεις παραγωγής για αυτές τις μεγάλες, διεθνείς εταιρείες βρίσκονται κυρίως εκτός Γερμανίας. 

Ως εκ τούτου, για τις εταιρείες του δείκτη DAX, οι επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας επηρεάζουν ένα μόνο μέρος του κύκλου εργασιών τους.

Κάτι που φυσικά  δεν ισχύει για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες απασχολούν πάνω από το 50% του εργατικού δυναμικού της χώρας, αλλά δεν εκπροσωπούνται στον δείκτη DAX.

Μέσα από αυτό το πρίσμα, η ισχύς της αμερικανικής οικονομίας είναι πιθανώς πιο σημαντική για τις επιδόσεις του δείκτη DAX από ό,τι εκείνη της Γερμανίας. 

Οι υψηλές δαπάνες για την ανακούφιση από τον κορωνοϊό και το χαμηλό κόστος ενέργειας στις ΗΠΑ συνέβαλαν στην ενίσχυση των καταναλωτικών δαπανών τους τελευταίους 18 μήνες, κάτι που ευνόησε πολλές γερμανικές εξαγωγικές επιχειρήσεις.

Επιπλέον, ο παράγοντας ευρώ ευνοεί αυτές τις εξαγωγικές επιχειρήσεις. 

Για τις μεγαλύτερες εταιρείες της Γερμανίας με έντονο εξαγωγικό προφίλ στις ΗΠΑ λοιπόν, η αδύναμη γερμανική οικονομία έχει οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού και φθηνότερο ευρώ, καθώς η ΕΚΤ έχει αναγκαστεί να μειώσει επιθετικά τα επιτόκια στην προσπάθεια της να τονώσει τις δαπάνες στην Ευρώπη, αυξάνοντας το επιτοκιακό πλεονέκτημα του δολαρίου. 

Βέβαια, αυτή η ισορροπία για τις γερμανικές πολυεθνικές μπορεί να ανατραπεί, αν ο Τραμπ αναλαμβάνοντας την εξουσία τον Ιανουάριο υλοποιήσει τις απειλές του για ένα τεράστιο δασμολογικό τείχος απέναντι στην Ευρώπη. Όμως αυτό είναι ένα πρόβλημα που θα βρούμε μπροστά μας το 2025. Προς το παρόν οι επενδυτές έχουν φορέσει τα γιορτινά τους. 

Μαίρη Βενέτη

[email protected]

Aποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.