Γλιτώσαμε την επισιτιστική κρίση;

Γλιτώσαμε την επισιτιστική κρίση;

Ο παγκόσμιος δείκτης των τιμών των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων που καταρτίζει ο παγκόσμιος οργανισμός τροφίμων και γεωργίας (FAO), παρακλάδι του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, σημείωσε πτώση για πέμπτο συνεχή μήνα. Συγκεκριμένα, όπως διαβάζουμε στο σχετικό ρεπορτάζ του Reuters, η τιμή του για τον Αύγουστο κατέβηκε στις 138 μονάδες, από 140,7 τον Ιούλιο, σημειώνοντας πτώση της τάξης του 1,9%.

Η σταδιακή πτώση των τελευταίων μηνών τον έχει φέρει περίπου 22 μονάδες κάτω από το υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, το οποίο σημειώθηκε τον Μάρτιο που μας πέρασε, στις 159,7 μονάδες, σχεδόν αμέσως μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όπως ξέρουμε, οι μεταβολές στον δείκτη αυτό δεν μεταφράζονται αμέσως σε αντίστοιχες κινήσεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ, δεν παύουν όμως να δείχνουν την γενικότερη κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.

Με τους λόγους για τους οποίους έχουν αποκλιμακωθεί σημαντικά από τα ιστορικά τους υψηλά οι τιμές των αγροτικών προϊόντων, έχουν ασχοληθεί αρκετές φορές οι στήλες του Liberal Markets. Πρώτα απ’ όλα, η σοδειά του σιταριού πήγε καλά στις περισσότερες περιοχές του κόσμου, ειδικά δε στην Ρωσία και τον Καναδά οι επιδόσεις είναι εξαιρετικές. Στον Καναδά η συγκομιδή φαίνεται πως θα είναι η τρίτη υψηλότερη της ιστορίας (με την ιστορία να ξεκινά το 1908), ενώ η ρωσική σίγουρα θα είναι η καλύτερη της τελευταίας πενταετίας. Ορισμένα προβλήματα που εμφανίζονται στις δύο αυτές περιοχές δεν φαίνονται ικανά να διαταράξουν ουσιαστικά την πορεία των εξαγωγών.

Αναφερόμαστε στη δυσκολία των καναδικών σιδηροδρόμων να μεταφέρουν γρήγορα την παραγωγή στα εξαγωγικά λιμάνια και στον δισταγμό των Ρώσων παραγωγών οι οποίοι δεν είναι και πολύ ενθουσιασμένοι από την άνοδο του ρουβλιού, πράγμα το οποίο στην ουσία τους μειώνει τα έσοδα. Άλλες παρόμοιες θετικές εξελίξεις είχαμε και στα φασόλια σόγιας στην Αυστραλία (και στις ΗΠΑ φαίνεται πως τα πράγματα θα πάνε καλά) και σε καλλιέργειες πολύ σημαντικές για μεγάλες περιοχές του πλανήτη, όπως π.χ. το φοινικέλαιο. Την κατάσταση βοήθησε επίσης και η σταδιακή επιστροφή των ουκρανικών σιτηρών μετά την συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των δύο εμπόλεμων μερών.

Τα παραπάνω θετικά στοιχεία, σε συνδυασμό με το γεγονός πως μετά μία αρχική αμηχανία οι δυτικές χώρες έκαναν αρκετά σαφές πως δεν θα επιβληθούν κυρώσεις στην Ρωσία στον τομέα των αγροτικών προϊόντων και των λιπασμάτων έφεραν την πτώση στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω.

Η γενικότερη εικόνα δεν φαίνεται να μπορεί να διαταραχθεί (ακόμα τουλάχιστον) από ορισμένες ξεκάθαρα αρνητικές εξελίξεις, όπως οι μεγάλες ζημιές στην παραγωγή καλαμποκιού από τις υψηλές θερμοκρασίες και την λειψυδρία στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ορισμένες δυσοίωνες ενδείξεις όπως το γεγονός πως οι Ινδοί καλλιεργητές ρυζιού έχουν σπείρει μικρότερες εκτάσεις από πέρυσι και η ανησυχία για πιθανές ζημιές στην κινεζική αγροτική παραγωγή από τον καύσωνα που έπληξε την χώρα στα μέσα και το τέλος του Αυγούστου.Πέρα από μία μικρή άνοδο στις διεθνείς τιμές του καλαμποκιού και την αύξηση των τιμών σε μία ποικιλία ρυζιού που προορίζεται κυρίως για ζωοτροφές, οι χρηματιστηριακές τιμές των διεθνών προϊόντων δεν έχουν διάθεση αυτή την περίοδο να ξεκινήσουν σοβαρή άνοδο.

Ή, για να είμαστε πιο σωστοί, δεν είχαν μέχρι να ακούσουν τις απειλές του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος υπαινίχθηκε χθες πως μπορεί να ζητήσει την τροποποίηση της συμφωνίας με την Ουκρανία και τα Ηνωμένα Έθνη για την μεταφορά των ουκρανικών σιτηρών δια θαλάσσης, προκειμένου να μειωθούν οι εξαγόμενες ποσότητες.

Για να εκτιμήσουμε όμως το κατά πόσο υπάρχει αυτή την στιγμή σοβαρός κίνδυνος επισιτιστικής κρίσης είναι πολύ χρήσιμο να ρίξουμε μία παραπάνω ματιά στις ανακοινώσεις του FAO της προηγούμενης Παρασκευής. Κατ’ αρχάς, στα στοιχεία του δείκτη για τον Αύγουστο φαίνεται ήδη η ανησυχία των αγορών για το καλαμπόκι, αφού ο επιμέρους δείκτης που αφορά μόνο το καλαμπόκι ήταν από τους ελάχιστους που σημείωσαν άνοδο. Ο δείκτης καλαμποκιού ανέβηκε κατά 1,5% τον προηγούμενο μήνα, ενώ ο γενικός δείκτης δημητριακών, ρυζιού και άλλων καλλιεργειών (μέσα στον οποίον περιλαμβάνεται και το καλαμπόκι) έπεσε κατά 1,4%. Πτώση σημείωσαν και όλοι οι υπόλοιποι βασικοί δείκτες.

Ο δείκτης των φυτικών ελαίων, ο οποίος είχε εκτιναχθεί πριν μερικούς μήνες, έπεσε κατά 3,3% λόγω της σημαντικής πτώσης της τιμής του φοινικέλαιου και του ηλιελαίου. Ο δείκτης των κρεάτων έπεσε κατά 1,5%, αυτός της ζάχαρης κατά 2,1% και αυτός των γαλακτοκομικών προϊόντων κατά 2%.

ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ FAO TRAILING TWELVE MONTHS

Μέσα στην ανακοίνωση για την τιμή του βασικού δείκτη και των επιμέρους δεικτών βρίσκουμε και την μείωση των εκτιμήσεων του διεθνούς οργανισμού για την συνολική παραγωγή δημητριακών, ρυζιού και άλλων παρόμοιων σπόρων το 2022 από 2,792 σε 2,774 δισεκατομμύρια τόνους. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας ανησυχεί πολύ, αφού οι προβλέψεις του οργανισμού για τα συνολικά αποθέματα στο τέλος της χρονιάς είναι μάλλον καθησυχαστικές.

Ο FAO εκτιμά πως τα αποθέματα του τέλους του 2022 θα ανέλθουν σε 845 εκατομμύρια τόνους, επίπεδο που αντιστοιχεί σε 29,5% της ετήσιας παγκόσμιας κατανάλωσης. Αυτό το επίπεδο είναι λίγο χαμηλότερο από το 30,9% του τέλους του 2021 αλλά δεν απομακρύνεται ουσιωδώς από τον μέσο όρο των τελευταίων ετών και παραμένει, σύμφωνα με τον ίδιο τον FAO, σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Η εικόνα αυτή παραμένει και αν εξετάσουμε τα επιμέρους βασικά προϊόντα που περιλαμβάνονται σε αυτή την γενική κατηγορία. Και στα σιτηρά, και στο ρύζι και στους υπόλοιπα (καλαμπόκι, κριθάρι κ.λ.π.), το επίπεδο των αποθεμάτων θα βρίσκεται σε καλά επίπεδα.

ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΡΥΖΙΟΥ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ

Ακούγοντας λοιπόν την πιο αρμόδια πηγή, πρέπει να συμπεράνουμε πως επισιτιστική κρίση με την έννοια της μη ύπαρξης αρκετών αποθεμάτων για την διατροφή όλου του πλανήτη δεν υπάρχει. Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία και τις ενδείξεις, ελλείψεις δεν υπάρχουν ούτε θα υπάρξουν στο εγγύς μέλλον. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως τα πράγματα είναι εντελώς ρόδινα και αυτό είναι φανερό να κοιτάξουμε λίγο ακόμα την ανακοίνωση του FAO, αυτή την φορά στο σκέλος της εξέλιξης των τιμών.

Είναι αλήθεια πως ο γενικός δείκτης των τιμών είναι αρκετά κάτω από το υψηλό του Μαρτίου, παραμένει όμως 7,9% υψηλότερος από τα επίπεδα του Αυγούστου του 2021 και περίπου 40% πιο πάνω από την μέση τιμή της περιόδου από το 2016 μέχρι το τέλος του 2020, αφού κυμαινόταν σταθερά ανάμεσα από το 90 και το 100. Αν μάλιστα εξετάσουμε το πραγματικό κόστος για τους καταναλωτές ανά τον κόσμο συνυπολογίζοντας και τον πληθωρισμό από το 1961 και μετά, φέτος έχουμε επιτύχει ιστορικό ρεκόρ.

ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ FAO 2019-2020-2021-2022

ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ FAO από το 1961

Είναι φανερό λοιπόν πως όσον αφορά το κόστος των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων έχουμε σοβαρό πρόβλημα που για ορισμένες χώρες είναι πιο σημαντικό από την ενεργειακή κρίση. Εδώ στην Ευρώπη έχουμε επικεντρωθεί στο ενεργειακό ζήτημα και οι κυβερνήσεις βάζουν στην άκρη εκατοντάδες δισεκατομμύρια για την αντιμετώπιση των συνεπειών του, αλλά ίσως να πρέπει να ασχοληθούμε λίγο περισσότερο με το θέμα του κόστους των τροφίμων. Αυτό το λέμε γιατί μπορεί να μην ανεβαίνουν οι τιμές τους τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά είναι αρκετά δύσκολο να πέσουν από τα τωρινά επίπεδα, αφού το κόστος παραγωγής έχει ανέβει για όλες τις καλλιέργειες και οι αγρότες θα διστάσουν πολύ να σπείρουν καλλιέργειες αν φοβηθούν πως οι τιμές που θα πιάσουν όταν πουλήσουν την συγκομιδή τους δεν θα καλύπτουν το κόστος τους.

Και επειδή το κόστος παραγωγής έχει σε μεγάλο βαθμό σχέση με το υψηλό κόστος των καυσίμων, την άνοδο της τιμής των λιπασμάτων και τα αυξημένα μεταφορικά έξοδα, είναι δύσκολο να το δούμε να πέφτει όσο οι ενεργειακές πρώτες ύλες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Φοβόμαστε λοιπόν πως παρά τα επαρκή παγκόσμια αποθέματα τροφίμων, το θέμα της διατροφής θα παραμείνει στην ημερήσια διάταξη για πολύ ακόμα, τουλάχιστον όσο συνεχίζουμε να γουρλώνουμε τα μάτια μας αντικρίζοντας τα ράφια των σούπερ μάρκετ, των κρεοπωλείων, των μανάβικων και των ψαράδικων.